Η λέξη Αριστεία φαίνεται να ...
συνυπάρχει με τα ελληνικά γράμματα και να συμπορεύεται με αυτά, αρχής γενομένης από τον ποιητή των ποιητών, τον Όμηρο.
Στην κυριολεξία υμνείται στην ελληνική γραμματεία! Αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα: «αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν», δηλ. «πάντα να αριστεύεις, να ξεπερνάς τους άλλους, να τιμάς το πατρικό γένος που ανήκεις».
Η λέξη ετυμολογικά είναι παραθετικό του αγαθός, δηλ. καλός, και στην Ιλιάδα, τον κόσμο του πολέμου και του ύμνου του κλέους, της δόξας ανδρείων πράξεων, σημαίνει τον καλύτερο στη μάχη.
Ο Ηράκλειτος, ο σκοτεινός φιλόσοφος της Εφέσου, αναφέρει: «Εις εμοί μύριοι εάν άριστος ή», δηλ. «Ο ένας για μένα ισοδυναμεί με δέκα χιλιάδες αν είναι άριστος», ο δε Ισοκράτης έγραφε ότι η βάση της χρηστής πολιτείας είναι οι άριστοι να κατέχουν τα αξιώματα.
Στην πραγματικότητα, η αρετή στον Όμηρο ήταν μια καθαρά αριστοκρατική έννοια. Στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη αντικαθίσταται η από καταγωγής αριστεία με την ηθική–πνευματική αριστεία, την αρετή που ταυτίζεται με ατομικές ικανότητες, και δεν έχει σχέση με την καταγωγή. Η αρετή στο δημοκρατικό πολίτευμα της Κλασικής περιόδου είναι ταυτόσημη με τις ατομικές ικανότητες και διδάσκεται.
Έτσι, σκοπός της Πολιτείας ως κρατικής οντότητας με ηθική βούληση, κατά τον Αριστοτέλη, δεν είναι απλώς η εξασφάλιση της συμβιώσεως των πολιτών της, άλλα η κατ΄ αρετή συμβίωσή τους. Η Πολιτεία είναι ένας ζωντανός οργανισμός με ηθικοπλαστικό σκοπό, να μορφώσει και να παιδεύσει τους πολίτες.
Το πνεύμα της αριστείας, υπό την έννοια της συνεχούς προσπάθειας προς την αρετή φαίνεται να είναι κυρίαρχο και στη χριστιανική ηθική με το «Κατ΄ εικόνα και ομοίωση» (Γεν.α΄26). Όπως είπε ο Πλωτίνος και μάλλον επανέλαβε ο Γκαίτε «βλέπουμε τον ήλιο διότι τα μάτια μας είναι φτιαγμένα από φως», άρα αγαπάμε το τέλειο, το άριστο διότι φτιαχτήκαμε από το τέλειο ον με σκοπό την πορεία μας προς έναν καλύτερο κόσμο.
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των ανίσων», αποφαίνεται ο Αριστοτέλης. Έτσι, η έννοια της αριστείας είναι συνυφασμένη με τον Ελληνικό πολιτισμό, ως κίνητρο προόδου και εξέλιξης, απέναντι στην έννοια μιας ισότητας και ομοιότητας παντελώς άγνωστης και αντιδημοκρατικής.
Δημιουργεί, όμως, η αριστεία ανισότητες;
Η αριστεία δεν αφορά τους λίγους, αφορά τους πολλούς, όλους εκείνους που προσπαθούν, αναπτύσσουν τα ταλέντα τους, εξελίσσοντας το ζωτικό τους χώρο και όχι μόνο.
Η Πολιτεία οφείλει να απαλείψει τις συνέπειες που προκύπτουν από τις ανισότητες που υπάρχουν ήδη στο άτομο στο ξεκίνημα λόγω ανισοτήτων ως προς το οικονομικό, πολιτισμικό ακόμη και συμβολικό κεφάλαιο, το κύρος ή την καταγωγή, για να θυμηθούμε τον Μπουρντιέ, και να λειτουργεί χωρίς αποκλεισμούς, να είναι Πολιτεία για όλους.
Οι Acemoglou και Robinson, στο κλασικό πλέον βιβλίο τους ‘Why nations fail’ αποφαίνονται ότι έθνη που λειτουργούν χωρίς αποκλεισμούς και δίνουν ευκαιρίες σε όλους, δημιουργώντας inclusive societies, κοινωνίες για όλους, μακροημερεύουν και προοδεύουν.
Αυτό δεν σχετίζεται επ’ ουδενί με την μαζικοποίηση της παιδείας, της μαζοποιητικής ισότητας, της μετριότητας των ίσων ευκαιριών και της ήσσονος προσπάθειας. Ευνομούμενα κράτη έχουν πετύχει μια ισορροπία ανάμεσα στην ποιοτική μαζική παιδεία και την υποστήριξη και επιβράβευση της αριστείας, όπως θα έλεγε και ο Μαρξ «από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Βαθιά μέσα σε μια εξαετή κρίση που δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη ακόμη και την έννοια της ίδιας της αριστείας. Γιατί όταν μπαίνουν σε συζήτηση θέματα επιβίωσης, είναι πολύ εύκολο θέματα αριστείας να περιθωριοποιούνται και φορές να απαξιώνονται.
Η Αριστεία όμως σε μια χώρα είναι Κεφάλαιο. Αρτιότερο θα ήταν να πούμε ότι έχει τα χαρακτηριστικά του κεφαλαίου, δηλ. μεταναστεύει όπως ακριβώς και το κεφάλαιο εκεί όπου υπάρχουν συνθήκες να ανθίσει.
Έτσι, από την αρχή της οικονομικής κρίσης, σχεδόν μισο εκατομμυριο νέοι υψηλής εξειδίκευσης και προσόντων, ικανοί και έμπειροι ερευνητές, γιατροί, μηχανικοί έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό, μια τρομακτική φυγή εγκεφάλων, ανθρώπων που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάκαμψη της χώρας μας.
Η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο είναι σήμερα ο πιο σημαντικός στόχος για την Ελλάδα μέσα από την επιβράβευση της αριστείας, των ταλέντων, των ιδιαίτερων δεξιοτήτων στα ελληνικά ιδρύματα Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Το ίδιο και η δικτύωση και σύνδεση των πανεπιστημίων μας με την ελληνική διασπορά της αριστείας δημιουργώντας γέφυρες μεταξύ των ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης, ώστε σε τοπικό επίπεδο να επωφεληθούν από ευκαιρίες που προσφέρονται σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η εθνική μας οικονομία, και κατ΄ επέκταση τα πανεπιστήμια μας, δεν πρόκειται να ανακάμψουν εάν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι αποτελούμε μέρος ενός παγκόσμιου δικτύου. Κάθε χώρα, ακόμα και η πιο ανεπτυγμένη, γνωρίζει ότι για να αναπτυχθεί χρειάζεται να έχει πρόσβαση σε νέες ιδέες, σε νέες γνώσεις και νέες πρακτικές.
Για να γίνει αυτό πρέπει να κάνει πρώτα απ’ όλα χρήση των δικών της παγκόσμιων δικτύων. Η ελληνική διασπορά της αριστείας αποτέλεσε διαχρονικά μοχλό αναγέννησης της χώρας, κι αυτός είναι ο ρόλος που πρέπει να παίξει και σήμερα.
Τέλος, χρειάζεται στρατηγικός σχεδιασμός. Οι θέσεις εργασίας που μπορούν να δημιουργηθούν από τα ερευνητικά προγράμματα, ελληνικά και ευρωπαϊκά, πρέπει απαρεγκλίτως να εντάσσονται σε ένα σχέδιο ανάπτυξης με συγκεκριμένους στόχους, βασιζόμενο σε ανάλυση αναγκών. Οι νησίδες αριστείας απομονωμένων μικρών ομάδων που υπάρχουν στα ελληνικά Πανεπιστήμια είναι ανάγκη να ενώσουν τις δυνάμεις τους.
Για να κρατήσουμε τα λαμπρά μας μυαλά εδώ, τους άριστους, είναι σημαντικό να ενισχυθεί η προσπάθεια των Ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης στην κατεύθυνση της σύνδεσης με την αγορά εργασίας.
Θερμοκοιτίδες επιχειρηματικότητας, υπηρεσίες επαγγελματικού προσανατολισμού και ενίσχυση του ρόλου του Πανεπιστημίου ως φορέα ανάπτυξης σε περιφερειακό επίπεδο πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα.
α άριστα πανεπιστήμια, οι άριστες ιδέες, οι άριστες πράξεις, ο ηρωισμός στη ζωή μας, γιατί αυτό είναι πραγματική αριστεία, ο ηρωισμός στη ζωή μας, ως τάση προόδου και εξέλιξης είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία σήμερα. Το σύνθημα μας «Άμμες δε γ΄ εσσόμεθα πολλώ κάρρονες». Το οφείλουμε στις επόμενες γενιές.