Με δύο ώρες ύπνο στη φωτιά


Από την κορυφή ενός ...

λόφου έξω από το Καπανδρίτι, ο Στέφανος Κολοκούρης κοιτάζει επίμονα την καταστροφή που απλώνεται στα πόδια του. 
Οι κρίσιμες ώρες μπορεί να έχουν περάσει, πρέπει όμως να σιγουρευτεί ότι η φωτιά δεν κρύβεται στις κυρτώσεις της πλαγιάς για να συνεχίσει το έργο της με το επόμενο φύσημα του ανέμου. Ελικόπτερα πραγματοποιούν διαδοχικά ρίψεις νερού σε επίφοβα σημεία ολόγυρα και ο πολύπειρος πυροσβέστης παραμένει στο πόστο του, άυπνος, για τέταρτη ημέρα.
Προτού κληθεί να συνδράμει συναδέλφους του στην πυρκαγιά του Καλάμου Αττικής, ο Στ. Κολοκούρης, διοικητής της 1ης Ειδικής Μονάδας Αντιμετώπισης Καταστροφών του Πυροσβεστικού Σώματος, συμμετείχε με την ομάδα του στην κατάσβεση της φωτιάς στη Ζάκυνθο. Είχε συμπληρώσει σχεδόν δύο ημέρες επιχειρώντας στο νησί του Ιονίου, χωρίς να κλείσει μάτι, όταν του ζητήθηκε να μεταβεί στην Αττική την περασμένη Δευτέρα. 
Η φωτιά στον Κάλαμο δεν είχε αποδυναμωθεί στο αρχικό της στάδιο και διέτρεχε πλέον τα δασικά στρέμματα με μεγάλη ένταση, σχεδόν 24 ώρες μετά την έναρξή της. Οι δυνατοί άνεμοι που άλλαζαν διευθύνσεις, το ανάγλυφο του εδάφους και το συμπαγές πευκόδασος δυσχέραιναν τις προσπάθειες περισσότερων από 200 πυροσβεστών που βρίσκονταν εκείνη την ημέρα στην περιοχή.
Μέρος της έκτασης που κάηκε στον Κάλαμο. (Φωτογραφία: Enri Canaj)
«Είχε μεγάλο πυροθερμικό φορτίο η φωτιά. Οταν έφτανες στα 300 μέτρα από το μέτωπο, η ακτινοβολία σε άγγιζε, σε έκαιγε», λέει ο κ. Κολοκούρης. «Δεν υπήρχαν αντιπυρικές ζώνες για να μπεις μέσα, να προσεγγίσουν τα οχήματα πιο κοντά και να αποκοπεί η πυρκαγιά με μεγαλύτερη ασφάλεια». Αυτές οι ζώνες θα ανοίγονταν στη συνέχεια κατά την εξέλιξη της επιχείρησης κατάσβεσης με σκαπτικά μηχανήματα, σε σημεία όπου κατευθυνόταν το μέτωπο.
Κάθε απόπειρα των επίγειων δυνάμεων όμως να τιθασεύσουν τη φωτιά στον Κάλαμο έκρυβε και κινδύνους, όπως συμβαίνει στις μεγάλες δασικές πυρκαγιές. «Σε κάποια σημεία καταφέρναμε να την αποδυναμώσουμε και έστριβε αλλού. 
Οταν εκτείνονται σε μέτωπα χιλιομέτρων και κινούνται μέσα σε χαράδρες, οι μεγαπυρκαγιές κάνουν στροβιλισμούς και μπορεί να πάρουν τελείως διαφορετική πορεία από αυτή που περιμένεις», εξηγεί ο διοικητής της 1ης ΕΜΑΚ. 
Ενα πυρωμένο κουκουνάρι ή μια καύτρα μπορεί να μεταφέρουν τη φωτιά πίσω από το «ταμπούρι» των πυροσβεστών εγκλωβίζοντάς τους. Πριν από χρόνια, στο Κάτω Σούλι Μαραθώνα, έναν παρόμοιο κίνδυνο είχε αντιμετωπίσει και ο κ. Κολοκούρης. «Από τους καπνούς δεν έβλεπες γύρω σου, σαν να είχε σκεπάσει πυκνή ομίχλη. Τελικά καταφέραμε να διαφύγουμε», λέει.

Η εξάντληση

Ο ίδιος έχει συμπληρώσει 27 χρόνια στην υπηρεσία συμμετέχοντας στην κατάσβεση πολλών δασικών πυρκαγιών στην καριέρα του. Συνολικά 8.495 μόνιμοι πυροσβέστες και 3.938 πενταετούς υποχρέωσης απαρτίζουν τη δύναμη του σώματος σε όλη την Ελλάδα. Φέτος προσλήφθηκαν και 1.289 εποχικοί υπάλληλοι. 
Κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου και ιδιαίτερα τους ξηρούς μήνες του καλοκαιριού, καλούνται να δράσουν υπό αντίξοες συνθήκες, σε πολυήμερες επιχειρήσεις, με τα συνεργεία να δουλεύουν στα μετόπισθεν εντατικά για να αποκαταστήσουν προβλήματα που προκύπτουν σε οχήματα ή να ξεπεράσουν τις συχνές καθυστερήσεις στην προμήθεια ανταλλακτικών. Στο πεδίο δράσης τους πάντως οι πυροσβέστες δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τη φωτιά, αλλά και την εξάντληση.
«Η κούραση, η καταπόνηση είναι μεγάλη. Είναι δύσκολο το καλοκαίρι, αλλά αυτή είναι η δουλειά μας. Συχνά αντιμετωπίζω το εξής πρόβλημα: αν δεν πάρω κάποια από τα μέλη της ομάδας μαζί μου, έχουν γκρίνια γιατί θέλουν να είναι μάχιμοι», λέει ο κ. Κολοκούρης. Αντίστοιχη πορεία αυτές τις ημέρες, από τη Ζάκυνθο στον Κάλαμο, ακολούθησε και ο πυρονόμος Λευτέρης Δημητρόπουλος.
Ο Λαυτέρης Δημητρόπουλος συμμετείχε στην κατάσβεση της φωτιάς στη Ζάκυνθο και από εκεί μετέβη στην Ανατολική Αττική. (Φωτογραφία: Enri Canaj)
Και αυτός μετράει στα δύο δάχτυλα του χεριού τις ώρες ύπνου που κατάφερε να συμπληρώσει. «Ο ύπνος είναι αποσπασματικός», λέει. «Μπορεί να πόδια σου να μην πηγαίνουν, να κουβαλάς κούραση, αλλά πρέπει να βρεις τη δύναμη όταν ακούς ότι κινδυνεύει κάποιος. Κύριο μέλημά μας είναι πρώτα οι ανθρώπινες ζωές και μετά οι περιουσίες. Δώσαμε μάχη όλο το βράδυ κάνοντας τη δουλειά μας». 
Θυμάται ότι την πρώτη του νύχτα στον Κάλαμο χρειάστηκε να επέμβει κοντά στην οδό Μελισσάνθης, όταν από μια αναζωπύρωση κινδύνευσαν κατοικίες. Υπήρχαν μέσα άνθρωποι που δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τις περιουσίες τους.
Η συμπεριφορά των πολιτών πάντως στην πυρκαγιά του Καλάμου –μια από τις μεγαλύτερες του φετινού καλοκαιριού στην Ελλάδα– ξάφνιασε όλους τους πυροσβέστες που μίλησαν στην «Κ». Στην πρώτη φάση της φωτιάς, στο Μετόχι, κατά τη διάρκεια της κατάσβεσης περιφέρονταν οχήματα ιδιωτών που ζητούσαν από τις δυνάμεις να τρέξουν σε μέρη που ήθελαν να υποδείξουν. 
Ωστόσο τις επόμενες ώρες και ημέρες, όλο και περισσότερες οικογένειες τους έφερναν τρόφιμα και νερά. «Δεν έχω ξαναδεί τόσα πολλά άτομα να μας βοηθούν. Ηταν συγκινητικό», λέει ο κ. Κολοκούρης.

Ο φόβος

Οσο μιλάμε με τους πυροσβέστες, σε αυτό το ύψωμα έξω από το Καπανδρίτι ο άνεμος μεταφέρει τη μυρωδιά του καμένου πεύκου. Το κράνος, τα γάντια και το καπέλο του κ. Δημητρόπουλου έχουν μαυρίσει από την κάπνα των περασμένων ημερών. 
Ο διοικητής του μας εξηγεί ότι στο κρίσιμο στάδιο, αφού είχε τεθεί υπό έλεγχο η φωτιά και δεν υπήρχαν πλέον ενεργά μέτωπα, προσπαθούσαν να οριοθετήσουν τις καμένες εκτάσεις με διαβροχές. «Υπάρχουν καύτρες που μπορεί να κάνουν κηλιδώσεις (σ.σ.: έτσι ονομάζεται η μεταφορά καύσιμης ύλης σε μεγάλες αποστάσεις από τον άνεμο) και να ξεφυτρώσει φωτιά σε σημείο που πριν ήταν ανέγγιχτο», λέει.
Η μεγαλύτερη αγωνία του, προσθέτει, είναι να ξεφύγει μια φωτιά και να υπάρξουν θύματα. «Με τρομάζει αυτή η ιδέα», τονίζει και εκφράζει την ικανοποίησή του που στον Κάλαμο δεν υπήρξαν σοβαρά τραυματίες. «Δεν το κρύβω, φοβάμαι και για τη ζωή μου, αλλά η εμπειρία και η γνώση που έχεις συγκεντρώσει όλα αυτά τα χρόνια κρατάνε τον φόβο σε σωστά επίπεδα», λέει.
Ο συνάδελφός του Λευτέρης Δημητρόπουλος έχει συμπληρώσει δύο δεκαετίες στην Πυροσβεστική. Και αυτός μοιράζεται τις ίδιες αγωνίες. «Οποιος πει ότι δεν φοβάται είναι επικίνδυνος. Ο φόβος υπάρχει σε όλους, απλά μαθαίνεις να τον διαχειρίζεσαι».

Μάχη με τον χρόνο στα μετόπισθεν

Ολοι οι πυροσβέστες που μίλησαν στην «Κ» στο σημείο της φωτιάς στον Κάλαμο δεν αναφέρθηκαν σε περιπτώσεις ελλείψεων υλικού ή εξοπλισμού. Οπως τόνισαν, τη στιγμή που δουλεύουν θέλουν το μυαλό τους να είναι επικεντρωμένο στον στόχο τους και στο επιχειρησιακό κομμάτι και όχι σε άλλα ζητήματα.
Στα μετόπισθεν πάντως, παράλληλα με τη δράση των επίγειων μονάδων στις πυρκαγιές, τη δική τους μάχη με τον χρόνο και τη γραφειοκρατία δίνουν τα συνεργεία αποκατάστασης βλαβών στα οχήματα. Εργαζόμενοι στα συνεργεία του πυροσβεστικού σώματος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη περιέγραψαν στην «Κ» τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Εξήγησαν ότι δεν υπάρχουν αποθέματα ανταλλακτικών στις αποθήκες και πως σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούν εξαρτήματα από οχήματα που οδεύουν προς απόσυρση για να καλύψουν όσα κενά προκύπτουν. Ακόμη, όπως λένε, αναγκάζονται να χρεωθούν οι ίδιοι κάποια ανταλλακτικά σε προμηθευτές μέχρι να ολοκληρωθεί η χρονοβόρα διαδικασία της έγκρισης του προϋπολογισμού, ενώ κάποια οχήματα χρονίζουν ώσπου να αποκατασταθούν οι βλάβες.
«Τα αυτοκίνητα ύστερα από κάθε φωτιά θα βγάλουν προβλήματα. Πρόσφατα ήρθε σε εμάς ένα όχημα που συμμετείχε σε πυρκαγιές και θέλει νέους δίσκους φρένων και τακάκια. Χρειάζομαι τα ανταλλακτικά άμεσα για να φτιαχτεί και να σταλεί ξανά σε κάποια φωτιά», ανέφερε εργαζόμενος σε συνεργείο της Αθήνας. 
«Η διαδικασία της προμήθειας ανταλλακτικού μπορεί να διαρκέσει μέχρι και τρεις ή τέσσερις μήνες, αναλόγως το κόστος και το είδος του εξαρτήματος (πρέπει να ληφθούν προσφορές από προμηθευτές και να επιλεγεί στο τέλος η πιο φθηνή). Κάνουμε όμως τα πάντα. Τα αυτοκίνητα είναι τα εργαλεία μας και εάν χρειαστεί θα βάλουμε χρήματα από την τσέπη μας», προσθέτει συνάδελφός του από τη Θεσσαλονίκη.
«Αρκετά πυροσβεστικά είναι καταπονημένα και σε δυο - τρεις μεγάλες φωτιές θα είναι δύσκολο να αντεπεξέλθουν», λέει ο Δημήτρης Σταθόπουλος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Πυροσβεστικής, ο στόλος του σώματος σε όλη την Ελλάδα αποτελείται από 1.857 υδροφόρα οχήματα, 1.104 βοηθητικά και 230 ειδικά οχήματα.
«Γίνεται υπερπροσπάθεια από όλους. Το δικό μου υπηρεσιακό αυτοκίνητο το συντηρώ εγώ, γιατί εάν το στείλω στο συνεργείο ρισκάρω να μείνει καιρό εκεί», αναφέρει στην «Κ» πυροσβέστης από μονάδα της Βόρειας Ελλάδας, με πολυετή εμπειρία στο σώμα. Οπως προσθέτει σχετικά με τον εξοπλισμό, το προσωπικό έχει πολλά χρόνια να προμηθευθεί αρβύλες από την υπηρεσία και ο κάθε πυροσβέστης αναλαμβάνει το κόστος της αγοράς.
Το ζήτημα των οχημάτων πάντως είναι για τον ίδιο ένα από τα πιο σημαντικά. «Η στρατηγική της Πυροσβεστικής είναι η άμεση προσβολή της πυρκαγιάς», λέει. «Εάν λείπουν αυτοκίνητα επειδή κάποια είναι στο συνεργείο και ορισμένα συνδράμουν σε άλλη περιοχή, μειώνεται η δύναμη και σε περίπτωση ανάγκης μια υπηρεσία μπορεί να μην είναι άμεσα ετοιμοπόλεμη».
Έντυπη