Ως το λιγότερο επιτυχημένο από όλα τα προγράμματα της...
τρόικας που εφαρμόστηκαν σε χώρες της ευρωζώνης, χαρακτηρίζει σε μελέτη του το think tank Bruegel (για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) στην οποία εξετάζεται η «αποτυχία» και η «επιτυχία» των προγραμμάτων της τρόικας στην ευρωζώνη...
Εξάλλου, σε ξεχωριστή μελέτη επίσης του Bruegel για το δρόμο προς την έξοδο από τα προγράμματα βοήθειας, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί ένα τρίτο πρόγραμμα. Στη συγκεκριμένη έκθεση αναφέρεται ότι η Ελλάδα είναι απίθανο να βρίσκεται σε θέση να βγει από το πρόγραμμα το Δεκέμβριο του 2014.
Ένα τρίτο πρόγραμμα θα χρειαστεί μέχρι το 2030, σε συνδυασμό με ενισχυμένες δεσμεύσεις από την Ελλάδα για μεταρρυθμίσεις, μια ευρωπαϊκή ώθηση στην ανάπτυξη στην περιφέρεια της ευρωζώνης και προθυμία από την πλευρά των δανειστών για τη μείωση του κόστους δανεισμού, εάν τα επίπεδα χρέους αποδειχθούν μη βιώσιμα παρά το ότι η Ελλάδα πληροί τις προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα, θα χρειαστεί ένα πρόγραμμα 40 δισ. ευρώ μέχρι το 2030 για να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό, ώστε η Ελλάδα να μην χρειαστεί να δανείζεται από την αγορά.
Στη μελέτη που εκπόνησε το think tank για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, επιχειρείται μια συστηματική αποτίμηση της οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο.
Και τα τέσσερα προγράμματος, και ιδίως το ελληνικό, είναι πολύ μεγάλης κλίμακας σε σχέση με προηγούμενη διεθνή προγράμματα, καθώς οι μακροοικονομικές ανισότητες και η απώλεια της ανταγωνιστικότητας που συσσωρεύτηκαν πριν από τα προγράμματα, ήταν τεράστιες.
Ωστόσο, επισημαίνει το Bruegel, τα προγράμματα βασιζόταν σε πολύ αισιόδοξες εκτιμήσεις σχετικά με την προσαρμογή και την ανάκαμψη στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία. Και στις τέσσερις χώρες, η ανεργία αυξήθηκε πολύ περισσότερο από ό,τι αναμενόταν.
Αν και οι δημοσιονομικοί στόχοι επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό, τα ποσοστά χρέους ως προς το ΑΕΠ εκτινάχθηκαν περισσότερο από τις εκτιμήσεις, εξαιτίας της κατακόρυφης συρρίκνωσης του ΑΕΠ.
Η επιδείνωση του ΑΕΠ οφείλεται σε τέσσερις παράγοντες: στους μεγαλύτερους από ό,τι αναμενόταν δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές, στο φτωχότερο εξωτερικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης και μιας ανοιχτής συζήτησης για διάσπαση της ευρωζώνης, στην υποτίμηση της αρχικής πρόκλησης και στην αδυναμία των διοικήσεων.
Το ελληνικό πρόγραμμα είναι το λιγότερο επιτυχημένο, τονίζει το Bruegel. Η Ιρλανδία τελείωσε με επιτυχία το πρόγραμμα τον Δεκέμβριο του 2013, αλλά τα προβλήματα παραμένουν στο τραπεζικό σύστημα. Η έξοδος από το πρόγραμμα για την Πορτογαλία το Μάιο του 2014, φαίνεται εφικτός στόχος αλλά θα πρέπει να συνοδεύεται και από μία πιστωτική γραμμή.
«Είναι νωρίς να κάνουμε δηλώσεις για το κυπριακό πρόγραμμα, το οποίο ξεκίνησε μόλις το Μάιο του 2013, αλλά μπορούμε με ασφάλεια να δηλώσουμε πως έχουν συμβεί και εκεί μεγάλες αποτυχίες τόσο από τα εθνικά όσο και από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, πριν από την έναρξη του προγράμματος».
Αναφορικά με την Ελλάδα υποστηρίζει ότι θα πρέπει να υπάρχει μια επιφυλακτική στάση λόγω της κατάστασης οικονομικής δυσπραγίας και των ισχυρών αντιξοοτήτων που απειλούν τη δημοσιονομική και οικονομική σταθερότητα της Ελλάδα. «Επομένως, είναι δύσκολο να δούμε ένα τέλος στο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας ή στην επανάκτηση της πρόσβασης στις αγορές».
Όπως αναφέρει, η διόρθωση των μεγάλων ανισορροπιών στην ελληνική οικονομία, είναι αντίστοιχη με μια τιτάνια πρόκληση. Ο συνδυασμός του μεγάλου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, μια υπερτιμημένη συναλλαγματική οικονομία, ένα εύθραυστο κυβερνητικό καθεστώς και ένας αδύναμος και κλειστός επιχειρηματικός κλάδος, σήμαιναν από την αρχή ότι η προσαρμογή θα αποδεικνυόταν δύσκολη.
Το Bruegel υποστηρίζει επίσης ότι το πολιτικό αίνιγμα επιδεινώθηκε περαιτέρω από την αρχική ευρωπαϊκή αναποφασιστικότητα σχετικά με το πώς να αντιμετωπίσει μια κρίση χρέους σε μια νομισματική ένωση, από την αυξημένη εχθρότητα έναντι του να αναληφθεί περαιτέρω βοήθεια προς την Ελλάδα, και ακόμη και από τις απειλές εκδίωξης της Ελλάδας από το ευρώ. Υπό αυτές τις συνθήκες, το γεγονός ότι η Ελλάδα κατάφερε να παραμείνει στην ευρωζώνη, μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία.
Για να καθορίσει την «επιτυχία» των προγραμμάτων της τρόικας στις χώρες της ευρωζώνης, το Bruegel θέτει τρία διαφορετικά κριτήρια. Το πρώτο είναι εάν πέτυχε να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες ώστε η χώρα να ανακτήσει πρόσβαση στην αγορά, το δεύτερο αφορά τους όρους του δανείου και εάν αυτοί διατυπώθηκαν με τον καλύτερο τρόπο ώστε να επιτραπεί η προώθηση της συμμόρφωσης. Τέλος, το τρίτο κριτήριο εξετάζει τις προσδοκίες και τα αποτελέσματα και το εάν οι εκτιμήσεις του προγράμματος επιβεβαιώθηκαν.
Και εξηγεί ότι με βάση και τα τρία κριτήρια, η οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτυχημένη σε αυτό το στάδιο. Η ανταγωνιστικότητα των τιμών δεν μπορεί να πει κανείς ότι έχει αποκατασταθεί, η πρόσβαση στις αγορές το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα επιτευχθεί στο προσεχές μέλλον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προχωρούν με βραδύ ρυθμό και οι εκτιμήσεις του προγράμματος της τρόικας αποδείχθηκαν λανθασμένες.
«Η Ελλάδα έμεινε στο ευρώ, μια επιστροφή στις αγορές μπορεί να γίνει δυνατή, αλλά σίγουρα το πρόγραμμα μπορεί να θεωρηθεί ως το λιγότερο επιτυχημένο στην ευρωζώνη. Το ζήτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης έχει γίνει πιο σημαντικό, ωστόσο μικρή πρόοδος έχει σημειωθεί στο να μειωθούν τα θεμελιώδη προβλήματα της ανεργίας, ιδιαίτερα για τους νέους, μέχρι σήμερα. Συνολικά, ο δρόμος προς μια επιτυχημένη έξοδο από το πρόγραμμα, δεν είναι ακόμη πλήρως χαρτογραφημένος και ορατός».