Ελάφρυνση χρέους από το 2030!


Άσκηση για την ...
Ανάλυση Βιωσιμότητας του Χρέους, που είναι απαραίτητη για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αποτελούν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνσή του, που έχουν επεξεργαστεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) και προωθεί η ευρωζώνη. 

Σύμφωνα με αυτά, η ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους θα είναι σταδιακή, θα ξεκινήσει από το 2030 και θα ολοκληρωθεί το 2060. Το δε ύψος της θα εξαρτηθεί από την πορεία των επιτοκίων.

Η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη και είναι στο πλαίσιο των αποφάσεων του Eurogroup του περασμένου Μαΐου, που προβλέπει βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους. 

Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, το ελληνικό χρέος είναι εξυπηρετήσιμο, αφού η δαπάνη για την εξυπηρέτησή του δεν ξεπερνά το 15% του ΑΕΠ. Οι πιστωτές πλέον έχουν εγκαταλείψει το ύψος του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ (με το οποίο η Ελλάδα μπήκε στο Μνημόνιο) ως κριτήριο βιωσιμότητας και έχουν υιοθετήσει το κόστος εξυπηρέτησης ως ποσοστό του ΑΕΠ, το οποίο θα πρέπει να διαμορφώνεται αρχικά κάτω από 15% και στη συνέχεια κάτω από 20% του ΑΕΠ.

Ωστόσο, θα πρέπει να πειστεί το ΔΝΤ ότι το χρέος είναι βιώσιμο σε βάθος χρόνου για να παραμείνει στο πρόγραμμα, όπως επιθυμούν οι Ευρωπαίοι. Στο πλαίσιο αυτό θα είναι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, τα οποία σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Handelsblatt», ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ θα παρουσιάσει στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης, και τα οποία αφορούν κυρίως την παράταση κατά τέσσερα έτη κατά μέσο όρο της περιόδου αποπληρωμής των δανείων που είχαν δοθεί από τον παλαιό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθεροποίησης (EFSF) και τη μετατροπή από κυμαινόμενο σε σταθερό των επιτοκίων ομολόγων ύψους 42 δισ. ευρώ.

Με βάση αυτά, το όφελος για την Ελλάδα από την ελάφρυνση του χρέους υπολογίζεται ότι θα φθάσει στις 21,8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ ή σε περίπου 40 δισ. ευρώ το 2060. Ομως, η ελάφρυνση θα είναι σταδιακή και ξεκινά από το 2030. Μέχρι το 2030, θα υπάρχει μικρή επιβάρυνση, όπως έχει επισημάνει και ο Κλάους Ρέγκλινγκ, η οποία θα προέλθει από τη μετατροπή των σημερινών χαμηλών κυμαινόμενων επιτοκίων από τα επίπεδα του 0,2% σε ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα του 1,2%-1,5% των σταθερών. 

Πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα επιτόκια του ευρώ στη διατραπεζική αγορά έχουν ανέβει περί το 0,5%, καθώς οι αγορές προεξοφλούν άνοδο των αμερικανικών επιτοκίων.

Ωστόσο, τα οφέλη από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος είναι σημαντικότερα στο κόστος δανεισμού τόσο του Ελληνικού Δημοσίου όσο και των τραπεζών και των επιχειρήσεων. Κατ' αρχάς η εφαρμογή τους και η αποδοχή από το ΔΝΤ ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο λύνει τα χέρια της ΕΚΤ για να προχωρήσει στην ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Ηδη οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει τις τελευταίες ημέρες σε χαμηλά ετών, καθώς οι αγορές προεξοφλούν την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης κατά τουλάχιστον δύο βαθμίδες.

Συγκεκριμένα, οι αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων διαμορφώνονταν την Παρασκευή στο 6,6% από 7% στο τέλος της περασμένης εβδομάδας και άνω του 8% στις αρχές Νοεμβρίου. Στη διάρκεια της εβδομάδας κινήθηκε ακόμη και κάτω από το 6,5%, επίπεδο, που είναι το χαμηλότερο από τον Οκτώβριο του 2014.

Αν επιβεβαιωθεί η πτωτική τάση, τότε ενδεχόμενη έξοδος του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές εκτιμάται ότι θα οδηγήσει τα επιτόκιο σε χαμηλότερο επίπεδο. Τραπεζικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η έξοδος του Δημοσίου στις αγορές δεν έχει νόημα όσον αφορά το χρέος, αφού το Δημόσιο θα δανειστεί με υψηλότερα επιτόκια από αυτά που μας δανείζουν οι πιστωτές, αλλά θα συμβάλει στη διαμόρφωση επιτοκίων αναφοράς ώστε να μπορεί να προσδιοριστεί το κόστος δανεισμού τραπεζών και επιχειρήσεων. Δηλαδή θα διευκολύνει τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις να αντλήσουν κεφάλαια από την αγορά με σημαντικά χαμηλότερο κόστος.