Ο Anthony Ray Hinton καταδικάστηκε σε ...
θάνατο στην ηλικία των 29 ετών, για τη δολοφονία δύο υπευθύνων φαστφουντάδικων σε δύο ξεχωριστές ληστείες, που συνέβησαν στην περιοχή Birmingham της Αλαμπάμα το 1985.
Το μόνο αποδεικτικό στοιχείο που τον συνέδεε με το έγκλημα ήταν οι σφαίρες, οι οποίες, σύμφωνα με τους ειδικούς της Πολιτείας, ταίριαζαν στο 38άρι όπλο που ο Hinton είχε στο σπίτι του. Βέβαια, οι κάρτες εργασίας, μαζί με άλλες αποδείξεις, έδειχναν πως ο τότε 29χρονος άνδρας εργαζόταν ως αποθηκάριος τις ώρες των δολοφονιών, ενώ επίσης δεν υπήρχαν ούτε τα δακτυλικά του αποτυπώματα στον τόπο του εγκλήματος, ούτε κάποιος αυτόπτης μάρτυρας που να υποστηρίζει πως ο Hinton βρέθηκε εκεί.
Παρ' όλα αυτά, στον νεαρό άνδρα επιβλήθηκε η θανατική ποινή. Πέρυσι και μετά από μια σειρά χρόνιων εφέσεων από εκείνον και τον συνήγορό του, Bryan Stevenson, που ανήκει στην οργάνωση Equal Justice Initiative, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ διέταξε να γίνει νέα δίκη, ανατρέποντας την απόφαση για τον Hinton.
Μόλις τον μήνα που μας πέρασε, τρεις ειδικοί από το Τμήμα Εγκληματολογικών Επιστημών της Αλαμπάμα αποφάνθηκαν πως οι σφαίρες από τις ληστείες δεν ταίριαζαν μεταξύ τους και άρα δεν μπορούν να συνδεθούν με το υποτιθέμενο όπλο που χρησιμοποιήθηκε στο φονικό. Έτσι λοιπόν, πριν από δύο εβδομάδες περίπου, ο Hinton άφησε τα σίδερα της φυλακής Jefferson County πίσω του, δύο μήνες πριν κλείσει τα 59 του χρόνια και πλέον ελεύθερος να απολαύσει την υπόλοιπη ζωή του.
Ο 59χρονος άνδρας είναι το 152ο άτομο που απαλλάσσεται από τη θανατική ποινή στις ΗΠΑ, ενώ λίγες ημέρες μετά την αποφυλάκισή του μίλησε δημόσια για όλη την περιπέτειά του τα περασμένα χρόνια, αλλά και για την είσοδό του σε έναν άγνωστο κόσμο πλέον. Νιώθει σαστισμένος, μιας και δεν έχει συνηθίσει την κανονική ζωή, χωρίς συρματοπλέγματα και φύλακες, ενώ μόλις που έχει αρχίσει να νιώθει άνετα με τους ανθρώπους τριγύρω του, μιας και δεν φοβάται πλέον πως κάποιος θα τον βλάψει.
Τώρα, στη νέα του ζωή, θα ήθελε να γίνει ομιλητής παρακίνησης για τα νέους Αφροαμερικανούς, ώστε να τους αποτρέψει από το να καταλήξουν στη φυλακή, καθώς άπαξ και μπουν εκεί, μετά τίποτα δεν θα είναι ίδιο. Ο ίδιος κάθε βράδυ προσευχόταν, μιας και ήξερε πως είναι αθώος και πίστευε πως ο Θεός δεν θα τον εγκαταλείψει, ενώ παραδέχεται πως βίωσε ένα από τα μεγαλύτερα περιστατικά αδικίας, εξαιτίας του χρώματός του.
Σαφώς και μετά από την αθώωσή του κανείς δεν του ζήτησε συγγνώμη από την πολιτεία της Αλαμπάμα, ενώ συμβουλεύει όσους άλλους θανατοποινίτες έχουν καταδικαστεί άδικα να μην χάνουν τη δύναμή τους και να συνεχίζουν να προσπαθούν για να αποδείξουν την αθωότητά τους και τέλος, προτείνει αλλαγές στο ποινικό σύστημα, μιας και έχοντας μεγάλη εμπειρία, έχει διαπιστώσει από πρώτο χέρι τα κενά του.