Κόντρα στον άνεμο, κόντρα ...
στο κύμα και υπό το βλέμμα του Χριστού του Λυτρωτή... το ελληνικό διπλό σκιφ γυναικών, φαβορί για το χρυσό στο Ρίο, έμεινε 5΄΄ μακριά από την... αιωνιότητα. Προέκταση του χεριού της είχε γίνει το κουπί επί εννέα χρόνια για την Κατερίνα Νικολαΐδου, χρόνια στερήσεων και ιδρώτα... αλλά η λύτρωση δεν ήρθε.
Η 4η θέση, μία τεράστια επιτυχία αδιαμφισβήτητα- στην πρώτη μόλις συμμετοχή της, μαζί με την 19χρονη Σοφία Ασουμανάκη, σε Ολυμπιακούς Αγώνες, γέμισε συναισθήματα χαρμολύπης την 24χρονη κωπηλάτρια του Ναυτικού Ομίλου Κατερίνης που στις 27 Απριλίου ήταν αυτή που άναψε τη Φλόγα των Αγώνων στο «Καλλιμάρμαρο».
«Μας έφαγε ο καιρός, ο Θεός θέλησε να βγούμε 4ες, με πονάει που χάσαμε το μετάλλιο,» δήλωσε από τη Lagoa Rodrigo de Freitas η έμπειρη της βάρκας στο Πρακτορείο Sport (ΑΠΕ-ΜΠΕ). «Είσαι ξεχωριστός μόνο και μόνο που είσαι εδώ... αλλά...» παλεύει μέσα της να αποδεχτεί την απώλεια του μεταλλίου. Μα είναι μόνο 24 χρόνων και στο Τόκιο το 2020 μπορεί να... ξημερώσει μία άλλη... «χρυσή» ημέρα: «Η συμμετοχή μου στο Τόκυο θα εξαρτηθεί από τους... πολιτικούς.
Αν θέλουν να έχει μέλλον ο αθλητισμός στην Ελλάδα πρέπει να υποστηρίζουν τους αθλητές και όχι μόνο να απαιτούν,» τα λόγια της... η κραυγή αγωνίας και το δικαίωμα στο όνειρο για τα παιδιά της Ελλάδας που κοιτούν τον... ουρανό.
Είχε περάσει μία ημέρα από την καταληκτική κούρσα στο Ρίο ντε Τζανέιρο, η Κατερίνα Νικολαΐδου σήκωσε το τηλέφωνο και ξέσπασε: «Δεν είμαι χαρούμενη. Δεν είμαι ικανοποιημένη από το αποτέλεσμα, αλλά μας... έφαγε ο καιρός. Αυτή είναι η απογοήτευσή μας. Δυστυχώς, στην κωπηλασία δεν εξαρτάται μόνο από εμάς τι θα κάνουμε. Δεν είναι κλειστό... να έχεις μία σταθερή πορεία, δεν είναι πισίνα.
Από τις πρώτες 15 κουπιές καταλάβαμε πόσο δύσκολο θα ήταν. Δεν μπορούσαμε να τραβήξουμε τις κουπιές. Χτυπούσε το κύμα στο σκαρμό μας. Δεν το αφήσαμε, όμως, δεν θέλαμε να συμβιβαστούμε ότι δεν θα παίρναμε μετάλλιο. Το κυνηγήσαμε μέχρι τέλους, αλλά ήταν... αργά. Αν ο τελικός γινόταν με καλές συνθήκες, όπως της επόμενης ημέρας στη λίμνη, το αποτέλεσμα μπορεί να ήταν διαφορετικό».
Η δεύτερη 4η θέση της ελληνικής κωπηλασίας σε Ολυμπιακούς Αγώνες είναι και η δεύτερη υψηλότερη από ελληνικό γυναικείο πλήρωμα, μετά το χάλκινο των Τσιάβου/Γιαζιτζίδου στο Λονδίνο: «Σίγουρα... είμαι ευχαριστημένη μόνο και μόνο που είχα συμμετοχή στο μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός.
Ο κάθε αθλητής, βέβαια έχεις τους δικούς του στόχους και τα δικά του πιστεύω. Με τη Σοφία είχαμε βάλει υψηλούς στόχους, τα καταφέραμε στις δύο πρώτες κούρσες, αλλά στον τελικό, δυστυχώς δεν καταφέραμε. Ο στόχος μας ήταν το χρυσό μετάλλιο. Είναι μεγάλη εμπειρία να πάρεις μέρος σε Ολυμπιακούς Αγώνες και να εκπροσωπήσεις τη χώρα σου. Αθλητές υπάρχουν πολλοί, αλλά στους Ολυμπιακούς είναι μόνο 10.500. Είσαι ξεχωριστός μόνο και μόνο που είσαι μέσα σε αυτούς, ανάμεσα στους καλύτερους σε όλον τον πλανήτη».
Η συναθλήτριά της, Σοφία Ασουμανάκη είναι μόλις 19 χρόνων και το μέλλον ανήκει στο βαρύ διπλό σκιφ, όμως τα πέντε περισσότερα της Κατερίνας... βαραίνουν διαφορετικά στη ζυγαριά του χρόνου: «Η Σοφία κάνει μόνο τρία χρόνια κωπηλασία. Εγώ κάνω εννέα χρόνια... έχω φάει τις σφαλιάρες και με πονάει ακόμη περισσότερο που χάσαμε το μετάλλιο. Όλα στη ζωή για κάποιο λόγο γίνονται. Ο Θεός θέλησε να βγούμε 4ες... ».
Ο στόχος του Τόκυο φαίνεται μακρινός, την ώρα που μία αθλήτρια ακόμη βαριανασαίνει από την υπερπροσπάθεια στον τελικό: «Πρώτα θέλω να ξεκουραστώ. Σίγουρα σκέφτομαι και τους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είμαι 24 χρόνων, όμως και πρέπει να δω τι θα κάνω στη ζωή μου. Σε τέσσερα χρόνια, θα είμαι 28 χρόνων. Δεν εξαρτάται μόνο από εμένα. Εξαρτάται κυρίως από τους... πιο πάνω. Η συμμετοχή μου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκυο θα εξαρτηθεί από τους πολιτικούς. Αν θέλουν να έχει μέλλον ο αθλητισμός στην Ελλάδα πρέπει να υποστηρίζουν τους αθλητές και όχι μόνο να απαιτούν».
Ο πρόεδρος της ΕΚΟΦΝΣ, Γιάννης Καρράς, είχε δηλώσει στο «Πρακτορείο Sport», αμέσως μετά τον τελικό, πως «το μέλλον της κωπηλασίας θα το αποφασίσει η Πολιτεία». «Ισχύει,» απάντησε η Κατερίνα Νικολαϊδου και συνέχισε: «Το 2014 ήταν να σταματήσω την ενασχόλησή μου με την κωπηλασία γιατί οι γονείς μου δεν μπορούν να με συντηρούν. Είμαστε πολύτεκνη οικογένεια και δεν μπορώ να τους επιβαρύνω. Είναι πολύ σημαντική η υποστήριξη από την οικογένειά μου και από την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή (ΕΟΕ). Ευχαριστώ των κύριο Καπράλο. Πραγματικά θέλω να ευχαριστήσω τον πρόεδρο της ΕΟΕ, τον κύριο Καπράλο μέσα από την καρδιά μου για τη στήριξη».
Τελευταία λαμπαδηδρόμος, η παγκόσμια πρωταθλήτρια Κατερίνα Νικολαΐδου, υπό το βλέμμα 25.000 θεατών και εκατομμυρίων τηλεθεατών, είχε ανάψει το βωμό, κρατώντας την Ολυμπιακή Φλόγα, στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο, στις 27 Απριλίου: "Ήταν μία μοναδική εμπειρία. Δάκρυσα. Όταν μου έδωσε τη Φλόγα ο χρυσός Ολυμπιονίκης της Ατλάντα, Ιωάννης Μελισσανίδης... ήταν μοναδικό συναίσθημα. Περνούσαν μπροστά μου όλες οι εικόνες από τον ιδρώτα που έχω χύσει όλα αυτά τα χρόνια. Πραγματικά, εύχομαι να το ζήσει κάθε αθλητής. Να είναι ο τελευταίος που ανάβει τη φλόγα. Η συγκίνησε δεν περιγράφεται με λόγια,» θυμήθηκε εκείνη τη μοναδική στιγμή."
Η Κατερίνα Νικολαΐδου, δεν ξέχασε όσους υπήρξαν σύμμαχοί της, στο δύσκολο δρόμο... προς το όνειρο: «Θέλω να ευχαριστήσω τους γονείς μου γιατί όλα αυτά τα χρόνια μου έχουν σταθεί πάρα πολύ. Το Ναυτικό Όμιλο Κατερίνης, και τον προπονητή μου στον όμιλο Γιώργο Μπικογιάννη, ο οποίος από την πρώτη μέρα που πήγα στον Όμιλο μου είπε ότι θα γίνεις Ολυμπιονίκης!» Επιβεβαιώθηκε εννέα χρόνια αργότερα ο προπονητής της! Τι είχε δει ο Γιώργος Μπικογιάννης στην 15χρονη τότε Κατερίνα Νικολαΐδου; «Νομίζω τη θέληση και την ανταγωνιστικότητα που είχα από την πρώτη στιγμή που μπήκα στη βάρκα».
Η 4η Ολυμπιονίκης του Ρίο ντε Τζανέιρο συνέχισε: «Θέλω να ευχαριστήσω και τους προπονητές μου Τόλη Παλαιοπάνο και Τζιάνι Ποστιλιόνε. Αυτοί δημιούργησαν τη βάρκα. Καθώς, το ελαφρύ σκιφ, στο οποίο αγωνιζόμουν, δεν είναι Ολυμπιακό άθλημα τους πρότεινα αν θα μπορούσα να δοκιμάσω με τη Σοφία (σ.σ. Ασουμανάκη) στο βαρύ. Το αποδέχτηκαν. Η βάρκα έτρεχε πάρα πολύ γρήγορα και είπαμε να δοκιμάσουμε!»
Κλείνοντας, ευχαρίστησε και τον πιο δικό της άνθρωπο: «Φυσικά, ευχαριστώ τον φίλο μου που κάνει υπομονή... 6 χρόνια... που δεν είμαστε σχεδόν ποτέ μαζί».