Μέσω της περικοπής ...
των συντάξεων, παλαιών και νέων, διασφαλίζεται η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, όπως προκύπτει από την αναλογιστική μελέτη που έχει ήδη κατατεθεί από το υπουργείο Εργασίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αν και πίσω από «κλειστές πόρτες» στο κυβερνητικό επιτελείο μετρούν αναλογιστικά τις συνέπειες μιας πιθανής μερικής εφαρμογής των περικοπών του 2019, με στόχο να «διασώσουν» σχεδόν 700.000 χαμηλοσυνταξιούχους, τα στοιχεία που έχουν αποσταλεί στην Ε.Ε. είναι αποτρεπτικά για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αναλογιστική μελέτη αποδεικνύει όχι μόνο τον περιορισμό της συνταξιοδοτικής δαπάνης κάτω από το όριο του 16,2% του ΑΕΠ, αλλά και τη συνεχή μείωσή της έως το 2060, που έχει ως αποτέλεσμα να περιοριστεί χαμηλότερα ακόμη και από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Συγκεκριμένα, η συνταξιοδοτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ θα διαμορφωθεί από 17,3% το 2016 στο 14,3% το 2020 (με τον ευρωπαϊκό μέσον όρο να είναι 13%) κυρίως λόγω των δεσμεύσεων που απορρέουν από το τρίτο μνημόνιο και τις προγραμματισμένες περικοπές.
Σταδιακά μάλιστα, η δαπάνη θα υποχωρεί και θα συγκλίνει με την Ε.Ε. Ετσι, εκτιμάται ότι το 2040 η δαπάνη θα φθάσει στο 12,9%, ενώ το 2060 θα βρίσκεται στο 10,3%, όταν η μέση ευρωπαϊκή δαπάνη για συντάξεις εκτιμάται την ίδια περίοδο σε 11,8%.
Βασική παραδοχή για το αποτέλεσμα αυτό, πλην της πλήρους υλοποίησης των συμφωνηθέντων με τους δανειστές, είναι ο μέσος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ να κινείται στο 0,8% έως το 2060. Η εξέλιξη αυτή θα συμβάλει εκ των πραγμάτων στην αποκλιμάκωση της δαπάνης για συντάξεις ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Παράλληλα, προβλέπεται αύξηση της απασχόλησης, καθώς και μείωση της ανεργίας, η οποία θα υποχωρήσει σε εθνικολογιστική βάση στο 13% το 2022 από 19,7% που ήταν το 2017. Ο δείκτης γεννητικότητας εκτιμάται σε 1,3 παιδιά ανά γυναίκα σε παραγωγική ηλικία έως το 2060, ενώ ο πληθυσμός της χώρας αναμένεται να μειωθεί σε 7,5 εκατομμύρια.
Σωρευτικά, η «εμπροσθοβαρής» μεταρρύθμιση του 2016, όπως χαρακτηρίζεται στο ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης, μαζί με τη συμπληρωματική νομοθεσία του 2017, οδηγεί σε εξοικονομήσεις πόρων 2,8% του ΑΕΠ έως το 2020 και έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος.
Καθώς βέβαια οι περικοπές δημιουργούν τεράστιο πολιτικό –εκτός από κοινωνικό– πρόβλημα στην κυβέρνηση, ήδη εξετάζονται σενάρια για τη μη εφαρμογή τους. Μόνο που, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, για να διατηρηθεί η συνταξιοδοτική δαπάνη στο επίπεδο που παρουσιάζεται στη μελέτη η οποία έχει ήδη σταλεί στην Ε.Ε., χωρίς τις νέες περικοπές στις προσωπικές διαφορές κύριων και επικουρικών συντάξεων, θα πρέπει το πρωτογενές πλεόνασμα στο τέλος του 2018, να ξεπεράσει το 4,8%.
Στόχος που δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται, με αποτέλεσμα ήδη να εξετάζουν το επόμενο σενάριο. Το οποίο περιλαμβάνει μόνο τις κύριες συντάξεις, με στόχο τη «διάσωση» περίπου 700.000 χαμηλοσυνταξιούχων που λαμβάνουν σύνταξη έως 800 ευρώ.
Βέβαια, επιβαρυντικό στοιχείο στο σενάριο αυτό, που αναμένεται να δυσκολέψει και την πολιτική διαπραγμάτευση που θα επιδιωχθεί, είναι η γήρανση του πληθυσμού, καθώς επιβαρύνει δραματικά τη μακροπρόθεσμη πορεία της συνταξιοδοτικής δαπάνης.