«Με τι μηχανές ...
τραβάς;» Η Μαριέττα Γιαννάκου, καθισμένη στο γραφείο της, βομβαρδίζει τον φωτογράφο Παντελή Ζερβό με ερωτήσεις για το πάθος της: τις φωτογραφικές μηχανές, πριν από την επέλαση των ψηφιακών μηχανών, όπως διευκρινίζει.
«Εχω πολλές μηχανές. Η πιο αγαπημένη μου είναι μια Nikon F3 High-point που είχα πάρει στην Ιαπωνία. Και μια Minolta με φακό που φωτογραφίζει μέχρι και στα 50 μέτρα».
Καθ’ όλη τη διάρκεια της φωτογράφισης δεν ποζάρει, αλλά έχει μια ενεργό, ανοιχτή επικοινωνία με τον φωτογράφο - είναι ξαφνικά σαν αυτός να δίνει τη συνέντευξη. Τίποτα δεν προδίδει την ταλαιπωρία που πέρασε, τη βαρύτατη περιπέτεια της υγείας της από τις 28 Μαΐου, οπότε εισήχθη στον Ερυθρό Σταυρό με πνευμονία και στη συνέχεια με έμφραγμα, έως τις 5 Αυγούστου που βγήκε θριαμβεύτρια. Σχεδόν τίποτα, ίσως μόνο το σημάδι από την τραχειοστομία.
Πέρασε εβδομάδες στην εντατική διασωληνωμένη, με το κοινό να ενημερώνεται σε δραματικούς τόνους για την πορεία της υγείας της. Η ίδια βίωνε αυτήν τη συνθήκη, τη συνθήκη της απόσυρσης και της παράδοσης σε γιατρούς και μηχανήματα που υπαγορεύει η εντατική, διαφορετικά. Με πλήρη γνώση ότι απέξω περίμεναν δημοσιογράφοι για να μπουκάρουν, αλλά «τους κατανοώ».
Με τη διαρκή υπενθύμιση στον εαυτό της ότι πρέπει να ζήσει για χάρη της κόρης της κυρίως. Εχοντας πλήρη επικοινωνία με το περιβάλλον και συζητώντας με τους γιατρούς, τους νοσηλευτές, τους οικείους της. Και κάνοντας ακόμα και μέσα στην εντατική φυσικοθεραπεία. «Δεν έχω πάρει ούτε ένα ψυχοφάρμακο στη ζωή μου. Ποτέ. Ακούγεται εξωπραγματικό, αλλά είναι αλήθεια».
«Εγώ, λόγω του ακρωτηριασμού, έπρεπε να μάθω πάλι να περπατάω. Ηξερα ότι η φυσικοθεραπεία θα με φέρει ταχύτατα στον στόχο μου». Παρά τις συνεχείς καλλιέργειες, δεν μπόρεσαν ποτέ οι γιατροί να μάθουν ποιο ήταν το μικρόβιο που προκάλεσε τη φλεγμονή, την πνευμονία και στη συνέχεια το έμφραγμα. Ομως τώρα «η καρδιά μου είναι δυνατή. Είναι μια χαρά». Εχω ακούσει τη Μαριέττα Γιαννάκου να λέει πως δεν έχει φόβο θανάτου.
Οτι μέσα στην εντατική δεν φοβήθηκε ότι θα πεθάνει. «Οταν ήμουν 16, 17 χρόνων και διάβαζα λογοτεχνία ή βιβλία για την ψυχιατρική και τη φιλοσοφία, είχα ερωτηματικά για τον θάνατο. Πώς μπορεί η δημιουργία ενός ανθρώπου να τελειώσει... Τώρα όχι, δεν έχω φόβο. Δεν φοβάμαι τον θάνατο. Ανησυχώ, όμως, για άλλα πράγματα. Για το τι αφήνει κανείς πίσω του.
Για τους ανθρώπους που αφήνει πίσω του». Αναρωτιέμαι πόσο πειθαρχημένος πρέπει να είναι κάποιος για να το πετύχει αυτό. «Υπάρχει αυτοπειθαρχία, ναι». Αρα είναι σκληρή με τον εαυτό της; «Ναι, είμαι. Ανέκαθεν έτσι ήμουν. Είμαι, όμως, και πολύ αισιόδοξη. Πάντα ήμουν». Στη γωνία του γραφείου της, ακουμπισμένες οι ροζ πατερίτσες που τη βοηθούν στο βάδισμα.
Λίγο νωρίτερα έφτασε στο γραφείο υπό βροχή και ανέβηκε μόνη τις εξωτερικές σκάλες, με τους περαστικούς να σταματούν για να τη χαιρετίσουν. Είναι ξανά εδώ. Είναι εδώ. Επιμένω, τη ρωτάω αν πραγματικά υπήρξε κάποια στιγμή που φοβήθηκε μέσα στο νοσοκομείο. Κάνει μια μακρά παύση πριν απαντήσει, κοιτάζοντας στο βάθος του γραφείου της.
«Ο φόβος πάντα υπάρχει. Προσπάθησα να τον απομακρύνω. Με ποιες τεχνικές; Με το να είμαι ψύχραιμη. Εδώ και πολλά χρόνια έχω στηρίξει τη ζωή μου στην απομάκρυνση, κατά κάποιον τρόπο, από υπερβολικές αντιδράσεις ή φόβους. Και πάει καλά αυτό. Και χωρίς βοήθεια φαρμακευτική», λέει χαμογελώντας.
Οι ώρες στην εντατική δεν ήταν μοναχικές. Βιβλία δεν μπόρεσε να διαβάσει - «το φως είναι κακό». Παρά τις αντιδράσεις των γιατρών, οι επισκέψεις και τα τηλεφωνήματα ήταν συνεχή. Δύο φορές βρέθηκε δίπλα της ο Μανώλης Γλέζος. Τη δεύτερη φορά, που ήταν πιο δυνατή, της έφερε τριαντάφυλλα από τον κήπο του και της είπε κάποια πράγματα που ακόμα και σήμερα όταν τα ανακαλεί συγκινείται (χωρίς όμως να τα αναπαράγει).
Ο Κώστας Καραμανλής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν μεταξύ αυτών που βρέθηκαν εκεί από την πρώτη στιγμή, με τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας να βρίσκεται σε συζητήσεις και διαρκή επικοινωνία μαζί της. Τις επόμενες ημέρες, εξάλλου, θα έχουν μια κατ’ ιδίαν συνάντηση, για να συζητήσουν τον ρόλο της στη Νέα Δημοκρατία. Διότι ναι, υπάρχει ρόλος. «Η ενασχόλησή μου με την πολιτική δεν έχει τελειώσει, κυρία Ανέστη. Κάθε άλλο».
«Ο φίλος μου Αλέξανδρος Βέλιος»
Μετά το τέλος της περιπέτειάς της, η επικοινωνία της με τους πολίτες έγινε μέσω twitter. Την πρώτη για να ευχαριστήσει για τα μηνύματα συμπαράστασης και τις ευχές που δέχτηκε. Η δεύτερη για να εκφράσει τη θλίψη της για τον Αλέξανδρο Βέλιο. Ηταν καλοί φίλοι, είχαν δειπνήσει μάλιστα λίγες μέρες πριν από την περιπέτεια της υγείας της.
«Ανταλλάσσαμε μηνύματα όσο ήμουν στην εντατική. Του έλεγα: Θα τα καταφέρουμε, Αλέξανδρε». Γνώριζε εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο την περιπέτεια της υγείας του, τη μάχη με τον καρκίνο, το γεγονός πως δεν έχει περιθώρια θεραπείας, έτσι έδειχναν τα πρωτόκολλα. Οχι όμως, την επιλογή του για ευθανασία δεν την ήξερε. Αν το γνώριζε, θα τον απέτρεπε; Τη ρωτάω ευθέως. Και η απάντησή της είναι άμεση και κατηγορηματική.
«Δεν είμαι υπέρ της ευθανασίας, γιατί είμαι γιατρός. Κανένας γιατρός δεν έχει δικαίωμα, εφόσον έχει ορκιστεί στον όρκο του Ιπποκράτη, να αφαιρέσει ζωή. Καθ’ οποιονδήποτε τρόπο. Ομως αντιλαμβάνομαι το δικαίωμα του ίδιου του ανθρώπου που υποφέρει, πονάει και αγωνιά ότι από στιγμή σε στιγμή θα πεθάνει, να αποφασίσει αν θέλει να συνεχίσει να ζει έτσι. Εγώ, ως γιατρός, δεν μπορώ να το δεχτώ. Αν μπει σε αυτήν τη λογική ο γιατρός, τότε δεν ξέρω σε ποιες άλλες λογικές θα μπει στην περίπτωση της θεραπείας ενός ατόμου που βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση, αλλά θα μπορούσε ίσως να σωθεί».
Η ίδια μιλάει με περισσότερες από μία ιδιότητες: Είναι γιατρός, ψυχίατρος, για την ακρίβεια, «η επιστήμη των ματαιώσεων», όπως λέει. Εχει ζήσει δύο φορές ως ασθενής οριακές συνθήκες. Στην πρώτη δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη να της ακρωτηριάσουν το πόδι προκειμένου να σώσει τη ζωή της. Ομως αποσαφηνίζει πως βρίσκεται τώρα στη φάση δημιουργίας νέων γεγονότων. «Είμαι άνθρωπος αισιόδοξος. Κοιτάζω μπροστά».
Σε ανύποπτο χρόνο παλαιότερα είχε πει πως στη ζωή της πάντα κυνηγά τις ρήξεις. Ποια είναι η επόμενη ρήξη; Γελάει και απαντά αμέσως: «Εκοψα το τσιγάρο. Μετά από 35 χρόνια. Αυτό και αν είναι ρήξη!». Περιγράφει γελώντας πώς άναβε τα τσιγάρα που αγαπούσε, τραβούσε μερικές ρουφηξιές και τα έσβηνε, όμως τα τασάκια έμοιαζαν πάντα γεμάτα. Ισως γι’ αυτό τώρα όταν μιλάει, παίζει συχνά με τα δαχτυλίδια που φοράει.
Αν κάτι μπορεί να περιγράψει μοναδικά την προσωπικότητα και την προσήλωσή της σε αυτό που θεωρεί σημαντικό, είναι το παρακάτω περιστατικό που περιγράφει στο «Κ». «Ορκίστηκα το 1990 υπουργός Υγείας την Τετάρτη. Την Παρασκευή είχα στείλει στον τότε υπουργό Μεταφορών Νίκο Γκελεστάθη την πρώτη μου απόφαση ως υπουργός: απαγόρευσα το κάπνισμα στις πτήσεις της Ολυμπιακής. Αν και ήμουν καπνίστρια, απαγόρευσα το κάπνισμα!»
Αν γίνουν εκλογές, θα διεκδικήσει μια έδρα στη Βουλή; «Θα το δούμε τότε αυτό», απαντά και διευκρινίζει ότι δεν πιστεύει πως η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε εκλογές. «Υποψιάζομαι όμως ότι θα κάνουν κάποιο δημοψήφισμα. Ο λαϊκισμός με τον οποίο χειρίζεται η κυβέρνηση την αλλαγή Συντάγματος∙ παραδείγματος χάριν, το γεγονός ότι θέλει δύο θητείες για τους βουλευτές, ότι εισηγείται κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας, συνηγορεί σε αυτό.
Εχω την υποψία ότι η κυβέρνηση θα συνδέσει σημαντικά θέματα με κάποιο συμβουλευτικό δημοψήφισμα όπου θα τίθεται μια σειρά ερωτημάτων, όπως για παράδειγμα για τη σχέση Εκκλησίας-κράτους ή άλλα ερωτήματα που θα κεντρίζουν τον λαϊκισμό που ενδημεί στη χώρα με σκοπό την ενίσχυση του κυβερνώντος κόμματος».
Το ντοσιέ της, ήδη από την εποχή που ανήκε στην ΟΝΝΕΔ, αφορούσε στην άμυνα και στις διεθνείς σχέσεις. Εχει διατελέσει υπουργός Υγείας και Παιδείας, ευρωβουλευτής, πρόεδρος της επιτροπής για τα ναρκωτικά στο Ευρωκοινοβούλιο και εθνικός συντονιστής για την Ελλάδα ανεξαρτήτως κυβέρνησης (θεωρεί ότι το έργο που έχει προσφέρει σε αυτόν τον τομέα είναι το σημαντικότερο από όλα τα άλλα). Τι επιθυμεί να προσφέρει τώρα στη Νέα Δημοκρατία; Από ποια θέση; Τι θα πει στον Κυριάκο Μητσοτάκη στη συνάντησή τους;
«Θα με ενδιέφερε να ρωτούν τη γνώμη μου για ορισμένα θέματα που έχουν σχέση με το ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον γενικότερα. Και επίσης για τον τρόπο απεύθυνσης και συνεννόησης με τους Ελληνες πολίτες. Ξέρετε, δεν πιστεύω στα επικοινωνιακά δόγματα των επαγγελματιών. Η απάντηση βρίσκεται στην προσωπική και απευθείας επαφή».
Οι ευθύνες των καναλιών
Παρακολούθησε με ενδιαφέρον τη διαδικασία για τη δημοπράτηση των τηλεοπτικών αδειών. Οταν τη ρωτάω αν όλη αυτή η διαδικασία είχε και μια θεατρική διάσταση για να φέρει σε δύσκολη θέση τους καναλάρχες -να τους ταπεινώσει, είπαν κάποιοι-, σπεύδει να επισημάνει ότι ορισμένοι έχουν ευθύνες για όσα έχουν συμβεί έως τώρα. «Ενεφάνιζαν συνεχώς πρόσωπα που δεν είχαν τίποτα σοβαρό να πουν, έδιναν έμφαση σε άνευ σημασίας ζητήματα και δεν βοήθησαν καθόλου ώστε να γίνει κατανοητή από τους πολίτες η αλήθεια για την κρίση.
Επίσης δέχονταν επί χρόνια την παρέμβαση των κομμάτων για το ποιος θα εμφανίζεται και ποιος όχι στα κανάλια, ανεξαρτήτως σημασίας της γνώμης τους ή της γνώσης τους και πάντα με βάση εσωκομματικές "αλχημείες" που εξυπηρετούσαν άδηλα συμφέροντα. "Εκοβαν" πρόσωπα, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με βασικές αρχές της δημοκρατίας».
Είναι η πρώτη φορά που μιλάει με τόση ένταση στη συζήτησή μας. Εχει πέσει και η ίδια θύμα αυτής της λογικής; ««Βέβαια. Με αποδείξεις το λέω αυτό. Και τα κατάφεραν σε ορισμένα κανάλια. Θέλω να πω ότι δημιουργούνται υποψίες πως δεν υπάρχει πραγματική ανεξαρτησία των καναλιών, όπως και δημοσιογράφων που εργάζονται σ’ αυτά. Συμμετείχαν μερικοί εξ αυτών στις προσπάθειες επιρροής στον χώρο της πολιτικής, με αποτέλεσμα να δώσουν στη σημερινή κυβέρνηση το πρόσχημα ώστε να πάρει λαϊκιστικές αποφάσεις, προσπαθώντας μάλιστα να βρει και λογική βάση».
«Τι μου είπε η Χίλαρι Κλίντον»
Την ανησυχεί βαθιά το γεγονός πως η εικόνα της Ελλάδας έχει πληγεί σημαντικά διεθνώς. «Ελάχιστοι Ελληνες ασκούν στοιχειώδη επιρροή στα διεθνή δρώμενα. Ελάχιστοι. Υπάρχει μια περιφρονητική στάση του διεθνούς παράγοντα απέναντι στην Ελλάδα, πέραν των ορίων αυτού που συνέβη στη χώρα μας. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν αρκετές δυνάμεις για να βάλουν πλάτη να ξανασηκωθεί το πρεστίζ της χώρας που έχει θαφτεί κάτω από τη γη. Αυτό στο βάθος του χρόνου θα έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς. Αυτό με ανησυχεί».
Στις ειδήσεις κυριαρχεί ξανά η κόντρα Κλίντον - Τραμπ στη σκιά και του λιποθυμικού επεισοδίου της Χίλαρι. Η ίδια η κυρία Γιαννάκου έχει μια ιδιαίτερη, προφητική ιστορία να αφηγηθεί. «Είχε έρθει η Χίλαρι Κλίντον το 2001 στην Αθήνα και η αμερικανική πρεσβεία διοργάνωσε ένα επίσημο γεύμα με κυρίες της πολιτικής. Κατά τη διάρκεια του γεύματος τη ρώτησα πότε θα γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ μια γυναίκα. “After a black man”, μου απάντησε! Μετά από έναν μαύρο.
Οι ΗΠΑ, πρόσθεσε, πρέπει πρώτα να συγχωρεθούν για τις αμαρτίες που έκαναν έναντι των μαύρων και στη συνέχεια για τις αμαρτίες έναντι των γυναικών. Αυτή ήταν η απάντησή της. Και σκεφτείτε ότι τότε η ίδια ήταν σύζυγος του προέδρου των ΗΠΑ και δεν ξέραμε καν το όνομα Μπαράκ Ομπάμα».