Ο Τραμπ φοβίζει και τις αγορές


Ενδεχόμενη νίκη ...

του Ντόναλντ Τραμπ θα προκαλέσει αναταραχή στις διεθνείς αγορές και η παγκόσμια οικονομία θα εισέλθει σε μια περίοδο αβεβαιότητας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. 
Αυτή είναι η επικρατούσα άποψη σε διεθνείς χρηματιστηριακούς και επενδυτικούς κύκλους, που εκτιμούν ότι μόνον εάν, υπό την πίεση του κομματικού μηχανισμού, ο Τραμπ κινηθεί σταδιακά προς μια πιο ορθολογική στάση, θα αποφευχθούν τα χειρότερα.
«Είναι βέβαιο πως αν κερδίσει ο Τραμπ θα υπάρξει μεταβλητότητα στις αγορές, ειδικότερα από το γεγονός ότι δεν έχει πραγματικά παρουσιάσει ένα συνεκτικό οικονομικό πρόγραμμα, αλλά και από τη συνήθειά του να εκστομίζει αυθόρμητα ό,τι σκέπτεται. Ενδεχόμενη εκλογή του θα προκαλέσει ανεπιθύμητες αντιδράσεις στην οικονομία», τονίζει στην «Κ» ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF) –της ένωσης των τραπεζών του κόσμου– Χανγκ Τραν, και προσθέτει: «Το ερώτημα είναι αν η αναταραχή αυτή θα υποχωρήσει σχετικά γρήγορα ή όχι, και αυτό εξαρτάται από το εάν θα σχηματίσει άμεσα μια ομάδα που θα χαράξει πιο ορθολογικές πολιτικές. Αν το κάνει, οι αγορές θα αρχίσουν να συνηθίζουν και να συμβιώνουν με τη νέα κατάσταση. Αν δεν το κάνει, τότε οι αγορές δεν θα ηρεμήσουν».
Ο πρώην εκπρόσωπος των ΗΠΑ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ντάγκλας Ρέντικερ, επισημαίνει στην «Κ» ότι «ενδεχόμενη εκλογή του Τραμπ θα έφερνε μεγάλη αβεβαιότητα, και με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη οικονομία και η μόνη υπερδύναμη του κόσμου, ένα κλίμα αβεβαιότητας εδώ, θα μπορούσε να δημιουργήσει σύννεφα πάνω από ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας». 
Εξηγεί, δε, ότι όσο το εκλογικό σκηνικό στις ΗΠΑ παραμένει αβέβαιο, οι αγορές και οι επενδυτές που «μισούν την αβεβαιότητα» θα παίρνουν μέτρα μέχρι να κλείσουν οι κάλπες και να γνωστοποιηθούν τα τελικά αποτελέσματα.
«Η εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ είναι ένα ακόμη παράδειγμα της ασυνήθιστης αβεβαιότητας που βιώνει η διεθνής οικονομία», σημειώνει μια από τις σημαντικότερες οικονομικές φωνές παγκοσμίως, ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν, επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της Allianz. 
Το αξιοπερίεργο είναι ότι όλα αυτά θα συμβούν εάν επικρατήσει ο δεξιός μεγιστάνας και θεωρητικά «φίλα προσκείμενος» προς το κεφάλαιο, και όχι η κεντρώα Χίλαρι Κλίντον που έχει δεσμευθεί να αυξήσει τους φόρους στους πιο εύπορους. 
«Είναι σαφές ότι εάν κερδίσει η Κλίντον ο βαθμός της αβεβαιότητας θα είναι μικρότερος», λέει ο Τραν, ενώ ο Ρέντικερ συμπληρώνει: «Μια προεδρία Κλίντον θα αντανακλούσε σε μεγάλο βαθμό ένα φιλικό για την Ευρώπη αποτέλεσμα, με μεγαλύτερη προβλεψιμότητα, συνέχεια και συνέπεια σε σχέση με τις υφιστάμενες πρακτικές».
Προς το παρόν, η μεγαλύτερη ανησυχία αφορά στο εμπόριο. «Σε μια προσπάθεια να συσπειρώσουν την εκλογική τους βάση, οι δύο υποψήφιοι έχουν υιοθετήσει μια ρητορική κατά του ελεύθερου εμπορίου», λέει ο Ελ Εριάν, και σημειώνει ότι αυτό έχει λάβει «πολύ πιο ακραία μορφή στην περίπτωση του Τραμπ που, πέρα από τις αμφιβολίες που εγείρει για τις συμφωνίες ΤΤΙΡ (ΗΠΑ-Ε.Ε.) και TPP (ΗΠΑ-Ασία), απειλεί να επιβάλει βαρείς δασμούς στην Κίνα και το Μεξικό, διακινδυνεύοντας έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο».
«Εάν κερδίσει ο Τραμπ μέχρι να διευκρινιστεί τι ακριβώς προτίθεται να κάνει, το παγκόσμιο εμπόριο θα πληγεί, δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο τις προοπτικές ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας», λέει ο επικεφαλής της ένωσης των μεγαλύτερων τραπεζών του κόσμου, ο οποίος υπενθυμίζει σε όσους σπεύδουν να προβλέψουν νίκη της Κλίντον, ότι «αυτή είναι μια πολύ παράξενη χρονιά, όπου πολλές προσδοκίες αποδείχθηκαν αβάσιμες, από την περίπτωση του Brexit μέχρι ακόμη και το δημοψήφισμα για τη συμφωνία ειρήνης στην Κολομβία, όπου πάλι όλοι έπεσαν έξω».
Ολοι συμφωνούν ότι οι εκλογές στις ΗΠΑ έχουν επισκιάσει όλα τα άλλα σημαντικά ζητήματα, όπως είναι, σύμφωνα με τον Ρέντικερ, οι ανησυχίες «για την κινεζική ανάπτυξη και τις μεταρρυθμίσεις, τον οικονομικό
μετασχηματισμό της Σαουδικής Αραβίας και τις επιπτώσεις στις τιμές του πετρελαίου, τις συνέπειες της πολιτικής των αρνητικών επιτοκίων, και την κρίση στην Ελλάδα».