Του Γιάννη Παπαδημητρίου
Αλήθειες και ψέµατα γύρω από την αγροτική επιχειρηµατικότητα, τις...
δυσκολίες της και τις δυνατότητές της να προσφέρει εισοδήµατα σε όσους «φλερτάρουν» εξ ανάγκης µε την ιδέα.
H αγροτική επιχειρηµατικότητα, ένας όρος που στην Ελλάδα έγινε της «µόδας» τα τελευταία τρία χρόνια, από τη µία κυοφορεί τις ελπίδες και τις προσπάθειες για αναγέννηση του πρωτογενούς τοµέα, από την άλλη περιβάλλεται από δεκάδες µύθους, συντηρουµένους εν µέρει από τα ΜΜΕ, που κυρίως σχετίζονται µε τις φουσκωµένες στρεµµατικές αποδόσεις διάφορων καλλιεργειών και µε τις θαυµατουργές εξαγωγές.
Από απολυµένους, που αποφάσισαν να επιστρέψουν στο χωριό για να αξιοποιήσουν τα παρατηµένα οικογενειακά χωράφια, µέχρι επαγγελµατίες «εξαφανισµένων» κλάδων, π.χ. εργολάβους, η ελληνική γη, µε τις ελλιπείς υποδοµές και τα σηµαντικά περιβαλλοντικά προβλήµατα που δηµιούργησαν οι κακές γεωργικές πρακτικές, υποδέχεται απότοµα ένα κύµα ανθρώπων που αναζητούν την τύχη τους στη γεωργία και τη µεταποίηση αγροτικών προϊόντων.
Υπάρχει περίπτωση, µέσα από αυτήν τη στροφή στον αγρό, να προκύψουν αγροτικοί επιχειρηµατίες και µικροµεσαίες επιχειρήσεις, που µελλοντικά θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά της εθνικής οικονοµίας, ή όλος αυτός ο ενθουσιασµός θα καταλήξει σε µία ακόµη «φούσκα»;
Σύµφωνα µε τα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, την περίοδο 2007-2013, 8.155 άτοµα, έως 40 ετών, εντάχθηκαν στο πρόγραµµα νέων αγροτών. Το ενθαρρυντικό είναι πως αυτή η καινούργια αγροτική τάξη, που φαίνεται σταδιακά να διαµορφώνεται, έχει σαφώς διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από τις προηγούµενες γενιές.
Οπως προκύπτει από έρευνα της Αµερικανικής Γεωργικής Σχολής για το 2012, σε δείγµα 1.058 ατόµων στο νοµό Θεσσαλονίκης, οι νέοι αγρότες είναι κατά µέσον όρο 12 χρόνια νεότεροι, κατέχουν πτυχίο τριτοβάθµιας εκπαίδευσης, χειρίζονται το ∆ιαδίκτυο, αναγνωρίζουν την αξία της ποιότητας στην παραγωγή πρώτης ύλης και, το βασικότερο, προσεγγίζουν τη γεωργία επιχειρηµατικά. Βέβαια, η αγροτική επιχειρηµατικότητα σίγουρα δεν ταιριάζει σε όλους.
Εκτός από το ότι κρύβει πολλές παγίδες, καθώς η φύση είναι απρόβλεπτη, προϋποθέτει και την εκ βάθρων αλλαγή της αστικής νοοτροπίας.
«Γεωργία δεν γίνεται µε τηλεχειριστήριο»
Το Κέντρο Αγροδιατροφικής Επιχειρηµατικότητας της ΑΓΣ, το οποίο ξεκίνησε πέρυσι µε στόχο να αναδείξει επιχειρηµατικές ιδέες ατόµων που επιθυµούν να σταδιοδροµήσουν στην αγροτική παραγωγή-µεταποίηση, περιλαµβάνει σεµινάρια κατάρτισης οικονοµικού σχεδίου, αξιολόγησης της αποδοτικότητάς του και βασικών αρχών ίδρυσης µιας µικροµεσαίας αγροδιατροφικής επιχείρησης. Οµως, το πρώτο µάθηµα δεν έχει καµία σχέση µε όλα αυτά.
«Η µετάβαση στον αγρό απαιτεί µεγάλες θυσίες, τις οποίες οι συµµετέχοντες συνήθως αγνοούν. Πρέπει να προσαρµοστούν στα ωράρια της φύσης και να ξεχάσουν τον αστικό τρόπο ζωής. Γεωργία δεν γίνεται µε τηλεχειριστήριο», ξεκαθαρίζει ο Βαγγέλης Βέργος, διευθυντής του κέντρου.
Το δεύτερο πράγµα που διδάσκονται είναι να προσανατολιστούν στον αγροδιατροφικό τοµέα και όχι να περιοριστούν στην αγροτική παραγωγή. «Και την πιο ποιοτική πρώτη ύλη να παράγεις, αν δεν βρεις τρόπους να τη µεταποιήσεις, το κέρδος σου θα έχει µικρό “ταβάνι”. Γι’ αυτό, παροτρύνουµε τους σπουδαστές να επεξεργάζονται ιδέες που σχετίζονται µε την αγροδιατροφή, η οποία αναµφισβήτητα είναι το µέλλον της γεωργίας.
Από τον αγρό στο πιάτο, εκεί βρίσκεται πλέον το “κλειδί” της επιτυχίας, και ας είναι οι ποσότητες περιορισµένες. ∆εν αργεί ο καιρός που οι αγρότες θα παράγουν συγκεκριµένα τρόφιµα για ειδικές οµάδες πληθυσµών, όπως για παράδειγµα το αλεύρι χωρίς γλουτένη», καταλήγει.
Οι απελπισµένοι και τα γκότζι µπέρι
Κάτι άλλο που πρέπει να έχουν υπόψη όσοι θέλουν να γίνουν επιχειρηµατίες του αγρού, είναι να καταστρώνουν βιώσιµα οικονοµικά πλάνα, τα οποία θα βασίζονται σε ενδελεχή έρευνα για την καλλιέργεια µε την οποία θα ασχοληθούν. «Τα άτοµα που έρχονται σ’ εµάς είναι συνήθως απελπισµένα και βιάζονται να βγουν από το αδιέξοδό τους.
Τις προάλλες, µε επισκέφτηκε ένας οδηγός ντελίβερι που ήθελε να φτιάξει κρασί χωρίς να έχει καµία ιδέα από αµπέλια. Προφανώς τον απέτρεψα», µου λέει ο κ. Νίκος Χαραλάµπους, υπεύθυνος ενηµέρωσης νέων αγροτών στη Γενική ∆ιεύθυνση Αγροτικής Οικονοµίας Θεσσαλονίκης.
Γνωρίζοντας ότι αξιολογεί τους φακέλους που υποβάλλονται για ένταξη στα προγράµµατα ενίσχυσης, τον ρωτάµε πόσο επηρεάζονται οι άνθρωποι από τα ΜΜΕ. «Οι περισσότεροι ακούν για τις επιδοτήσεις νέων αγροτών και νοµίζουν πως µοιράζουµε χρήµατα.
Αλλοι έρχονται µε φουσκωµένα µυαλά από τις απίθανες αποδόσεις που διάβασαν στο ∆ιαδίκτυο και πιστεύουν ότι θα πλουτίσουν αν σπείρουν γκότζι µπέρι ή ιπποφαές. Τους συνιστούµε προσοχή και εγκράτεια.
Εµάς µας ενδιαφέρει να δηµιουργούµε επιτυχηµένες θέσεις εργασίας, όχι ευκαιριακές απασχολήσεις». Απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραµµα των νέων αγροτών (επιδότηση έως 17.500 ευρώ), πέραν των ηλικιακών και γεωγραφικών περιορισµών, είναι η σύνταξη ενός βιώσιµου σχεδίου µε ορίζοντα δεκαετίας (κοστίζει κατά µέσον όρο 1.000 ευρώ και το συντάσσει ιδιώτης γεωπόνος). Το εγχείρηµα δεν είναι απλό, αν υπολογίσει κανείς ότι το διάστηµα 2010-2013 εξακόσιοι δικαιούχοι δεν µπόρεσαν να ανταποκριθούν και απεντάχθηκαν.
Πάντως, ακόµη και για όσους δεν αποζητούν την κρατική ενίσχυση, το στοίχηµα της διάρκειας πρέπει να κερδηθεί. «Το οικονοµικό σχέδιο δεν σου εξασφαλίζει την επιτυχία. Μπορεί να ξοδέψεις 1.500 ευρώ απλώς για να διαπιστώσεις ότι το κόστος παραγωγής είναι πολύ πάνω από τα αναµενόµενα έσοδα. Κέρδος είναι και αυτό, σε γλιτώνει από το στραπάτσο», σηµειώνει ο Φίλιππος Παπαδόπουλος, οικονοµολόγος και διευθυντής στο Κολέγιο «Περρωτής».
«∆εν θα πρότεινα σε κανέναν να ξεκινήσει κάτι αν δεν υπάρχει ένας σταθερός µισθός στην οικογένεια. Μικροµεσαίος επιχειρηµατίας, που στέκεται µόνο στο πόδι της επιχειρηµατικότητας, δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες επιβίωσης. Τι θα κάνει στην πρώτη στραβή;»
OLEUS / παραγωγή - τυποποίηση ελαιολαδου / Στο τελευταίο στάδιο µιας µεγάλης επένδυσης
Οι αδελφοί Λεωνίδας και Γιάννης Μουχλιάρης, 27 και 24 χρόνων αντίστοιχα, µε καταγωγή από τα Γιαννιτσά, επέλεξαν το 2010 να επενδύσουν το πατρικό κεφάλαιο, ύψους 150.000 ευρώ, στην παραγωγή βιολογικού ελαιολάδου. Αγόρασαν 70 στρέµµατα στους πρόποδες του Πάικου, φύτεψαν 2.000 ελιές και φέτος έβαλαν µπρος να στήσουν ένα µικρό τυποποιητήριο.
Ο προϋπολογισµός του αγγίζει τις 500.000 ευρώ, ενώ το 40% της επένδυσης επιδοτείται από τον αναπτυξιακό νόµο. Επειδή η περιοχή τους δεν φηµίζεται στο εξωτερικό για το λάδι της -και µέχρι να αποκτήσουν πλήρη παραγωγή από τις δικές τους ρίζες που θα διαθέτουν στην τοπική αγορά-, επέλεξαν έναν ελαιοπαραγωγό στη διάσηµη για το λάδι της Μεσσηνία, «έκλεισαν» µια ποσότητα το χρόνο, απέκτησαν επαφές στις ΗΠΑ και ανέθεσαν στον ∆ηµήτρη Ανδρέου και τη New Communication τη δηµιουργία του brand.
Το λάδι «Oleus» από την ερχόµενη άνοιξη θα διατίθεται στην Αµερική. Αν και η επωνυµία δεν σηµαίνει τίποτα, είναι σύντοµη, εύηχη και ευανάγνωστη και παραπέµπει σε κάτι µεσογειακό. Η λιτή µαύρη ετικέτα στο µπουκάλι προσδίδει εκλεπτυσµένο χαρακτήρα. Τα δύο αδέλφια έχουν υπολογίσει ότι µε τα χρήµατα των εξαγωγών θα έχουν τη δυνατότητα να χρηµατοδοτούν τις ελιές τους και να κάνουν απόσβεση στο κεφάλαιο που επένδυσαν.
«Κινούµαστε σε δύο κατευθύνσεις για να µοιράσουµε το επιχειρηµατικό ρίσκο. Σχεδιάσαµε διαφορετικές στρατηγικές για τα προϊόντα µας, τις οποίες ακολουθούµε κατά γράµµα. Μόνο έτσι θα µπορέσουµε σε δύο-τρία χρόνια να ζούµε από τις ελιές», αναφέρει ο Λεωνίδας.
Bioterra / βιολογικά αυγά - Βιοπορισµός στο πατρικό κτήµα µέχρι τη σύνταξη
Το 2010, η 53χρονη Κυριακή Καραγκιολίδου, αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στην υψηλή φορολογία, αποφασίζει να κλείσει το κατάστηµα παιδικών ρούχων στον Αγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης και να βιοποριστεί από το πατρικό αγρόκτηµα, συνολικής έκτασης 5,5 στρεµµάτων. Αφού παρακολούθησε σεµινάρια αρωµατικών φυτών και πτηνοτροφίας στο Κολλέγιο «Περρωτής» (28 ώρες/260 ευρώ ανά κύκλο), οργάνωσε µεθοδικά την αυγοπαραγωγή της.
«Επέλεξα να ασχοληθώ µε τα χωριάτικα αυγά ελευθέρας βοσκής, διότι πίστευα ότι η βιολογική αγορά βρισκόταν σε κάµψη. Ο µέσος Ελληνας πλέον δεν µπορεί να δώσει µισό ευρώ για ένα αυγό», υποστηρίζει η ίδια. Τρία χρόνια µετά, αισθάνεται δικαιωµένη. Παράγει ηµερησίως περίπου 200 χωριάτικα αυγά µε την επωνυµία «Bio Terra», τα οποία διαθέτει σε γνωστή αλυσίδα φούρνων της Θεσσαλονίκης.
Οσα περισσεύουν τα εµπορεύεται στη λιανική, µαζί µε τα λαχανικά του µπαξέ της και τις πίτες που φτιάχνει. Μπορεί να µην πλούτισε, όµως εξασφάλισε έναν ρεαλιστικό τρόπο επιβίωσης για τα χρόνια µέχρι να φτάσει σε ηλικία σύνταξης.
Πώς στέλνεις λάδι στη Γερµανία;
Οι περισσότεροι παραγωγοί ονειρεύονται ότι θα ταξιδέψουν τα προϊόντα τους σε όλο τον κόσµο, αγνοώντας ουσιώδη προαπαιτούµενα. «Κατ’ αρχάς, για να συνεργαστείς µε εθνική αλυσίδα σούπερ µάρκετ στη Γερµανία, όπως η Lidl και η Aldi, πρέπει να έχεις µεγάλη παραγωγή (η ελάχιστη ποσότητα για έναν οινοποιό αγγίζει τα 200.000 µπουκάλια ετησίως)», εξηγεί ο Γερµανός Ραλφ Ούρµπαν, ιδιοκτήτης της Wine and nature, µιας εταιρείας στο Αµβούργο που συνεργάζεται µε Ελληνες οινοπαραγωγούς.
«∆εύτερον, τα περιθώρια κέρδους, αν δεν έχεις βιοµηχανική παραγωγή, είναι εξαιρετικά συµπιεσµένα. Η ακριβότερη φιάλη στα µαζικά υπερµάρκετ δεν ξεπερνάει τα 4,5 ευρώ. Γι’ αυτό, εγώ θα συνιστούσα καταστήµατα που ενδιαφέρονται περισσότερο για τη γαστρονοµία, όπως είναι η Metro ή µικρότερα ντελικατέσεν· εκεί οι τιµές είναι ανάλογες της ποιότητας των προϊόντων».
Επίσης απαιτείται µια σηµαντική επένδυση στα κανάλια διανοµής και στην προώθηση του προϊόντος. «Για να σε συµπεριλάβει η Metro στη λίστα της, ζητάει 5.000 ευρώ ως εγγύηση. Αν το προϊόν σου δεν “τραβήξει” το πρώτο εξάµηνο, το βγάζει από το ράφι και δεν σου επιστρέφει τα χρήµατα. Επιπλέον, κάθε χρόνο επιβαρύνεσαι το λιγότερο µε 15.000 ευρώ για προωθητικές κινήσεις. Οσο περισσότερα ξοδέψεις στην προβολή, τόσο καλύτερα για σένα. Αλλιώς το µπουκάλι σου θα συνωστίζεται στο τελευταίο ράφι και δεν θα του δίνει σηµασία κανείς», σηµειώνει ο Ραλφ. Συν τοις άλλοις, στα έξοδα πρέπει ακόµη να υπολογιστούν η αµοιβή της µεταφορικής εταιρείας και το υψηλό ποσοστό του εισαγωγέα (µ.ό. 30% επί του τζίρου), τον οποίο είναι δύσκολο να αποφύγεις - τουλάχιστον στην αρχή.
Μια εξαιρετική πρώτη ύλη δεν συνεπάγεται ότι θα ανοίξουν διάπλατα οι αγορές του εξωτερικού. «Το πιο βασικό είναι να πραγµατοποιήσεις έρευνα αγοράς και κατόπιν να εξασφαλίσεις τη διανοµή. Αν δεν έχεις µελετήσει σε βάθος τις καταναλωτικές συνήθειες του κοινού που σκοπεύεις να προσεγγίσεις, δεν θα µπορέσεις να δηµιουργήσεις το χαρακτήρα του προϊόντος σου», εξηγεί ο ∆ηµήτρης Ανδρέου, ιδιοκτήτης της εταιρείας επικοινωνίας New Communication στη Θεσσαλονίκη, η οποία εξειδικεύεται στο σχεδιασµό και στην προώθηση αγροτικών προϊόντων. «Κέντρο σου πρέπει να είναι ο πελάτης, όχι εσύ. Είναι απίθανο να αγοράσει ο ξένος το προϊόν σου, ακόµη και αν είναι έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, αν δεν µπορεί να προφέρει την επωνυµία του, που είναι το οκτασύλλαβο επώνυµο του παραγωγού».
Τι (θα) κάνει το υπουργείο
Το... στοιχειωµένο Ταµείο Αγροτικής Επιχειρηµατικό-τητας, που στο παρελθόν είχε εξαγγελθεί από πολλούς υπουργούς και ακόµα δεν έχει δηµιουργηθεί, αναµένεται να λειτουργήσει εντός Νοεµβρίου. Σκοπός του είναι η παροχή χαµηλότοκων δανείων σε αγρότες που επενδύουν σε σχέδια βελτίωσης, σε όσους ασχολούνται µε τη µεταποίηση και σε ιδιώτες που επενδύουν στον αγροτικό τοµέα.
«Κύρια πολιτική µας είναι να ενισχύσουµε στην πράξη τον τοµέα της έρευνας και της καινοτοµίας µε δράσεις και προγράµµατα», σηµειώνει ο υπουργός κ. Αθ. Τσαυτάρης. «Το επόµενο διάστηµα ξεκινάµε νέα δράση εκπαίδευσης των υποψήφιων αγροτών, ύψους 20 εκατ. ευρώ, για την εκπαίδευση και την επιµόρφωσή τους σε νέα είδη και ποικιλίες ή φυλές ζώων, για καλύτερη αξιοποίηση των πλεονεκτηµάτων που προσφέρει η βιοποικιλότητα της χώρας µας, σε συνδυασµό µε τη µόρφωση, την κατάρτιση και τις νέες τεχνολογίες».
Επιπλέον, προκειµένου να µειωθεί η «διαρροή» στο εξωτερικό αξιόλογου επιστηµονικού προσωπικού, το υπουργείο θα προχωρήσει στην πρόσληψη 100 ερευνητών -60 έως το τέλος του 2013 και άλλων 40 το 2014 στον ΕΛΓΟ-∆ΗΜΗΤΡΑ-, που θα απασχοληθούν στους τοµείς της εφαρµοσµένης έρευνας και καινοτοµίας στον αγροδιατροφικό τοµέα.
Αλήθειες και ψέµατα γύρω από την αγροτική επιχειρηµατικότητα, τις...
δυσκολίες της και τις δυνατότητές της να προσφέρει εισοδήµατα σε όσους «φλερτάρουν» εξ ανάγκης µε την ιδέα.
H αγροτική επιχειρηµατικότητα, ένας όρος που στην Ελλάδα έγινε της «µόδας» τα τελευταία τρία χρόνια, από τη µία κυοφορεί τις ελπίδες και τις προσπάθειες για αναγέννηση του πρωτογενούς τοµέα, από την άλλη περιβάλλεται από δεκάδες µύθους, συντηρουµένους εν µέρει από τα ΜΜΕ, που κυρίως σχετίζονται µε τις φουσκωµένες στρεµµατικές αποδόσεις διάφορων καλλιεργειών και µε τις θαυµατουργές εξαγωγές.
Από απολυµένους, που αποφάσισαν να επιστρέψουν στο χωριό για να αξιοποιήσουν τα παρατηµένα οικογενειακά χωράφια, µέχρι επαγγελµατίες «εξαφανισµένων» κλάδων, π.χ. εργολάβους, η ελληνική γη, µε τις ελλιπείς υποδοµές και τα σηµαντικά περιβαλλοντικά προβλήµατα που δηµιούργησαν οι κακές γεωργικές πρακτικές, υποδέχεται απότοµα ένα κύµα ανθρώπων που αναζητούν την τύχη τους στη γεωργία και τη µεταποίηση αγροτικών προϊόντων.
Υπάρχει περίπτωση, µέσα από αυτήν τη στροφή στον αγρό, να προκύψουν αγροτικοί επιχειρηµατίες και µικροµεσαίες επιχειρήσεις, που µελλοντικά θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά της εθνικής οικονοµίας, ή όλος αυτός ο ενθουσιασµός θα καταλήξει σε µία ακόµη «φούσκα»;
Σύµφωνα µε τα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, την περίοδο 2007-2013, 8.155 άτοµα, έως 40 ετών, εντάχθηκαν στο πρόγραµµα νέων αγροτών. Το ενθαρρυντικό είναι πως αυτή η καινούργια αγροτική τάξη, που φαίνεται σταδιακά να διαµορφώνεται, έχει σαφώς διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από τις προηγούµενες γενιές.
Οπως προκύπτει από έρευνα της Αµερικανικής Γεωργικής Σχολής για το 2012, σε δείγµα 1.058 ατόµων στο νοµό Θεσσαλονίκης, οι νέοι αγρότες είναι κατά µέσον όρο 12 χρόνια νεότεροι, κατέχουν πτυχίο τριτοβάθµιας εκπαίδευσης, χειρίζονται το ∆ιαδίκτυο, αναγνωρίζουν την αξία της ποιότητας στην παραγωγή πρώτης ύλης και, το βασικότερο, προσεγγίζουν τη γεωργία επιχειρηµατικά. Βέβαια, η αγροτική επιχειρηµατικότητα σίγουρα δεν ταιριάζει σε όλους.
Εκτός από το ότι κρύβει πολλές παγίδες, καθώς η φύση είναι απρόβλεπτη, προϋποθέτει και την εκ βάθρων αλλαγή της αστικής νοοτροπίας.
«Γεωργία δεν γίνεται µε τηλεχειριστήριο»
Το Κέντρο Αγροδιατροφικής Επιχειρηµατικότητας της ΑΓΣ, το οποίο ξεκίνησε πέρυσι µε στόχο να αναδείξει επιχειρηµατικές ιδέες ατόµων που επιθυµούν να σταδιοδροµήσουν στην αγροτική παραγωγή-µεταποίηση, περιλαµβάνει σεµινάρια κατάρτισης οικονοµικού σχεδίου, αξιολόγησης της αποδοτικότητάς του και βασικών αρχών ίδρυσης µιας µικροµεσαίας αγροδιατροφικής επιχείρησης. Οµως, το πρώτο µάθηµα δεν έχει καµία σχέση µε όλα αυτά.
«Η µετάβαση στον αγρό απαιτεί µεγάλες θυσίες, τις οποίες οι συµµετέχοντες συνήθως αγνοούν. Πρέπει να προσαρµοστούν στα ωράρια της φύσης και να ξεχάσουν τον αστικό τρόπο ζωής. Γεωργία δεν γίνεται µε τηλεχειριστήριο», ξεκαθαρίζει ο Βαγγέλης Βέργος, διευθυντής του κέντρου.
Το δεύτερο πράγµα που διδάσκονται είναι να προσανατολιστούν στον αγροδιατροφικό τοµέα και όχι να περιοριστούν στην αγροτική παραγωγή. «Και την πιο ποιοτική πρώτη ύλη να παράγεις, αν δεν βρεις τρόπους να τη µεταποιήσεις, το κέρδος σου θα έχει µικρό “ταβάνι”. Γι’ αυτό, παροτρύνουµε τους σπουδαστές να επεξεργάζονται ιδέες που σχετίζονται µε την αγροδιατροφή, η οποία αναµφισβήτητα είναι το µέλλον της γεωργίας.
Από τον αγρό στο πιάτο, εκεί βρίσκεται πλέον το “κλειδί” της επιτυχίας, και ας είναι οι ποσότητες περιορισµένες. ∆εν αργεί ο καιρός που οι αγρότες θα παράγουν συγκεκριµένα τρόφιµα για ειδικές οµάδες πληθυσµών, όπως για παράδειγµα το αλεύρι χωρίς γλουτένη», καταλήγει.
Οι απελπισµένοι και τα γκότζι µπέρι
Κάτι άλλο που πρέπει να έχουν υπόψη όσοι θέλουν να γίνουν επιχειρηµατίες του αγρού, είναι να καταστρώνουν βιώσιµα οικονοµικά πλάνα, τα οποία θα βασίζονται σε ενδελεχή έρευνα για την καλλιέργεια µε την οποία θα ασχοληθούν. «Τα άτοµα που έρχονται σ’ εµάς είναι συνήθως απελπισµένα και βιάζονται να βγουν από το αδιέξοδό τους.
Τις προάλλες, µε επισκέφτηκε ένας οδηγός ντελίβερι που ήθελε να φτιάξει κρασί χωρίς να έχει καµία ιδέα από αµπέλια. Προφανώς τον απέτρεψα», µου λέει ο κ. Νίκος Χαραλάµπους, υπεύθυνος ενηµέρωσης νέων αγροτών στη Γενική ∆ιεύθυνση Αγροτικής Οικονοµίας Θεσσαλονίκης.
Γνωρίζοντας ότι αξιολογεί τους φακέλους που υποβάλλονται για ένταξη στα προγράµµατα ενίσχυσης, τον ρωτάµε πόσο επηρεάζονται οι άνθρωποι από τα ΜΜΕ. «Οι περισσότεροι ακούν για τις επιδοτήσεις νέων αγροτών και νοµίζουν πως µοιράζουµε χρήµατα.
Αλλοι έρχονται µε φουσκωµένα µυαλά από τις απίθανες αποδόσεις που διάβασαν στο ∆ιαδίκτυο και πιστεύουν ότι θα πλουτίσουν αν σπείρουν γκότζι µπέρι ή ιπποφαές. Τους συνιστούµε προσοχή και εγκράτεια.
Εµάς µας ενδιαφέρει να δηµιουργούµε επιτυχηµένες θέσεις εργασίας, όχι ευκαιριακές απασχολήσεις». Απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραµµα των νέων αγροτών (επιδότηση έως 17.500 ευρώ), πέραν των ηλικιακών και γεωγραφικών περιορισµών, είναι η σύνταξη ενός βιώσιµου σχεδίου µε ορίζοντα δεκαετίας (κοστίζει κατά µέσον όρο 1.000 ευρώ και το συντάσσει ιδιώτης γεωπόνος). Το εγχείρηµα δεν είναι απλό, αν υπολογίσει κανείς ότι το διάστηµα 2010-2013 εξακόσιοι δικαιούχοι δεν µπόρεσαν να ανταποκριθούν και απεντάχθηκαν.
Πάντως, ακόµη και για όσους δεν αποζητούν την κρατική ενίσχυση, το στοίχηµα της διάρκειας πρέπει να κερδηθεί. «Το οικονοµικό σχέδιο δεν σου εξασφαλίζει την επιτυχία. Μπορεί να ξοδέψεις 1.500 ευρώ απλώς για να διαπιστώσεις ότι το κόστος παραγωγής είναι πολύ πάνω από τα αναµενόµενα έσοδα. Κέρδος είναι και αυτό, σε γλιτώνει από το στραπάτσο», σηµειώνει ο Φίλιππος Παπαδόπουλος, οικονοµολόγος και διευθυντής στο Κολέγιο «Περρωτής».
«∆εν θα πρότεινα σε κανέναν να ξεκινήσει κάτι αν δεν υπάρχει ένας σταθερός µισθός στην οικογένεια. Μικροµεσαίος επιχειρηµατίας, που στέκεται µόνο στο πόδι της επιχειρηµατικότητας, δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες επιβίωσης. Τι θα κάνει στην πρώτη στραβή;»
OLEUS / παραγωγή - τυποποίηση ελαιολαδου / Στο τελευταίο στάδιο µιας µεγάλης επένδυσης
Οι αδελφοί Λεωνίδας και Γιάννης Μουχλιάρης, 27 και 24 χρόνων αντίστοιχα, µε καταγωγή από τα Γιαννιτσά, επέλεξαν το 2010 να επενδύσουν το πατρικό κεφάλαιο, ύψους 150.000 ευρώ, στην παραγωγή βιολογικού ελαιολάδου. Αγόρασαν 70 στρέµµατα στους πρόποδες του Πάικου, φύτεψαν 2.000 ελιές και φέτος έβαλαν µπρος να στήσουν ένα µικρό τυποποιητήριο.
Ο προϋπολογισµός του αγγίζει τις 500.000 ευρώ, ενώ το 40% της επένδυσης επιδοτείται από τον αναπτυξιακό νόµο. Επειδή η περιοχή τους δεν φηµίζεται στο εξωτερικό για το λάδι της -και µέχρι να αποκτήσουν πλήρη παραγωγή από τις δικές τους ρίζες που θα διαθέτουν στην τοπική αγορά-, επέλεξαν έναν ελαιοπαραγωγό στη διάσηµη για το λάδι της Μεσσηνία, «έκλεισαν» µια ποσότητα το χρόνο, απέκτησαν επαφές στις ΗΠΑ και ανέθεσαν στον ∆ηµήτρη Ανδρέου και τη New Communication τη δηµιουργία του brand.
Το λάδι «Oleus» από την ερχόµενη άνοιξη θα διατίθεται στην Αµερική. Αν και η επωνυµία δεν σηµαίνει τίποτα, είναι σύντοµη, εύηχη και ευανάγνωστη και παραπέµπει σε κάτι µεσογειακό. Η λιτή µαύρη ετικέτα στο µπουκάλι προσδίδει εκλεπτυσµένο χαρακτήρα. Τα δύο αδέλφια έχουν υπολογίσει ότι µε τα χρήµατα των εξαγωγών θα έχουν τη δυνατότητα να χρηµατοδοτούν τις ελιές τους και να κάνουν απόσβεση στο κεφάλαιο που επένδυσαν.
«Κινούµαστε σε δύο κατευθύνσεις για να µοιράσουµε το επιχειρηµατικό ρίσκο. Σχεδιάσαµε διαφορετικές στρατηγικές για τα προϊόντα µας, τις οποίες ακολουθούµε κατά γράµµα. Μόνο έτσι θα µπορέσουµε σε δύο-τρία χρόνια να ζούµε από τις ελιές», αναφέρει ο Λεωνίδας.
Bioterra / βιολογικά αυγά - Βιοπορισµός στο πατρικό κτήµα µέχρι τη σύνταξη
Το 2010, η 53χρονη Κυριακή Καραγκιολίδου, αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στην υψηλή φορολογία, αποφασίζει να κλείσει το κατάστηµα παιδικών ρούχων στον Αγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης και να βιοποριστεί από το πατρικό αγρόκτηµα, συνολικής έκτασης 5,5 στρεµµάτων. Αφού παρακολούθησε σεµινάρια αρωµατικών φυτών και πτηνοτροφίας στο Κολλέγιο «Περρωτής» (28 ώρες/260 ευρώ ανά κύκλο), οργάνωσε µεθοδικά την αυγοπαραγωγή της.
«Επέλεξα να ασχοληθώ µε τα χωριάτικα αυγά ελευθέρας βοσκής, διότι πίστευα ότι η βιολογική αγορά βρισκόταν σε κάµψη. Ο µέσος Ελληνας πλέον δεν µπορεί να δώσει µισό ευρώ για ένα αυγό», υποστηρίζει η ίδια. Τρία χρόνια µετά, αισθάνεται δικαιωµένη. Παράγει ηµερησίως περίπου 200 χωριάτικα αυγά µε την επωνυµία «Bio Terra», τα οποία διαθέτει σε γνωστή αλυσίδα φούρνων της Θεσσαλονίκης.
Οσα περισσεύουν τα εµπορεύεται στη λιανική, µαζί µε τα λαχανικά του µπαξέ της και τις πίτες που φτιάχνει. Μπορεί να µην πλούτισε, όµως εξασφάλισε έναν ρεαλιστικό τρόπο επιβίωσης για τα χρόνια µέχρι να φτάσει σε ηλικία σύνταξης.
Πώς στέλνεις λάδι στη Γερµανία;
Οι περισσότεροι παραγωγοί ονειρεύονται ότι θα ταξιδέψουν τα προϊόντα τους σε όλο τον κόσµο, αγνοώντας ουσιώδη προαπαιτούµενα. «Κατ’ αρχάς, για να συνεργαστείς µε εθνική αλυσίδα σούπερ µάρκετ στη Γερµανία, όπως η Lidl και η Aldi, πρέπει να έχεις µεγάλη παραγωγή (η ελάχιστη ποσότητα για έναν οινοποιό αγγίζει τα 200.000 µπουκάλια ετησίως)», εξηγεί ο Γερµανός Ραλφ Ούρµπαν, ιδιοκτήτης της Wine and nature, µιας εταιρείας στο Αµβούργο που συνεργάζεται µε Ελληνες οινοπαραγωγούς.
«∆εύτερον, τα περιθώρια κέρδους, αν δεν έχεις βιοµηχανική παραγωγή, είναι εξαιρετικά συµπιεσµένα. Η ακριβότερη φιάλη στα µαζικά υπερµάρκετ δεν ξεπερνάει τα 4,5 ευρώ. Γι’ αυτό, εγώ θα συνιστούσα καταστήµατα που ενδιαφέρονται περισσότερο για τη γαστρονοµία, όπως είναι η Metro ή µικρότερα ντελικατέσεν· εκεί οι τιµές είναι ανάλογες της ποιότητας των προϊόντων».
Επίσης απαιτείται µια σηµαντική επένδυση στα κανάλια διανοµής και στην προώθηση του προϊόντος. «Για να σε συµπεριλάβει η Metro στη λίστα της, ζητάει 5.000 ευρώ ως εγγύηση. Αν το προϊόν σου δεν “τραβήξει” το πρώτο εξάµηνο, το βγάζει από το ράφι και δεν σου επιστρέφει τα χρήµατα. Επιπλέον, κάθε χρόνο επιβαρύνεσαι το λιγότερο µε 15.000 ευρώ για προωθητικές κινήσεις. Οσο περισσότερα ξοδέψεις στην προβολή, τόσο καλύτερα για σένα. Αλλιώς το µπουκάλι σου θα συνωστίζεται στο τελευταίο ράφι και δεν θα του δίνει σηµασία κανείς», σηµειώνει ο Ραλφ. Συν τοις άλλοις, στα έξοδα πρέπει ακόµη να υπολογιστούν η αµοιβή της µεταφορικής εταιρείας και το υψηλό ποσοστό του εισαγωγέα (µ.ό. 30% επί του τζίρου), τον οποίο είναι δύσκολο να αποφύγεις - τουλάχιστον στην αρχή.
Μια εξαιρετική πρώτη ύλη δεν συνεπάγεται ότι θα ανοίξουν διάπλατα οι αγορές του εξωτερικού. «Το πιο βασικό είναι να πραγµατοποιήσεις έρευνα αγοράς και κατόπιν να εξασφαλίσεις τη διανοµή. Αν δεν έχεις µελετήσει σε βάθος τις καταναλωτικές συνήθειες του κοινού που σκοπεύεις να προσεγγίσεις, δεν θα µπορέσεις να δηµιουργήσεις το χαρακτήρα του προϊόντος σου», εξηγεί ο ∆ηµήτρης Ανδρέου, ιδιοκτήτης της εταιρείας επικοινωνίας New Communication στη Θεσσαλονίκη, η οποία εξειδικεύεται στο σχεδιασµό και στην προώθηση αγροτικών προϊόντων. «Κέντρο σου πρέπει να είναι ο πελάτης, όχι εσύ. Είναι απίθανο να αγοράσει ο ξένος το προϊόν σου, ακόµη και αν είναι έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, αν δεν µπορεί να προφέρει την επωνυµία του, που είναι το οκτασύλλαβο επώνυµο του παραγωγού».
Τι (θα) κάνει το υπουργείο
Το... στοιχειωµένο Ταµείο Αγροτικής Επιχειρηµατικό-τητας, που στο παρελθόν είχε εξαγγελθεί από πολλούς υπουργούς και ακόµα δεν έχει δηµιουργηθεί, αναµένεται να λειτουργήσει εντός Νοεµβρίου. Σκοπός του είναι η παροχή χαµηλότοκων δανείων σε αγρότες που επενδύουν σε σχέδια βελτίωσης, σε όσους ασχολούνται µε τη µεταποίηση και σε ιδιώτες που επενδύουν στον αγροτικό τοµέα.
«Κύρια πολιτική µας είναι να ενισχύσουµε στην πράξη τον τοµέα της έρευνας και της καινοτοµίας µε δράσεις και προγράµµατα», σηµειώνει ο υπουργός κ. Αθ. Τσαυτάρης. «Το επόµενο διάστηµα ξεκινάµε νέα δράση εκπαίδευσης των υποψήφιων αγροτών, ύψους 20 εκατ. ευρώ, για την εκπαίδευση και την επιµόρφωσή τους σε νέα είδη και ποικιλίες ή φυλές ζώων, για καλύτερη αξιοποίηση των πλεονεκτηµάτων που προσφέρει η βιοποικιλότητα της χώρας µας, σε συνδυασµό µε τη µόρφωση, την κατάρτιση και τις νέες τεχνολογίες».
Επιπλέον, προκειµένου να µειωθεί η «διαρροή» στο εξωτερικό αξιόλογου επιστηµονικού προσωπικού, το υπουργείο θα προχωρήσει στην πρόσληψη 100 ερευνητών -60 έως το τέλος του 2013 και άλλων 40 το 2014 στον ΕΛΓΟ-∆ΗΜΗΤΡΑ-, που θα απασχοληθούν στους τοµείς της εφαρµοσµένης έρευνας και καινοτοµίας στον αγροδιατροφικό τοµέα.