Δεν θα περίμενε κανείς θαύματα από...
τη μια μέρα στην άλλη, ούτε και θα είχε την αξίωση να εκλείψουν αδικίες και ανισότητες τις οποίες η κρίση προκάλεσε τα τελευταία χρόνια. Αλλά μια αποφασιστικότερη πολιτική στο πρόβλημα της υπερφορολόγησης όχι μόνο την αναμένει, αλλά και την αξιώνει. Στο κάτω κάτω ρητή δέσμευση και του Α. Σαμαρά και του Ευ. Βενιζέλου είναι η δημιουργία ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος. Οφείλουν να την τηρήσουν.
Εξυπακούεται, φυσικά, ότι κανείς δεν επιθυμεί την αναπαραγωγή ελλειμμάτων και την επιστροφή στις απαράδεκτες καταστάσεις του 2009. Αυτό, όμως, δεν δικαιολογεί τη διατήρηση της υπερφορολόγησης, την οποία μας επέβαλαν οι εταίροι και δανειστές μας, ούτε και την ανανέωση της ισχύος χαρατσιών που υποτίθεται ότι θα είχαν συγκεκριμένη χρονική διάρκεια.
Δημοσιονομικά πάμε καλύτερα από όσο αναμέναμε. Για ποιο λόγο, λοιπόν, το επίτευγμα αυτό δεν μεταφράζεται σε φορολογικές ελαφρύνσεις, έτσι ώστε και η αγοραστική δύναμη των ασθενέστερων και των μεσαίων εισοδηματικά τάξεων να ενισχυθεί, αλλά και το εύρος των οφειλών τους να περιοριστεί κάπως;
Η χώρα έχει μπει πια σε αναπτυξιακή τροχιά και βάσιμα δικαιούμαστε να προσβλέπουμε σε τόνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και σε σταδιακή μείωση της ανεργίας. Αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για να συμβούν όλα αυτά είναι να υπάρχει και να λειτουργεί η εσωτερική αγορά. Μόνο που αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη καταναλωτικού κοινού.
Τα γνωρίζουν όλα αυτά στην κυβέρνηση. Οσο τα χαράτσια και η φορολογία θα απομυζούν το ήδη περιορισμένο εισόδημα της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών, ελπίδες για επίτευξη ανάπτυξης υψηλών ρυθμών δεν μπορούν να υπάρξουν. Οπως δεν γίνεται να δυστυχούν κράτη των οποίων οι πολίτες ευημερούν, έτσι δεν γίνεται και να ευημερούν κράτη των οποίων οι πολίτες δυστυχούν.