Στις αρχές Δεκεμβρίου ...
(κατ’ ορισμένες πηγές, μεταξύ 4 και 6 του μηνός) ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλ. Τσίπρας και ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα συναντηθούν σε ουδέτερη τοποθεσία, η οποία μένει να καθοριστεί, προκειμένου να προσπαθήσουν να εντοπίσουν κοινά σημεία που θα επιτρέψουν τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό.
Πάντως, το κλίμα έχει εκ των πραγμάτων επιβαρυνθεί, καθώς ο κ. Ερντογάν προχώρησε σε νέα αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης, ενώ κατά πληροφορίες από τη Λευκωσία «κρύβεται» πίσω από τη σκληρή γραμμή που ακολούθησε στο Μον Πελερέν ο Τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Μ. Ακιντζί.
Οι δύο κυβερνήσεις βρίσκονται σε ανοιχτή επικοινωνία για τον τελικό καθορισμό του ραντεβού. Κυβερνητικές πηγές σχολίαζαν ότι υπάρχει, τόσο από την ελληνική όσο και από την τουρκική πλευρά, θετική διάθεση για την πραγματοποίηση μιας τέτοιας συνάντησης.
Η διακοπή των συνομιλιών στο Μον Πελερέν της Ελβετίας ανάμεσα στον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Ν. Αναστασιάδη και τον κ. Ακιντζί και η επιστροφή τους στην Κύπρο, προκειμένου να μελετηθούν τα επόμενα βήματα, δεν προκαλεί ικανοποίηση στην Αθήνα, η οποία, ωστόσο, εκτιμά ότι υπάρχουν ακόμη αρκετά περιθώρια για να υπάρξει κάποιου είδους επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η συγκεκριμένη πρόθεση ίσως είναι αυτή τη στιγμή η μόνη δημόσια εκπεφρασμένη άποψη, τόσο από την Αθήνα όσο και από την Αγκυρα, που καλλιεργεί την αισιοδοξία ότι υπάρχει περιθώριο για επιστροφή σε επί της ουσίας διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό.
Την ελληνική πρόθεση και στήριξη στη διαδικασία της διαπραγματευτικής διαδικασίας γνωστοποίησε χθες ο υπουργός Εξωτερικών κ. Ν. Κοτζιάς τηλεφωνικώς προς τον κ. Εσπεν Μπαρθ Εϊντε, ειδικό απεσταλμένο του γ.γ. του ΟΗΕ για το Κυπριακό. Συγκεκριμένα, του είπε ότι η Ελλάδα στηρίζει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού και τάσσεται υπέρ της συνέχισης των διαπραγματεύσεων.
Επί της ουσίας, η ελληνική πλευρά έχει θέσει δύο προϋποθέσεις για τη συμμετοχή σε πολυμερή διάσκεψη για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις. Πρώτον, την προηγούμενη συμφωνία των κ. Αναστασιάδη και Ακιντζί για εδαφικό-περιουσιακό και, δεύτερον, τη συνεννόηση ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, ώστε η πολυμερής να λειτουργήσει εν πολλοίς επικυρωτικά επί ενός σχεδίου διευθέτησης των υφιστάμενων διαφορών.
Οι αισιόδοξοι εκτιμούν ότι η συνάντηση των κ. Ερντογάν και Τσίπρα ίσως, τελικά, «ξεκλειδώσει» κάποια προβλήματα, τα οποία εκ των πραγμάτων οι κ. Αναστασιάδης και Ακιντζί ήταν αδύνατον να θίξουν σε αυτό το στάδιο στο Μον Πελερέν.
Προφανώς, ορισμένες από τις λεπτομέρειες που αφορούν και το εδαφικό αγγίζουν πτυχές του συστήματος των εγγυήσεων που οι δύο Κύπριοι ηγέτες δεν μπορούν να εξετάσουν, κάτι που εκ των πραγμάτων προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη σημασία στο ραντεβού Τσίπρα - Ερντογάν. Από μια λιγότερο αισιόδοξη οπτική γωνία, είναι σαφές ότι πιθανή αποτυχία της συνάντησης Τσίπρα - Ερντογάν απλώς θα οδηγήσει σε οριστικό ναυάγιο τις γενικότερες διαπραγματεύσεις.
Καθοριστικός παράγοντας για τις εξελίξεις από σήμερα μέχρι και την ημέρα συνάντησης των δύο ηγετών θα είναι οι πιέσεις των διεθνών παραγόντων που επιθυμούν επίλυση του Κυπριακού. Εχει εκ των πραγμάτων αποδειχθεί ότι –ιδιαίτερα μετά τις 15 Ιουλίου– οι αντιδράσεις του κ. Ερντογάν είναι εντελώς αστάθμητες και σε κάθε περίπτωση συνδέονται περισσότερο με την προσωπική ατζέντα του και λιγότερο με την ευρύτερη πολιτική των συμμάχων του.
Ως εκ τούτου και με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, δεν είναι διόλου σαφές αν οι διεθνείς πιέσεις μπορεί να έχουν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα.