Ψάχνουν μέχρι και ...
συριζαίο Πρετεντέρη για να δικαιολογήσουν τη στροφή - Προτάσεις ακόμα και σε αρθρογράφους της «Αυγής» να αναλάβουν σχολιαστές στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων των 8 πέσανε στο κενό - Στο Δ.Σ. του MEGA συζητήθηκε το όνομα του Θανάση Καρτερού
Η ευθεία προειδοποιητική απειλή κατά των εγχώριων ολιγαρχών που εκτόξευσε ο υπεύθυνος του ΣΥΡΙΖΑ για τα Οικονομικά Γιώργος Σταθάκης μπορεί να μην ήταν κεραυνός εν αιθρία, τάραξε, όμως, τα προεκλογικά νερά και δημιούργησε μεγάλη αίσθηση για την ένταση με την οποία ένα από τα μετριοπαθέστερα στελέχη της Κουμουνδούρου επέλεξε να επαναφέρει στο πολιτικό προσκήνιο το ζήτημα της πολυθρύλητης διαπλοκής.
O εκλογικός πυρετός των ημερών προκαλεί έντονες αναταράξεις στα επιχειρηματικά επιτελεία που φαίνεται να προετοιμάζονται για την πιθανολογούμενη κυβερνητική αλλαγή και την ενδεχόμενη αναδιάταξη του σκηνικού τόσο εν γένει στον οικονομικό τομέα όσο και ειδικότερα στον «ευαίσθητο» χώρο των μέσων ενημέρωσης, τα οποία έχουν διασυνδέσεις ή και εκκρεμότητες με τις τράπεζες και το Δημόσιο.
«Η αντιμετώπιση των Ελλήνων ολιγαρχών αποτελεί μία από τις κορυφαίες προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ, εάν ανέλθει στην εξουσία», ήταν η φράση που χρησιμοποίησε ο κ. Σταθάκης σε συνέντευξή του στους «Financial Times». Με επιμονή, μάλιστα, που ξένισε ακόμη και τους φλεγματικούς Βρετανούς, επανέλαβε με έμφαση: «Οι ολιγάρχες βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ».
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ηγεσία της Κουμουνδούρου εκφράζει διάθεση να συγκρουστεί με τους ολιγάρχες, παρόλο που δεν είναι λίγοι όσοι επιφυλάσσονται για τον πραγματικό ή προσχηματικό χαρακτήρα που έχουν οι κατά καιρούς σφοδρές κόντρες που εκδηλώνονται, αφήνοντας σε κάποιους την εντύπωση ότι μπορεί να υποκρύπτουν και προθέσεις για νταραβέρια, ίσως επειδή συνήθως οι σκληρές θέσεις γίνονται, εν είδει ακριτομυθιών, μέσω συνεντεύξεων σε ξένους δημοσιογράφους.
«Ενας πόλεμος που τον θέλει και η τρόικα»
Ερμηνεύοντας τα λόγια του κ. Σταθάκη, οι «Financial Times» πείστηκαν ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ θα πολεμήσει τον έλεγχο που ασκούν οι ισχυροί στα ΜΜΕ που συχνά κατηγορούνται ότι διαστρέφουν τον δημόσιο διάλογο». Κατά την εκτίμησή τους δε «ο έλεγχος των Ελλήνων μεγιστάνων από τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκληφθεί ως μια θετική κίνηση από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ». Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι επανειλημμένα Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, ανάμεσά τους και η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, όπως και υψηλόβαθμοι παράγοντες της τρόικας έχουν ξιφουλκήσει κατά των «ελίτ της Ελλάδας», που, αφενός «δεν ανταποκρίνονται στις φορολογικές και άλλες υποχρεώσεις τους», αφετέρου «λειτουργούν ως τροχοπέδη στις απαιτούμενες αλλαγές στη χώρα, δίνοντας μάχες χαρακωμάτων προκειμένου να διατηρήσουν τα κεκτημένα της περιόδου πριν από την κρίση».
Το ποιους ακριβώς είχε κατά νου ο κ. Σταθάκης όταν εξαπέλυε τις βολές κατά των ολιγαρχών δεν αποσαφηνίζεται πλήρως, αφού, ίσως και λόγω και της συγκυρίας, το προβεβλημένο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε την ονοματολογία, αν και, λίγο ως πολύ, όλοι κατάλαβαν από τα συμφραζόμενα ποιους πάνω-κάτω εννοεί. Ο ίδιος, άλλωστε, φρόντισε να «φωτογραφίσει» όσους ασχολούνται με τα Μέσα Ενημέρωσης και ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά. Οπως είπε, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει στην εξουσία θα αναλάβει «δράση» για «να αναγκάσει τις εταιρείες ΜΜΕ να πληρώσουν για τη χορήγηση άδειας μετάδοσης». Υπολόγισε, μάλιστα, ότι «το κράτος θα κερδίσει τουλάχιστον 100 εκατ. ευρώ από αυτή τη διαδικασία».
«Επαναχάραξη του χάρτη των ΜΜΕ»
Ανεξαρτήτως, πάντως, αν βασίζονται στα πραγματικά δεδομένα της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς, οι δεσμεύσεις Σταθάκη ταιριάζουν γάντι με το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τα μέσα ενημέρωσης, όπως εγκρίθηκε στο προγραμματικό συνέδριο του περασμένου Σαββατοκύριακου. Το κείμενο των προτάσεων που θα εφαρμόσει μια ενδεχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι αποκαλυπτικό των προθέσεων για πλήρη ανατροπή του σημερινού τοπίου στα ηλεκτρονικά μέσα.
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει, άλλωστε, για «επαναχάραξη του χάρτη των ΜΜΕ» και προβλέπει παρεμβάσεις τέτοιες ώστε αν εφαρμοστούν, πιθανότατα όλοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί που εκπέμπουν την τελευταία εικοσιπενταετία θα εξαφανιστούν και τη θέση τους θα πάρουν άλλοι οι οποίοι θα λειτουργούν ως «μη εμπορικές επιχειρήσεις, όπως κοινωνικές οργανώσεις και φορείς». Πάντως, είναι απορίας άξιον πού θα βρουν τα χρήματα για να λειτουργήσουν και να πληρώσουν και τα 100 εκατ. ευρώ που υπολογίζεται να εισπραχθούν από τα τέλη συχνοτήτων.
Σε κάθε περίπτωση, η αδειοδότηση των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προβλέπεται ότι θα γίνει «από μηδενική βάση» και με διαγωνιστικές διαδικασίες που «στα κριτήρια για την απόκτηση της άδειας (θα) περιλαμβάνονται προβλέψεις σύμφωνα με τις οποίες αποκλείονται από τους διαγωνισμούς όσες επιχειρήσεις: α) δεν έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους σε ασφαλιστικά ταμεία και εργαζομένους, β) δεν τηρούν τα προβλεπόμενα εργασιακά και επαγγελματικά δικαιώματα και γ) δεν τηρούν τον κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας».
Η ασαφής γενικότητα των κριτηρίων αδειοδότησης που τίθενται (ποιος άραγε θα κρίνει ποιος τηρεί και ποιος όχι τη δεοντολογία;) είναι ίσως το μικρότερο κακό που αναμένεται να αντιμετωπίσουν οι σημερινοί μιντιάρχες, εφόσον οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ νομοθετηθούν από την επόμενη Βουλή. Η μεγαλύτερη, ίσως, απειλή, που στην πραγματικότητα θα τους θέσει εκτός παιχνιδιού και θα αποτελέσει τη χαριστική βολή για τους σταθμούς που ήδη εκπέμπουν και έχουν τεράστια συσσωρευμένα χρέη, είναι ότι θα ζητηθεί «καταβολή των οφειλόμενων τελών από τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς αναδρομικά από το 1995».
Ο ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, υποστηρίζει ότι με τα μέτρα αυτά θα επέλθει «εξυγίανση των προβληματικών επιχειρήσεων ΜΜΕ και οριστική αντιμετώπιση της διαπλοκής με το κράτος και τις τράπεζες», ενώ εξαγγέλλει ακόμη «επανασχεδιασμό του χάρτη ραδιοσυχνοτήτων και πρόβλεψη ώστε ο πάροχος ψηφιακής πλατφόρμας να μην ταυτίζεται με τον πάροχο περιεχομένου», καθώς και «νέα ρύθμιση για τη συγκέντρωση στα ΜΜΕ που να ανταποκρίνεται στα γεωγραφικά και πληθυσμιακά δεδομένα της Ελλάδας».
Η κόντρα με το MEGA και η επικείμενη «εκεχειρία»
Η εφαρμοστικότητα των προγραμματικών εξαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ αμφισβητείται από πολλές πλευρές, ενώ δεν λείπουν και όσοι επισημαίνουν ότι κατά το παρελθόν τις καταγγελίες παραγόντων της Κουμουνδούρου κατά συγκεκριμένων Μέσων έχουν διαδεχτεί επαφές, συναντήσεις και συνεννοήσεις που απάλυναν τις εντυπώσεις της επιφαινόμενης πολεμικής έντασης.
Οι σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, άλλωστε, με τους μιντιάρχες έχουν περάσει από σαράντα κύματα. Ακόμη και η φαινομενικά μόνιμη σύγκρουση με το MEGA, που αποτελεί τον πλέον προσφιλή στόχο παραγόντων της Κουμουνδούρου και αρθρογράφων της «Αυγής», έχει γνωρίσει διάφορες φάσεις. Από το απόλυτο εμπάργκο των δελτίων ειδήσεων που είχε κηρυχθεί παλαιότερα, τελευταία υπάρχει περιορισμός μόνο στην εκπομπή «Ανατροπή» του Γιάννη Πρετεντέρη, στην οποία δεν εμφανίζονται στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία επίσης αρνούνται να συμμετάσχουν στις τηλεμαχίες που είναι παρών ο γνωστός σχολιαστής του Μεγάλου Καναλιού. Μένει να φανεί τι θα συμβεί τη βραδιά των εκλογών και αν η προοπτική της νίκης οδηγήσει την Κουμουνδούρου σε μια μεταστροφή…
Γνώστες του μιντιακού παρασκηνίου, πάντως, υποστηρίζουν ότι η εκεχειρία ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές είναι προ των πυλών και ίσως επισφραγιστεί με μια συνεργασία-έκπληξη του Μεγάλου Καναλιού με έναν από τους βασικούς αρθρογράφους της «Αυγής», τον Θανάση Καρτερό. Κατά πληροφορίες, το ζήτημα συζητήθηκε -με σχετική εισήγηση του ισχυρού άνδρα του ΔΟΛ Σταύρου Ψυχάρη- την περασμένη Πέμπτη, στην τελευταία συνεδρίαση, του διοικητικού συμβουλίου του MEGA, οι ιδιοκτήτες του οποίου λέγεται ότι λαμβάνουν μέριμνα για όλα τα μετεκλογικά ενδεχόμενα.
Δεν είναι, εξάλλου η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ορισμένοι, μάλιστα, διαβλέπουν ότι πρόκειται για κίνηση που παραπέμπει στην κατάληξη που είχε η αντίστοιχη κόντρα με τη νεοσύστατη κυβέρνηση Καραμανλή. Ο τότε πρωθυπουργός είχε εξαγγείλει σκληρό αγώνα κατά των «νταβατζήδων», όπως αποκαλούσε τους μιντιάρχες, επιχειρώντας με τον νόμο για τον Βασικό Μέτοχο να αλλάξει τις ιδιοκτησιακές ισορροπίες στα Μέσα και να μειώσει την επιρροή τους. Την ίδια, ωστόσο, περίοδο οι ιθύνοντες του MEGA αποφάσιζαν την αναβάθμιση σε βασική παρουσιάστρια του κεντρικού δελτίου ειδήσεων της Μάρας Ζαχαρέα, συζύγου του Θεόδωρου Ρουσόπουλου, που ήταν ο στενότερος συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή.
Παλαιός διευθυντής του «Ριζοσπάστη» και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ, ο Θανάσης Καρτερός υπήρξε ένας από τους σφοδρότερους επικριτές του MEGA. Σε ένα μάλιστα άρθρο του στην «Αυγή» πριν από έναν χρόνο υποστήριζε ότι «η σύγκρουση του ΣΥΡΙΖΑ με το Μεγάλο Κανάλι προκάλεσε ενθουσιασμό στο πλήθος όσων θεωρούν το εμπόρευμα της συγκεκριμένης εταιρείας των Μπόμπολα - Ψυχάρη - Βαρδινογιάννη κάτι σαν όπιο του λαού».
Υπό τον τίτλο «Ο Μπομπολόκοσμος και οι μποσελβίκοι», ο αρθρογράφος έγραφε χαρακτηριστικά: «Ο Μπομπολόκοσμος φοβάται τη σκιά του, τους αναρχικούς, τους μπολσεβίκους, τους ταραξίες του ΣΥΡΙΖΑ. Κι επειδή φοβούνται είναι επικίνδυνοι. Διότι ποια δημοκρατία, ποια ελευθερία, ποια κοινωνική συνοχή μπορεί να συνυπάρχει με τη φοβισμένη βαναυσότητα μιας συμμορίας που λυμαίνεται την ενημέρωση και την καθημερινότητά μας;».
Ισως και εξ αυτού ο Θανάσης Καρτερός, όπως λένε πηγές από το περιβάλλον του, «δεν προτίθεται να συνεργαστεί» με το MEGA. Κατά άλλες πληροφορίες, το ζήτημα προκάλεσε αναστάτωση και στο στελεχιακό δυναμικό του Μεγάλου Καναλιού, καθώς εκφράστηκε προβληματισμός για την εικόνα που μπορεί να δημιουργηθεί και γι’ αυτή καθαυτή τη συνεργασία, αλλά και εξαιτίας του ελλείμματος τηλεοπτικής εμπειρίας από τον αρθρογράφο της «Αυγής».
Στο πλαίσιο αυτό, την Παρασκευή υπήρξε σύσκεψη στα γραφεία του ΔΟΛ με τη συμμετοχή τόσο των μετόχων Σταύρου Ψυχάρη και Φώτη Μπόμπολα, όσο και του διευθυντή του σταθμού Νίκου Στραβελάκη, αλλά και του Γιάννη Πρετεντέρη, ο οποίος θα έπρεπε να θυσιαστεί για χάρη του Καρτερού και να γίνει «Ιφιγένεια» για τον εξευμενισμό της Κουμουνδούρου. Το ζήτημα έμεινε σε εκκρεμότητα, χωρίς να διευκρινιστεί αν θα υπάρξει κατάληξη, ίσως με την εμφάνιση άλλου φιλοσυριζαίου σχολιαστή στο δελτίο του σταθμού, πριν ή μετά τις εκλογές.
Οπως και να ’χει, το MEGA αποτελεί για τον ΣΥΡΙΖΑ ειδική περίπτωση. Ανθρωποι που ασχολούνται με τα Μέσα λένε ότι είναι το κανάλι που «λατρεύουν να μισούν» οι Συριζαίοι, κάτι που μάλλον και σε πείσμα της γενικευμένης δυσπιστίας της Κουμουνδούρου, δεν ισχύει με τα υπόλοιπα, τουλάχιστον όχι στον ίδιο βαθμό.
Για παράδειγμα, η όξυνση που προκλήθηκε κατά την περίοδο των ευρωεκλογών με τον ΑΝΤ1, εξαιτίας του σχολίου υπέρ της κυβερνητικής σταθερότητας που έκανε την παραμονή της κάλπης δημοσιογράφος του σταθμού, ξεπεράστηκε μάλλον εύκολα και πάντως δεν οδήγησε σε αποκλεισμούς.
Modus vivendi έχει βρεθεί και με τον ΣΚΑΪ του ομίλου Αλαφούζου, με τον οποίο παλαιότερα είχαν υπάρξει αψιμαχίες, κυρίως εξαιτίας των απόψεων συγκεκριμένων σχολιαστών. Σε ήρεμα νερά κυλούν συνήθως οι σχέσεις με τον ALPHA, ίσως και λόγω της παρουσίας του Λάκη Λαζόπουλου στον σταθμό και της διπλής επιρροής που ασκεί τόσο στην Κάντζα όσο και στην Κουμουνδούρου. Αδιατάρακτες, επίσης, δείχνουν και οι σχέσεις της Κουμουνδούρου με το STAR, όπως και ευρύτερα με τον όμιλο Βαρδινογιάννη.
Εκτός από τα ηλεκτρονικά, στο στόχαστρο της Κουμουνδούρου, η οποία συχνά περνά από κόσκινο ακόμη και γελοιογραφίες, μπαίνουν και τα έντυπα Μέσα, κυρίως εκείνα που ανήκουν στους μιντιάρχες που ελέγχουν και το MEGA: ο ΔΟΛ του Σταύρου Ψυχάρη και ο Πήγασος του Γιώργου Μπόμπολα.
Η επιθετική αρθρογραφία της «Αυγής» για τα συσσωρευμένα χρέη των επιχειρήσεων ΜΜΕ θεωρείται ενδεικτική της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ. Με τίτλους, όπως «ένεση για προπαγάνδα», το δημοσιογραφικό όργανο αντιδρά κάθε φορά που γίνεται λόγος για ρύθμιση χρεών των μιντιαρχών, αναδεικνύοντας τη ζημιογόνο οικονομική δραστηριότητα του ΔΟΛ και του Πήγασου, αλλά και τις υποχρεώσεις από τραπεζικό δανεισμό.
«Θα πω στον Μπόμπολα να πληρώσει»
Το ζήτημα της επιθετικής αντιμετώπισης της «διαπλοκής» από μια επόμενη κυβέρνηση είχε θέσει παλαιότερα και ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας. Σε συνομιλία του με τη Σουηδή δημοσιογράφο Κάισα Εκις Εκμαν, την οποία η τελευταία περιέλαβε σε βιβλίο με τον τίτλο «Κλεμμένη Ανοιξη» που κυκλοφόρησε και στα ελληνικά, ήταν άκρως επιθετικός. «Τα συμφέροντά μας είναι αντίθετα», είχε αντιτείνει ο κ. Τσίπρας στο ερώτημα της δημοσιογράφου αν του τηλεφωνούν επιχειρηματίες, αναφέροντας ονόματα όπως του Μπόμπολα και του Κόκκαλη.
«Σκοπεύουμε να καθιερώσουμε τους κανόνες εκείνους για τα ΜΜΕ που είναι απαραίτητοι σε κάθε δημοκρατία, όπως έγινε στην Αργεντινή. Εδώ είμαστε ζούγκλα, οι καπιταλιστές κάνουν ό,τι θέλουν. Θα πω, λοιπόν, του Μπόμπολα ότι αν θέλει να κρατήσει τις επιχειρήσεις και τα ΜΜΕ του, θα πρέπει πρώτα να καταβάλει τους φόρους και τα χρέη που του αναλογούν στην τράπεζα», συμπλήρωσε και κατέληξε: «Ο Μπόμπολας χρωστάει 280 εκατ. ευρώ για τις εφημερίδες του και κανείς δεν του τα έχει ζητήσει. Ιδού το διεφθαρμένο τρίγωνο: τράπεζες - πολιτικοί - ΜΜΕ».
Η κόντρα για την Αττική Οδό
Αλλά ούτε ο κ. Σταθάκης ανοίγει για πρώτη φορά ενοχλητικά ζητήματα για τους αποκαλούμενους ολιγάρχες. Ηταν ο ίδιος που πριν από δύο χρόνια είχε προαναγγείλει την πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να καταγγείλει τη σύμβαση για την Αττική Οδό. Επικαλούμενος στοιχεία για την αυξημένη, σε σχέση με την πρόβλεψη, κίνηση, είχε συμπεράνει ότι «η απόσβεση από τα 20 χρόνια που είχε συμφωνηθεί, επιτεύχθηκε στα 10 χρόνια».
Κατά την άποψη που είχε εκφράσει τότε ο κ. Σταθάκης, «πρέπει να γίνει καταγγελία της σύμβασης ή μια νέα συμφωνία με τον παραχωρησιούχο προκειμένου τα έσοδα να πηγαίνουν υπέρ του Δημοσίου». Οι ιθύνοντες της Αττικής Οδού, κατ’ ουσίαν, δηλαδή, η οικογένεια Μπόμπολα, είχαν αντιτείνει ότι το τέλος των διοδίων είναι κατά 30% φθηνότερο από το αρχικά συμφωνηθέν, υποστηρίζοντας ότι η σύμβαση προβλέπει πρόωρη επιστροφή του έργου στο Δημόσιο, εάν η μέση απόδοση του κεφαλαίου προς τους μετόχους ξεπεράσει σε ποσοστό το 11,6%.
«Με απλά λόγια, προβλέπεται διακοπή της σύμβασης αφού πρώτα αποπληρωθούν τα δάνεια και οι τόκοι των τραπεζών, καλυφθούν τα έξοδα λειτουργίας και συντήρησης και στη συνέχεια αποπληρωθούν στους μετόχους της Αττικής Οδού (όμιλος ΕΛΛΑΚΤΩΡ, όμιλος J&P, Τράπεζα Πειραιώς) τα ίδια κεφάλαια ύψους 174 εκατ. ευρώ, τα οποία επενδύθηκαν κατά την κατασκευαστική περίοδο (πριν από 15 χρόνια περίπου) και η σχετική τους απόδοση», απάντησαν οι υπεύθυνοι της Αττικής Οδού.
Στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από αυτή την αψιμαχία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επανήλθε στο θέμα, ίσως και επειδή, στο μεταξύ, βελτιώθηκαν οι σχέσεις της ηγεσίας της Κουμουνδούρου με την οικογένεια Μπόμπολα, κάτι που έγινε εμφανές με τη «γραμμή» της «ευμενούς ουδετερότητας» που τηρούν σταθερά το τελευταίο διάστημα τα μέσα ενημέρωσης («Εθνος» και «Ημερησία») που ανήκουν στον ίδιο επιχειρηματικό όμιλο. «Οι φωτογραφίες των κυρίων Σαμαρά και Τσίπρα στην πρώτη σελίδα είναι μετρημένες με το υποδεκατόμετρο για να είναι στο ίδιο ακριβώς μέγεθος», παρατηρούν προσεκτικοί αναγνώστες των εντύπων του Πήγασου.
«Ο πόλεμος στη διαπλοκή»
Στη συνέντευξη στους «Financial Times», ο κ. Σταθάκης δεσμεύεται πως μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα ελέγξει τρεις τομείς της ελληνικής οικονομίας, στους οποίους οι μεγιστάνες του πλούτου εμφανίζονται ιδιαίτερα ενεργοί: στα media, στις κρατικές προμήθειες και στο real estate. Και παράλληλα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα βάλει στον πάγο το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, κυρίως όπου διαφαίνονται «αμφιλεγόμενα deals». Οπως εκτιμά η εφημερίδα, σε κίνδυνο θα βρεθούν δύο μεγάλα deals: το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού και τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια.
«Αυτά τα δύο deals πρέπει να εγκριθούν από την ελληνική Βουλή. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλθει στην εξουσία, αυτό μπορεί να μη γίνει», προειδοποίησε ο κ. Σταθάκης. Η τοποθέτηση αυτή προκάλεσε πολλές απορίες για το πώς θα καλυφθεί το κενό των 1,23 δισ. ευρώ που προβλέπεται να εισπράξει το Ελληνικό Δημόσιο μέσα στο πρώτο πεντάμηνο του 2015 από την αποκρατικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων, η λειτουργία των οποίων κατακυρώθηκε σε κοινοπραξία με προεξάρχουσα τη γερμανική Fraport που έχει τον έλεγχο των μεγαλύτερων αεροδρομίων παγκοσμίως και, όπως λένε παράγοντες της αγοράς, πρότεινε υπερδιπλάσιο τίμημα από τις υπόλοιπες εταιρείες που συμμετείχαν στον διαγωνισμό.
Τα λεγόμενα του κ. Σταθάκη, πάντως, δεν είναι άσχετα με τις αναφορές που υπάρχουν στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που εγκρίθηκε τις προηγούμενες ημέρες και περιέχει πομπώδεις εκφράσεις για «πόλεμο ενάντια στη διαπλοκή, στη διαφθορά και το οικονομικό έγκλημα» που θα εξαπολυθεί από την επόμενη κυβέρνηση. Μέσα σε αυτό το κλίμα εντάσσεται προφανώς και η εξαγγελία για συνένωση όλων των ελεγκτικών μηχανισμών, οι οποίοι θα υπαχθούν απευθείας στον πρωθυπουργό.
Αν και στην Κουμουνδούρου υποστηρίζουν ότι η εξαγγελία αυτή στοχεύει στη γρήγορη διαλεύκανση των υποθέσεων που εκκρεμούν (λίστα Λαγκάρντ κ.ά.), κάτι που θα εξασφαλίσει ένα μεγάλο μέρος από τους πόρους που απαιτούνται για το κοινωνικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, δεν λείπουν και εκείνοι που επισημαίνουν τους κινδύνους από μια τέτοια υπερσυγκέντρωση, την οποία, αν είχε αποτολμήσεις άλλη κυβέρνηση, τα στελέχη της Κουμουνδούρου θα είχαν βγει στα κεραμίδια...