Ότι θα λάβει τα
απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει πως το Ιραν δεν θα έχει ποτέ στην κατοχή του πυρηνικά όπλα, καθώς έχει ήδη προβεί σε πολλαπλές παραβιάσεις της συμφωνίας του 2015, τόνισε σήμερα ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ κατά την ομιλία του από τον Λευκό Οίκο σχετικά με τη στάση του απέναντι στη μεσανατολιτική χώρα.
«Το Ιράν απέτυχε να φτάσει τις αμερικανικές προσδοκίες», υπογράμμισε ο Τραμπ, ενώ κατέστησε σαφές ότι αρνείται να επικυρώσει τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν. Παράλληλα, πρόσθεσε ότι η συμφωνία για το ιρακινό πυρηνικό πρόγραμμα αποτελεί μια προσωρινή συμφωνία, ενώ κάλεσε το Κογκρέσο να επιβάλει αυστηρότερους όρους στη διεθνή συμφωνία που στοχεύει να αποτρέψει το Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, χωρίς ωστόσο να φθάσει στο σημείο να «σκίσει» τη συμφωνία όπως είχε υποσχεθεί.
Σε αυτό το πλαίσιο, τόνισε ότι η συμφωνία του 2015 με το Ιράν αποτελεί την χειρότερη συμφωνία που έχουν υπογράψει οι ΗΠΑ.
Ειδικότερα, ανακοίνωσε ότι θα επιβληθούν «σκληρές κυρώσεις» σε βάρος των Φρουρών της Επανάστασης, του επίλεκτου σώματος των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων, το οποίο μάλιστα χαρακτήρισε «διεφθαρμένο, τρομοκρατικό σώμα του Ιρανού ηγέτη».
Οι Φρουροί της Επανάστασης «καταχράστηκαν τεράστια τμήματα της ιρανικής οικονομίας και υπεξαίρεσαν τις θρησκευτικές δωρεές προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τον πόλεμο και την τρομοκρατία στο εξωτερικό» τόνισε ο επικεφαλής του αμερικανικού κράτους.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος είπε, μεταξύ άλλων, ότι το Ιράν βρίσκεται υπό τον έλεγχο ενός φανατικού καθεστώτος και υποστηρίζει τις ειδεχθείς πράξεις της συριακής κυβέρνησης του Ασαντ. Κάνει λόγο για «ιρανική δικτατορία» που υποστηρίζει την τρομοκρατία στον κόσμο. Η Τεχεράνη «σπέρνει τον θάνατο, την καταστροφή και το χάος σε ολόκληρο τον κόσμο» και «η επιθετικότητα της ιρανικής δικτατορίας συνεχίζεται έως σήμερα» τόνισε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Απειλώντας ότι οι ΗΠΑ θα αποχωρήσουν από τη συμφωνία «ανά πάσα στιγμή», ο Τραμπ κάλεσε τους Αμερικανούς κοινοβουλευτικούς όπως και τις υπόλοιπες χώρες που τη συνυπέγραψαν –τη Ρωσία, την Κίνα, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Βρετανία– να επιδείξουν αποφασιστικότερη στάση απέναντι στην Τεχεράνη.
Οι δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου διαψεύδουν τις ανακοινώσεις που εξέδωσε λίγη ώρα νωρίτερα ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Ρεξ Τίλερσον με τις οποίες διαβεβαίωνε ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θα βγάλει τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν, ούτε θα επιβάλλει νέες κυρώσεις στη χώρα.
Εντούτοις, ο Αμερικανός πρόεδρος προέβη - όπως αναμενόταν - σε σκληρές διακηρύξεις έναντι του Ιράν, υιοθετώντας μία περισσότερο επιθετική στάση απέναντι στη χώρα, επικαλούμενος τις δραστηριότητες της Τεχεράνης στη Μέση Ανατολή, κάτι το οποίο ενδέχεται να περιπλέξει περαιτέρω τις σχέσεις Ουάσινγκτον-Ευρώπης.
«Ήρθε η ώρα ολόκληρος ο κόσμος να σταθεί δίπλα μας στην απαίτηση μας το Ιράν να σταματήσει την επιδίωξη του θανάτου και της καταστροφής», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τραμπ σε μία ανακοίνωση που παρουσίασε τα βασικά στοιχεία της νέας του στρατηγικής απέναντι στη μεσανατολική χώρα.
Ισραήλ και Σαουδική Αραβία χαιρέτισαν την «θαραλλέα στάση» του Ντόναλντ Τραμπ εναντίον του Ιράν. Αρνητική ήταν η άμεση αντίδραση της Ε.Ε. δια στόματος της Φρεντερίκα Μογκερίνι η οποία διαμήνυσε ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αποχωρήσουν μονομερώς από τη συμφωνία αλλά και ότι η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν είναι δυνατόν να τεθεί σε επαναδιαπραγμάτευση. Ως εξαιρετικά ανήσυχη χαρακτήρισε τη στάση του Αμερικανού προέδορυ το Κρεμλίνο. Δεσμευμένες στη συμφωνία παραμένουν η Γερμανία, Βρετανία και Γαλλία σε κοινή ανακοίνωσή τους.
Οι ΗΠΑ «είναι πιο μόνες από ποτέ στις συνωμοσίες τους εναντίον του ιρανικού λαού» δήλωσε σε διάγγελμά του ο πρόεδρος του Ιράν Χασάν Ροχανί αντιδρώντας στη νέα «στρατηγική» της Ουάσιγκτον απέναντι στην Τεχεράνη.
Νέα στρατηγική Τραμπ
«Η νέα στρατηγική των ΗΠΑ έναντι του Ιράν επικεντρώνεται την εξουδετέρωση της αποσταθεροποιητικής επιρροής και επιθετικότητας του, η οποία έγκειται στη στήριξη της τρομοκρατίας και των εξτρεμιστών», αναφέρεται επιπλέον στην ανακοίνωση.
Πιο αναλυτικά, αυτή η νέα στρατηγική θα παρουσιαστεί από τον Αμερικανό πρόεδρο στη διάρκεια ομιλίας του στον Λευκό Οίκο μετά από εβδομάδες επεξεργασίας και συνομιλιών στο εσωτερικό του επιτελείου εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Οι τρεις κεντρικοί στόχοι της νέας στρατηγικής είναι: η τροποίηση της πυρηνικής συμφωνίας, ώστε να γίνει δυσκολότερο για το Ιράν να δημιουργήσει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο, η γνωστοποίηση στον κόσμο του πυραυλικού πρόγραμματος της χώρας και η ανακοπή των ιρανικών δραστηριοτήτων στη Μέση Ανατολή, οι οποίες σύμφωνα με τον Τραμπ, συμβάλλουν στην αποσταθεροποίηση της περιοχής.
Σύμφωνα με τον Τραμπ, η συμφωνία για τα πυρηνικά στην παρούσα μορφή της θα οδηγήσει στο μέλλον στη δημιουργία πυρηνικών όπλων από το Ιράν, κάτι το οποίο θέλει να αποτρέψει με τη νέα του στρατηγική.
Ο Αμερικανός πρόεδρος βρέθηκε αντιμέτωπος με ισχυρότατες διεθνείς και εγχώριες πιέσεις από τότε που γνωστοποίησε την πρόθεσή του να αποχωρήσουν οι ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, καθώς μία τέτοια εξέλιξη εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει υπονομευτικά για το διεθνές κύρος της χώρας. Στην περίπτωση που ο Αμερικανός πρόεδρος δεν επιβεβαιώσει εκ νέου τη συμμόρφωση του Ιράν με τη συμφωνία, το Κογκρέσο θα έχει στη διάθεσή του 60 ημέρες, προκειμένου να αποφασίσει αν θα επαναφέρει τις κυρώσεις εναντίον της χώρας, οι οποίες υπό την παρούσα κατάσταση έχουν αρθεί.
Ο πρόεδρος της επιτροπής Εσωτερικής Ασφάλειας στην Βουλή των Αντιπροσώπων, Μάικλ Μακόλ, δήλωσε ότι κατά την άποψή του ο Τραμπ «είναι πιθανό να μην αποχωρήσει τελείως από το πλαίσιο εφαρμογής της συμφωνίας, αλλά δεν θα επιβεβαιώσει την τήρησή της από το Ιράν».
Συγκεκριμένα, σκοπός του Τραμπ φαίνεται να είναι η ρητή εγκαθίδρυση από το Κογκρέσο συγκεκριμένων ορίων, τα οποία εάν ξεπεράσει το Ιράν, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούν και πάλι να επιβάλλουν κυρώσεις στη χώρα. Tά όρια αυτά αναμένεται να αφορούν το πυραυλικό πρόγραμμα του Ιράν και την παραγωγή πυρηνικών καυσίμων της χώρας.
Στον αντίποδα, οι διεθνείς επιθεωρητές δηλώνουν ότι το Ιράν τηρεί τους όρους της συμφωνίας, κάτι το οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος αμφισβητεί, υποστηρίζοντας ότι η Τεχεράνη παραβιάζει το πνεύμα της, καθώς δεν έχει λάβει μέτρα περιορισμού του βαλλιστικού της προγράμματος και παράλληλα συνεχίζει να υποστηρίζει οικονομικά και στρατιωτικά τη σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ στον Λίβανο, καθώς και άλλες οργανώσεις που χαρακτηρίζει εξτρεμιστικές. Χαρακτηριστικά, η Χεζμπολάχ θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες της Δύσης.