Το προηγούμενο ...
ορόσημο για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης ήταν το Πάσχα των Ρωμαιοκαθολικών, το επόμενο είναι το ορθόδοξο, αλλά το πιθανότερο είναι πως θα παρέλθει και τούτο, με τον Γολγοθά της διαπραγμάτευσης να συνεχίζεται για να προλάβει το τέλος της άνοιξης, πριν η Ευρώπη στρέψει το ενδιαφέρον της αποκλειστικά και χωρίς περισπασμούς στο βρετανικό δημοψήφισμα.
Η κυβέρνηση, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το ΔΝΤ πιάνουν από αύριο δουλειά, αλλά οι πιθανότητες να καταλήξουν σε οριστική συμφωνία μέχρι το Eurogroup της 22ας Απριλίου είναι μηδενικές. Όπως σημείωνε η «Κ» από τις 20 Μαρτίου, στην καλύτερη περίπτωση θα υπάρχει ένα προσύμφωνο όπου όλα τα μέρη θα αναγνωρίζουν ότι η Αθήνα έχει δεσμευθεί:
α) Σε συγκεκριμένα μέτρα που αποδίδουν 3% του ΑΕΠ ή 5,4 δισ. ευρώ έως το 2018.
β) Στην υλοποίηση αξιόπιστων μεταρρυθμίσεων στο ασφαλιστικό, στα «κόκκινα» δάνεια, στο νέο ταμείο αποκρατικοποιήσεων, στην ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
Αν γίνουν τα παραπάνω, τότε η Αθήνα και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα λένε ότι αυτά είναι επαρκή για να επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018, ενώ το ΔΝΤ θα τα θεωρεί ανεπαρκή και ως προς τον όγκο και ως προς το μείγμα (πολλοί φόροι και λίγες περικοπές δαπανών) και θα ζητήσει από τους Ευρωπαίους μια γενναιόδωρη ελάφρυνση του χρέους, ούτως ώστε το πρόγραμμα να καταστεί συνολικά βιώσιμο και να μπορέσει να συμμετάσχει σε αυτό ως πλήρες μέλος, δηλαδή και με μικρή χρηματοδότηση. Οταν οι Ευρωπαίοι καταλήξουν σε ένα ικανοποιητικό για το ΔΝΤ σχέδιο ελάφρυνσης, τότε το προσύμφωνο θα πάρει τη μορφή τελικής συμφωνίας και θα καταβληθεί δόση.
Η κυβέρνηση λέει ότι όλα αυτά είναι εφικτά έως το τέλος Απριλίου. Πιθανώς, αλλά προϋποθέτει συνωμοσία του σύμπαντος. Προς το παρόν, ο μόνος πρόθυμος συνωμότης είναι η Κομισιόν, που αποδέχεται οποιοδήποτε σχεδόν μέτρο προτείνει η Αθήνα, αρκεί όλα μαζί να αθροίζουν 5,4 δισ. ευρώ. Επίσης, είναι έτοιμη να δεχθεί, με κάποιες ακόμη αλλαγές, την ελληνική πρόταση για το ασφαλιστικό. Και εδώ τελειώνουν τα καλά νέα.
Τα «αγκάθια»
Από την άλλη, υπάρχουν τα εξής «αγκάθια»:
1. Ο πρόθυμος συνωμότης, η Κομισιόν, είναι αυτός με το μικρότερο ειδικό βάρος στη διαπραγμάτευση, μετά την ελληνική κυβέρνηση. Υπό την πίεση των κυβερνήσεων, είναι η πρώτη που θα αλλάζει στάση.
2. Στο θέμα των «κόκκινων» δανείων, η απόσταση μεταξύ τρόικας και Αθήνας είναι τεράστια. Οι πιστωτές θέλουν πλήρη απελευθέρωση των πωλήσεων δανείων, ακόμη και εξυπηρετούμενων, με μόνη εξαίρεση ίσως τα δάνεια που αφορούν πρώτη κατοικία όσων είναι στο όριο της φτώχειας και η αξία της κατοικίας δεν υπερβαίνει χαμηλό όριο.
3. Ο σχεδιασμός του νέου ταμείου αποκρατικοποιήσεων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, ενώ ανοικτό ζήτημα είναι το ποια δημόσια περιουσία θα εισφερθεί σε αυτό για να πωληθεί.
4. Ενας τεράστιος όγκος μέτρων και μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί με το μνημόνιο, αλλά δεν έγιναν ποτέ. Ευρωπαίος αξιωματούχος υποστηρίζει ότι έχει υλοποιηθεί μόλις το 20% όσων έπρεπε να έχουν γίνει έως σήμερα. Αν αναζητάει κάποιος πρόσχημα για να καθυστερήσει την αξιολόγηση, αυτό και μόνο αρκεί.
4. Ενας τεράστιος όγκος μέτρων και μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί με το μνημόνιο, αλλά δεν έγιναν ποτέ. Ευρωπαίος αξιωματούχος υποστηρίζει ότι έχει υλοποιηθεί μόλις το 20% όσων έπρεπε να έχουν γίνει έως σήμερα. Αν αναζητάει κάποιος πρόσχημα για να καθυστερήσει την αξιολόγηση, αυτό και μόνο αρκεί.
5. Το ΔΝΤ έχει πλέον μια άλλη προσέγγιση στο ελληνικό ζήτημα και, επειδή εκτιμά ότι βρίσκεται σε ισχυρή διαπραγματευτική θέση, προσπαθεί να την επιβάλει. Πρώτον, θεωρεί την Ελλάδα αποτυχημένο κράτος (failed state). «H τελευταία εξαετία έδειξε ότι το εύρος και ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων που μπορεί να αποδεχθεί η ελληνική κοινωνία δεν συνάδει με την πρώιμη βελτίωση της παραγωγικότητας και με τη βιώσιμη ανάπτυξη», έλεγε ο Τόμσεν στο περίφημο άρθρο του με το οποίο το Ταμείο κατέστησε σαφή τη γραμμή του ενόψει της διαπραγμάτευσης. Στην ουσία, λέει ότι η Ελλάδα, επειδή είναι failed state, δεν μπορεί να επιτύχει τόσο φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους, ούτε να εφαρμόσει ταχέως τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ώστε να επιτύχει την απαραίτητη μεγέθυνση της οικονομίας. Συνεπώς, αφού η Ελλάδα δεν μπορεί να επιτύχει το πρόγραμμα ως έχει, ας προσαρμοσθεί το πρόγραμμα στα μέτρα της με έξοδα των Ευρωπαίων. Δηλαδή, ζητάει ρεαλιστικότερους στόχους για τα δημοσιονομικά και ρεαλιστικότερες εκτιμήσεις για τον ρυθμό ανάπτυξης, καθώς και μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους. Δεύτερον, από την ελληνική κυβέρνηση ζητάει ένα άλλο μείγμα μέτρων, με περισσότερες περικοπές δαπανών (κυρίως στις συντάξεις) και λιγότερα φορολογικά μέτρα, γιατί αυτό που προτείνει η κυβέρνηση δοκιμάστηκε στο παρελθόν και απέτυχε.
6. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν θέλουν να δώσουν μεγάλη ελάφρυνση του χρέους. Ο λόγος είναι απλός: το όποιο όφελος για την Ελλάδα είναι ζημία για τις ίδιες. Και αυτό έχει πολιτικό κόστος. Ειδικά εκείνες που εγγράφουν στο δημόσιο λογιστικό τους τα δάνεια σε όρους καθαρής παρούσας αξίας και θα εμφανίσουν ζημίες ακόμη και με μια απλή παράταση της διάρκειας του δανείου. Ευτυχώς, μεταξύ αυτών δεν είναι η Γερμανία. Συνεπώς, προτιμούν να στείλουν τον λογαριασμό στην Αθήνα, γι’ αυτό και δεν κάνουν πίσω σε ό,τι αφορά τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα.
7. Το βρετανικό δημοψήφισμα για το Brexit. Οι Ευρωπαίοι έχουν διαμηνύσει ότι, εάν δεν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση έως το τέλος Μαΐου, η διαπραγμάτευση θα σταματήσει πλήρως έως τις 23 Ιουνίου, οπότε θα πάνε στις κάλπες οι Βρετανοί. Αυτό θα σήμαινε εξάντληση της ρευστότητας του Δημοσίου αλλά και μια μακρά παράταση της αβεβαιότητας που δεν αντέχει η οικονομία.