Του Αλέξη Παπαχελά
Τα σαλόνια των αθηναϊκών...
ξενοδοχείων είναι γεμάτα τις καθημερινές από ανθρώπους οι οποίοι συζητούν και ξανασυζητούν «τι θα κάνουμε γιατί... κάτι πρέπει να γίνει».
Σας διαβεβαιώ ότι δεν κάνουν απολύτως τίποτα. Ορισμένοι νιώθουν προφανώς πολύ σημαντικοί γιατί ανακυκλώνεται συνεχώς το όνομά τους, άλλοτε ως επικεφαλής κάποιου νέου κόμματος, άλλοτε ως υποψήφιοι σωτήρες.
Μερικοί άλλοι ειδικεύονται στην κριτική του λαού και της κοινωνίας. Θεωρούν, δηλαδή, ότι θα έπρεπε να τους καλέσει η κοινωνία να κατέβουν από το Βουνό και να εμφανισθούν σαν προφήτες για να τη σώσουν, αλλά με λύπη τους διαπιστώνουν ότι οι πολίτες δεν έχουν ωριμάσει αρκετά.
Μου θυμίζουν κάποιον μακρινό μου πρόγονο ο οποίος ουδέποτε εξελέγη βουλευτής, αν και το ήθελε πολύ, γιατί διακήρυσσε ότι τον ενδιαφέρουν μόνο «εκλεκτές ψήφοι».
Κάποιοι πάλι συνωμοτούν πρωί, μεσημέρι, βράδυ με την υπόσχεση ότι όπου να ’ναι θα προκύψει κάποιο νέο άφθαρτο πολιτικό σχήμα. Όλο αυτό μοιάζει με ένα μεγάλο, ναρκισσιστικό πανηγύρι που δεν βγάζει πουθενά.
Έχω κουρασθεί να ακούω δικαιολογίες από όσους φτάνουν στο παρά πέντε και στο τέλος διστάζουν να εμπλακούν με την πολιτική. Το περίφημο τάιμινγκ δεν θα είναι ποτέ το ιδανικό, δεν υπάρχει κίνηση χωρίς ρίσκο ούτε πείραμα σε τέλειες συνθήκες στην πολιτική. Το αν πρέπει να ωριμάσουν πρώτα οι ιδέες και μετά να προκύψει κάτι καινούργιο είναι επίσης αστείο ως ζήτημα συζήτησης.
Γεγονός είναι ότι κάτι πρέπει να γίνει. Το κομμάτι της κοινωνίας που δουλεύει σκληρά, πληρώνει φόρους, τηρεί τους νόμους και πιστεύει σε μια ευρωπαϊκή προοπτική με τολμηρές μεταρρυθμίσεις είναι απελπισμένο, αν όχι αηδιασμένο.
Έχει, όμως, τις δικές του ευθύνες. Έκανε το λάθος να σνομπάρει την πολιτική την οποία άφησε στους φαύλους, τους ανεπάγγελτους και τους γραφικούς. Η Νέα Δημοκρατία δεν είχε ποτέ τόσα λούμπεν στοιχεία, γιατί στην καρδιά της βρίσκονταν εκπρόσωποι του δυναμικού αστικού κόσμου της χώρας.
Πού πήγαν οι Παπαληγούρες, οι Αβέρωφ, οι Τσάτσοι, οι Τρυπάνηδες; Τώρα ποιος φταίει, θα ρωτήσετε. Δύσκολο να το πει κανείς. Ηταν όμως λάθος να σνομπάρουν την πολιτική άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τα κοινά και αγωνιούν για τον τόπο. Είναι υποχρέωσή τους να μη σνομπάρουν τα παλιά ή τα καινούργια κόμματα, να εμπλακούν στις τοπικές κοινωνίες, σε δημοτικά συμβούλια, όπου μπορεί ο καθένας.
Δεν μπορούμε να γκρινιάζουμε για το επίπεδο της πολιτικής εκπροσώπησής μας και να μην κάνουμε τίποτα γι’ αυτό. Προσωπικά τρέφω σεβασμό για όσους αποφασίζουν να αναμειχθούν σήμερα με την πολιτική, να ενεργοποιηθούν σε καθιερωμένα κόμματα ή να δοκιμάσουν νεοπαγή.
Θέλει θάρρος και γερά νεύρα. Δεν υπάρχει όμως άλλη λύση. Αν αφήσουμε την πολιτική στους παλαβούς, τους γραφικούς και τους ακραίους η μοίρα μας δεν θα είναι καλή.
Σηκωθείτε, λοιπόν, από τους καναπέδες της ομαδικής ψυχανάλυσης, τις αναπαυτικές πολυθρόνες των κορυφαίων αναλύσεων και μπείτε στο καμίνι της πολιτικής. Αν όχι, παράκληση να σταματήσετε να γκρινιάζετε και το έργο θα συνεχισθεί με τον θίασο που έχουμε...