Η διπλωματική «ντριμ τιμ» και η δική της Ελλάδα


Είναι οι εκπρόσωποι ...

πέντε σημαντικών χωρών στην Αθήνα. Η διπλωματική «ντριμ τιμ». Σε δύσκολες συνθήκες επιτελούν το έργο τους αποτελεσματικά. Χαίρουν εκτίμησης στην Αθήνα, αλλά και στις πρωτεύουσές τους. 
Οι πρεσβείες τους είναι αναβαθμισμένες τα τελευταία χρόνια λόγω των εξελίξεων. Με την Ελλάδα να βρίσκεται στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος –από την οικονομική κρίση έως το προσφυγικό– καλούνται να αφουγκραστούν τα κοινωνικά ρεύματα, να προβλέψουν τις πολιτικές τάσεις, αλλά, κυρίως, να λειτουργήσουν ως «γέφυρες» επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης. Δεν εργάζονται μόνο για την καλύτερη δυνατή προβολή της χώρας τους στην Ελλάδα.
Εχουν έναν αμφίδρομο ρόλο, καθώς ταυτόχρονα προσπαθούν να εξηγήσουν τις ελληνικές ιδιαιτερότητες στις κυβερνήσεις τους. Δεν είναι απλό να παρουσιάσεις τον τρόπο σκέψης, τη συμπεριφορά, τις αντιδράσεις των Ελλήνων, πολιτικών και πολιτών, στους γραφειοκράτες σημαντικών ευρωπαϊκών χωρών, με πολύ διαφορετικές αφετηρίες και στοχεύσεις, ή άλλων χωρών της περιφέρειας που έχουν πολυσύνθετες σχέσεις με τη χώρα μας, όπως είναι η Τουρκία και το Ισραήλ.
Διαφορετικοί χαρακτήρες, διαφορετικές διαδρομές. Ωστόσο, έχουν ένα κοινό. Ολοι δηλώνουν, και το εννοούν, «ερωτευμένοι» με την Ελλάδα. Αν και οι σχέσεις με αυτές τις πέντε σημαντικές χώρες δεν καθορίζονταν από τα συναισθήματα που τρέφουν οι πρέσβεις τους για τη χώρα μας, η προσωπική τους στάση αναπόφευκτα δίνει τον τόνο και επηρεάζει καθοριστικά. Αλλά ποιοι είναι ως άνθρωποι, πώς νιώθουν που υπηρετούν στην Αθήνα, τι λένε στις κυβερνήσεις τους για την Ελλάδα, πώς τους αντιμετωπίζουν οι Ελληνες, ποια μέρη τούς αρέσουν;
Τζον Κίτμερ, Μεγάλη Βρετανία : «Είμαι βαθιά ερωτευμένος με την Ελλάδα»
Λάτρης της Ελλάδας από μικρός, έχει κάνει κλασικές σπουδές σε Οξφόρδη και Κέμπριτζ και μιλάει άπταιστα Ελληνικά. Ο Τζον Κίτμερ έχει ταξιδέψει σε όλη την Ελλάδα, όχι μόνο στα τέσσερα χρόνια της θητείας του, αλλά και τα τελευταία... τριάντα πέντε. Εχει βρεθεί σε περισσότερα από 30 νησιά. «Ιθάκη και Αστυπάλαια, αυτά τα δύο μέρη είναι εκπληκτικά, θα έλεγα είναι το απόσταγμα της Ελλάδας», λέει με τα εκπληκτικά Ελληνικά του. «Είμαι βαθιά ερωτευμένος με την Ελλάδα.
Εχω ανέβει στην κορυφή του Ολύμπου, στον Ταΰγετο, στον Αθω», λέει και δεν κρύβει τη λύπη του για το γεγονός ότι η θητεία του ολοκληρώνεται σε λίγους μήνες. «Είστε ένας απίστευτος λαός, εξαιρετικά φιλόξενος, παρά τις δυσκολίες των τελευταίων ετών».
Αναφέρεται στα δυόμισι εκατομμύρια Βρετανούς τουρίστες που έρχονται στην Ελλάδα κάθε χρόνο και όταν φεύγουν παίρνουν μαζί τους άπλετη αγάπη για την Ελλάδα, ενώ περιγράφει ως πυλώνα των διμερών σχέσεων τον μεγάλο αριθμό Ελλήνων που ζουν, σπουδάζουν ή εργάζονται στη Βρετανία.
Στα πολλά που συνδέουν τις δύο χώρες είναι και ο αθλητισμός. Κυρίως το πάθος των Ελλήνων για το αγγλικό ποδόσφαιρο. «Πριν από δύο χρόνια με σταμάτησε ένα πεντάχρονο παιδί σε μια αρχαιολογική εκδρομή στο Αργος. Θα ήταν πέντε ετών. Μόλις κατάλαβε ποιος είμαι, ήρθε και με ρώτησε: “Κύριε, κύριε, τι ομάδα είσαι; Τότεναμ ή Αρσεναλ;”. Ηταν τόσο γλυκό».
Οι διμερείς σχέσεις δεν έχουν υποστεί τις τριβές που παρατηρούνται με άλλες χώρες, καθώς η Βρετανία δεν είναι μέλος της ευρωζώνης. Είναι, όμως, βαθιές και θα συνεχίσουν παρά το Brexit, για το οποίο, τονίζει με νόημα, ότι δεν θα υπάρξουν πισωγυρίσματα.
Ως πρέσβης της Βρετανίας στην Αθήνα το 2016, ο Τζον Κίτμερ είχε την ιδιαιτερότητα να ζήσει και να κληθεί να «εξηγήσει» δύο μείζονος σημασίας δημοψηφίσματα για την Ευρώπη. «Στη δική μας περίπτωση είμαστε ξεκάθαροι, Brexit σημαίνει Brexit.
Η μεγαλύτερη δημοκρατική ψηφοφορία που είχαμε ποτέ, τόσο σε ό,τι αφορά την ουσία όσο και τον αριθμό των πολιτών που συμμετείχαν, έδωσε ένα ξεκάθαρο αποτέλεσμα και έτσι είναι απόλυτα σαφές ότι θα φύγουμε από την Ε.Ε.». Σπεύδει, ωστόσο, να ξεκαθαρίσει ότι «αυτό που σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να συμβεί είναι να αφήσουμε την Ευρώπη».
Η χώρα του θα παραμείνει πολύ στενά συνδεδεμένη με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά σε διαφορετική βάση, που θα είναι προϊόν διαπραγματεύσεων. Και το δικό μας δημοψήφισμα, του Ιουλίου του ’15; «Η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα το 2015 ήταν εξαιρετικά περίπλοκη. Είναι κάτι που αρέσει σ’ εμάς τους διπλωμάτες. Να προσπαθούμε να αναλύσουμε και να εξηγήσουμε καταστάσεις που εκ πρώτης όψεως δείχνουν τόσο περίπλοκες που κανείς δεν τις κατανοεί. Εξηγούσα στο Λονδίνο ότι ο λαός σας προσπαθούσε να αποφασίσει για διαφορετικά θέματα που όμως συνδέονταν μεταξύ τους. Ποια θα είναι η κυβέρνησή του, ποια θα είναι η σχέση του με τους διεθνείς πιστωτές, αλλά και με την Ευρώπη. Ηταν ένα πολύπλοκο παζλ». Χαμογελάει και, συνδυάζοντας την αφοπλιστική ειλικρίνεια με τη διπλωματική ευγένεια, συμπληρώνει: «Θα έλεγα ότι ζήσαμε τη δημοκρατία στην πράξη».
Ιρίτ Μπεν Αμπα, Ισραήλ : «Η Ελλάδα είναι Ελλάδα, μου θυμίζει εμάς»
Εφτασε στην Αθήνα πριν από δύο ακριβώς χρόνια, επί κυβέρνησης Σαμαρά που είχε εργαστεί για τις ελληνοϊσραηλινές σχέσεις. Πριν από την εκλογή Τσίπρα υπήρχε αβεβαιότητα για τις προθέσεις του, με δεδομένες τις θέσεις που εξέφραζε κατά το παρελθόν, αλλά «πολύ σύντομα ανακάλυψα με ικανοποίηση ότι ο νέος πρωθυπουργός ήταν αποφασισμένος όχι απλώς να συνεχίσει, αλλά και να εμβαθύνει ακόμη περισσότερο τη σχέση».
Δεν κρύβει τη λύπη της για το γεγονός ότι για δεκαετίες οι σχέσεις του Ισραήλ με την Ελλάδα δεν ήταν πολύ φιλικές και τώρα που τα πράγματα έχουν αλλάξει, «θέλουμε να κάνουμε πολλά, σαν να ξεκινάμε από την αρχή, στην οικονομική συνεργασία, στον ακαδημαϊκό κόσμο, στον πολιτισμό, δεν υπάρχουν όρια».
Συχνά εισπράττει έναν σκεπτικισμό έναντι του Ισραήλ. «Εξηγώ ότι η χώρα μου δεν είναι μόνο το Παλαιστινιακό. Ναι, έχουμε δυσκολίες με τους γείτονές μας, ναι, πολλοί διαφωνούν με τις πολιτικές του Ισραήλ, αλλά υπάρχει μια ολόκληρη κοινωνία που θέλει να έρθει πιο κοντά, να γνωριστεί, να συνεργαστεί. Ο σκεπτικισμός υποχωρεί, αν και συναντώ ακόμη Ελληνες που έχουν αντιισραηλινές απόψεις, που συχνά είναι και αντισημιτικές. Πολλοί δεν διαφοροποιούν αυτά τα δύο».
Μιλάει με θέρμη για τα οφέλη επισκέψεων νέων ανθρώπων στην άλλη χώρα. Ακόμη και από τις πολιτικές νεολαίες. «Οι νεολαίοι του ΣΥΡΙΖΑ να έρθουν να συναντηθούν με τους νέους του Εργατικού κόμματος και όχι μόνο. Θα καταλάβουν πολλά. Θα έχουν πιο σφαιρική εικόνα». Στην Ιρίτ Μπεν Αμπα αρέσει κυρίως η βόρεια Ελλάδα.
Απολαμβάνει το περπάτημα στα μονοπάτια. «Αγαπώ την Ηπειρο, ειδικά τα Ζαγοροχώρια. Και την Ευρυτανία, το Καρπενήσι. Αλλά και όλο το τόξο μέχρι τη Θεσσαλονίκη, από την Καστοριά, τα Μετέωρα, τη Βέροια.
«Για μας η Θεσσαλονίκη έχει μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας. Οποτε την επισκέπτομαι, πάντα σκέφτομαι πώς θα ήταν η πόλη πριν από αιώνες όταν η πλειονότητα των κατοίκων της ήταν Εβραίοι. Νιώθω μια αίσθηση πικρίας αλλά και χαράς. Ο δήμαρχος, ο κ. Μπουτάρης, κάνει εξαιρετικά πράγματα για την πόλη, την αναγέννηση της ιστορίας της, συμπεριλαμβανομένης και της εβραϊκής της ιστορίας. Είναι κάτι που εκτιμώ πολύ».
Τι λέει πίσω στην κυβέρνησή της για τη χώρα μας; «Η Ελλάδα είναι Ελλάδα. Ο λαός έχει μια αίσθηση μοναδικότητας. Μου θυμίζει εμάς. Υπάρχει το βάρος της Ιστορίας, οι παραδόσεις, ο ρόλος της θρησκείας. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω στην πολιτική ηγεσία στην Ιερουσαλήμ γιατί η Ελλάδα είναι σημαντική χώρα. Τα πάντα έχουν αλλάξει. Ο πρόεδρος, ο πρωθυπουργός, όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί αναγνωρίζουν τη σημασία της Ελλάδας για το Ισραήλ. Κανείς δεν έχει δεύτερες σκέψεις. Υπό αυτή την έννοια η δουλειά μου είναι σχετικά εύκολη».
Κριστόφ Σαντεπί, Γαλλία : «Στην Ελλάδα όλοι θέλουν να κεράσουν»
Επεσε από την πρώτη στιγμή «στα βαθιά». Μόλις λίγες ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο πρόεδρος Ολάντ πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα, που ενίσχυσε το πολιτικό και επικοινωνιακό φλερτ των δύο ηγετών.
Το έργο του Κριστόφ Σαντεπί διευκολύνει η παραδοσιακά στενή σχέση Ελλάδας-Γαλλίας, που υπερβαίνει πρόσωπα και κυβερνήσεις. Στη δύσκολη αυτή περίοδο του μνημονίου, η Γαλλία, πέρα από την κλασική διπλωματική δράση, έχει αναλάβει έναν ρόλο γέφυρας μεταξύ πιστωτών και Ελλάδας.
«Δεν είμαστε ως χώρα ένας από τους εταίρους της διαπραγμάτευσης, ωστόσο διαδραματίζουμε ρόλο στην προσπάθεια υπέρβασης δυσκολιών και ανεύρεσης λύσεων», τονίζει ο Γάλλος πρέσβης και αναφέρει το παράδειγμα του ζητήματος της πρώτης κατοικίας. «Η πρεσβεία έπαιξε σημαντικό ρόλο. Εξηγήσαμε στο Παρίσι ότι το συγκεκριμένο ζήτημα είναι ιδιαίτερα σοβαρό για την Ελλάδα, διότι πάνω από το 85% του πληθυσμού είναι ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας. Και αυτό αποτελεί τον έναν από τους κύριους πυλώνες στους οποίους στηρίζεται η ελληνική κοινωνία, καθώς σε πολλούς ανθρώπους εδώ το ότι έχουν ένα σπίτι τούς δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας που είναι πολύ σημαντικό σε αυτή την περίοδο βαθιάς κρίσης. Επρόκειτο για ένα ζήτημα όχι τεχνικής φύσης, αλλά κοινωνικής».
Ο ρόλος της πρεσβείας είναι να αφουγκράζεται τα κοινωνικά δεδομένα στη χώρα στην οποία βρίσκεται και να μεταφέρει μια πλήρη εικόνα στην κυβέρνησή της, λέει ο κ. Σαντεπί. Ισχυρίζεται ότι, καθώς βρίσκεται στη χώρα μόλις έναν χρόνο και λόγω του υπερβολικού φόρτου εργασίας, δεν είχε την ευκαιρία να ταξιδέψει πολύ.
Εκθειάζει την ελληνική κουζίνα και υπογραμμίζει ότι δεν είναι μόνο ο μουσακάς, το σουβλάκι και το ούζο, αλλά υπάρχουν και πολλά άλλα ξεχωριστά πιάτα. «Συχνά ανακαλύπτεις μια χώρα μέσα από τις γεύσεις», λέει, και ταυτόχρονα καταθέτει την ευχάριστη έκπληξή του για μια ελληνική ιδιαιτερότητα: «Σε αντίθεση με άλλες κουλτούρες, όπου οι άνθρωποι διαιρούν τον λογαριασμό, στην Ελλάδα όλοι θέλουν να κεράσουν». Αυτό που τον γοητεύει πέρα από το τοπίο, «είναι οι ίδιοι οι Ελληνες που είναι ευγενικοί και αποδεικνύουν στην πράξη την έννοια της φιλοξενίας».
Ο κ. Σαντεπί δεν είναι διπλωμάτης καριέρας. Ηταν μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας της Γαλλίας. Εκεί είχε εργαστεί για λίγο ως βοηθός, το 1976, και ο γαλλομαθής Προκόπης Παυλόπουλος. Ετσι, όταν ο κ. Σαντεπί συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, ανακάλυψαν ότι έχουν κάτι κοινό από το παρελθόν. Αυτή η προσωπική πτυχή έχει δημιουργήσει μια φιλική σχέση με τον ανώτατο πολιτειακό παράγοντα της χώρας, που σίγουρα αποδεικνύεται χρήσιμη για όλους.
Πέτερ Σόοφ, Γερμανία :  «Η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα στην Ευρώπη»
Στη σημερινή συγκυρία ο ρόλος του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα είναι μάλλον ο πιο δύσκολος. Ο Πέτερ Σόοφ περνά καθημερινά μέσα από τις συμπληγάδες της καχυποψίας, της δυσπιστίας, της τιμωρητικής διάθεσης κάποιων, της συνωμοσιολογίας άλλων. Στόχος του να λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στις πολιτικές ηγεσίες, τη γραφειοκρατία, αλλά και τους απλούς πολίτες των δύο χωρών. 
«Οι Ελληνες ποτέ, μα ποτέ, δεν με αντιμετώπισαν αρνητικά. Ούτε ως πρέσβη ούτε ως Γερμανό πολίτη. Υπάρχει μια τρομερή ζεστασιά, η αίσθηση της φιλοξενίας, η γενναιοδωρία, που για να είμαι ειλικρινής δεν υπάρχουν στη βόρεια Ευρώπη. Είναι, ξέρετε, εκπληκτικό αυτό που έχουν οι Ελληνες: μπορείς να έχεις μια πολύ έντονη συζήτηση, μια σκληρή αντιπαράθεση, και μετά τα πάντα αλλάζουν και όλοι είναι φίλοι και πίνουν ένα ποτό». 
Δεν εκπλήσσει ότι συχνά δέχεται έντονη κριτική για τον ρόλο της Γερμανίας στην κρίση χρέους. «Απαντώ περιγράφοντας το πώς λειτουργεί η Γερμανία, τις διαδικασίες, το πολιτικό σύστημα. Και, ταυτόχρονα, κάνω το ίδιο και προς τη γερμανική κυβέρνηση, όπου προσπαθώ να εξηγήσω την πολυπλοκότητα της κατάστασης στην Ελλάδα».
Σημειώνει πως εύκολα διολισθαίνει κανείς σε στερεότυπα. «Δουλεύω σκληρά και προς τις δύο κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, εξηγώ στο Βερολίνο ότι, ναι, υπάρχει μεγάλο πρόβλημα με τις συντάξεις και μπορεί να είναι υψηλές υπό το πρίσμα του μέσου ευρωπαϊκού όρου, αλλά η σημασία της σύνταξης στην Ελλάδα είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν στη Γερμανία, διότι στην Ελλάδα από αυτή συχνά ζουν ολόκληρες οικογένειες, κάτι που δεν συμβαίνει σε άλλες χώρες όπως τη δική μου».
Σε αυτούς που προσάπτουν στη Γερμανία εμμονή σε κανόνες και νόμους «εξηγώ ότι είμαστε μια χώρα όπου η κατάχρηση των κανόνων είχε καταστροφικές συνέπειες. Ετσι, μετά τον πόλεμο, με τη βοήθεια των συμμάχων οικοδομήσαμε ένα σύστημα με δικλίδες ασφαλείας για την αποτροπή της κατάχρησης της εξουσίας και των κανόνων. Γι’ αυτό, όταν εξηγείς τα αίτια και παρουσιάζεις όλη την εικόνα, η συζήτηση περνά σε διαφορετικό επίπεδο».
Από την άλλη, ήρθε το προσφυγικό, όπου δεν χρειάζεται να «αμυνθεί», γιατί οι Ελληνες «αναγνωρίζουν την ορθότητα της θέσης αλλά και την τόλμη της καγκελαρίου». Δεν έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα όσο θα ήθελε, γιατί η Αθήνα είναι αυτήν τη στιγμή πρεσβεία «πρώτης γραμμής».
Εχει πάει και του αρέσουν η Κρήτη, η Σίφνος και η Πελοπόννησος που «έχει τα πάντα». Φέτος ανακάλυψε την Ανάφη, την οποία ερωτεύτηκε. «Δεν το λέω για να φανώ ευγενικός, έχω ταξιδέψει σε πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης και η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη που έχω δει». Αλλά υπάρχουν και οι πολύ δύσκολες στιγμές, και αυτές δεν αφορούν στο παρόν, αλλά στο παρελθόν. «Είναι όταν επισκέπτομαι περιοχές όπου έγιναν ναζιστικές θηριωδίες». Ζητάει συγγνώμη, καταθέτει τον σεβασμό του και αναλαμβάνει τις ηθικές ευθύνες.
Κερίμ Ουράς, Τουρκία : «Πέφτω θύμα διακρίσεων, αλλά με θετικό τρόπο»
Εχει ρίζες στην Ελλάδα. Ο παππούς του έφυγε από τη Θεσσαλονίκη το 1912. Ακριβώς εκατό χρόνια αργότερα, ο ίδιος διορίστηκε πρέσβης στην Αθήνα. Η ιδιαίτερη σχέση του Κερίμ Ουράς με τη χώρα μας μάλλον θα συνεχιστεί. Αλλωστε, μετά από πέντε χρόνια στην Ελλάδα, οι δύο μικρότεροι γιοι του, ηλικίας 10 και 15 ετών, μιλούν πλέον άπταιστα Ελληνικά.  Για κάθε Τούρκο διπλωμάτη η πρεσβεία στην Αθήνα είναι από τις πιο σημαντικές.
«Δεν μπορείς να ξεκουραστείς, μπορεί να δεχτείς ένα τηλεφώνημα για ένα περιστατικό με ένα πλοίο ή κάπου στα σύνορα, από την Αδριανούπολη μέχρι το Καστελλόριζο. Εχουμε χιλιόμετρα συνόρων. Και μειονότητες, ανθρώπους που ενδιαφέρονται για την άλλη χώρα, και το βλέπω αυτό ως κάτι θετικό που μας φέρνει πιο κοντά».
Πώς νιώθει ο άνθρωπος που εκπροσωπεί την Τουρκία στην Ελλάδα; Πώς τον αντιμετωπίζουν οι Ελληνες; «Πέφτω θύμα διακρίσεων, αλλά με θετικό τρόπο, με την έννοια ότι όπου πάω, μόλις μάθουν ότι είμαι Τούρκος, και ιδιαίτερα ότι είμαι ο πρέσβης, όλοι είναι πολύ ευγενικοί μαζί μου. Φυσικά, έχουμε τις διαφορές μας, αλλά, ειλικρινά, όλα αυτά τα πέντε χρόνια δεν έγινα ποτέ αποδέκτης άσχημης συμπεριφοράς. Πάντα με αντιμετωπίζουν πολύ φιλικά και με σεβασμό».  Εχει γυρίσει όλη την Ελλάδα.
Του αρέσουν περισσότερο η Κρήτη, η Σαντορίνη και η Ρόδος, ειδικά η παλιά πόλη. «Α, και να μην ξεχάσω την Υδρα και την Κέρκυρα. Ολα τα νησιά σας είναι εκπληκτικά». Είναι λάτρης των μοτοσικλετών –είχε τρεις, πούλησε τη μία, αλλά έχει ακόμη δύο– και απολαμβάνει να οδηγεί στην Αθήνα. «Αισθάνεσαι ελεύθερος, είναι μια κουλτούρα που υπάρχει στην Ελλάδα, αλλά όχι σε άλλες χώρες». Και οι διαφορές, οι προκλήσεις, οι αντιπαραθέσεις; «Και οι δύο λαοί γενικεύουμε τα πράγματα. Δεν καταλαβαίνουμε ακόμη ο ένας τον άλλο στον βαθμό που θα έπρεπε».
Ο ίδιος και οι συνεργάτες του πρωταγωνίστησαν στη σύνταξη των κύριων σημείων της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας για το προσφυγικό. «Είμαι υπερήφανος για τον καθοριστικό ρόλο αυτής της πρεσβείας», λέει και εξηγεί πως δέχτηκε τα εγκώμια του τότε πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, αλλά και των Βρυξελλών. 
Χαρακτηρίζει την πρόσφατη απόπειρα πραξικοπήματος «έκπληξη για τους περισσότερους από εμάς». Ολο το βράδυ της κρίσης ήταν στα τηλέφωνα. Μίλησε με τον πρέσβη Γεννηματά, που του εξέφρασε την υποστήριξη του Προέδρου της Δημοκρατίας, ενώ σημειώνει ότι τα tweets του πρωθυπουργού δεν πέρασαν απαρατήρητα.
«Σε αντίθεση με άλλες χώρες, η Ελλάδα μάς στήριξε άμεσα». Θα του λείψουν οι πολλοί φίλοι που έκανε στην Ελλάδα. «Οι Ελληνες είναι πολύ ευγενικοί άνθρωποι, τους αρέσει να δίνουν και να παίρνουν δώρα», λέει και αποκαλύπτει την πρόθεσή του να γράψει βιβλίο για τη θητεία και τις εμπειρίες του στην Ελλάδα. «Εχω κρατήσει καλές σημειώσεις».