Του Τάσσου Τέλλογλου
Υπό την καθοδήγηση των δύο ανακριτών εντείνονται οι οικονομικοί και φορολογικοί έλεγχοι για τυχόν ύπαρξη μαύρων ταμείων στη Χ.Α.
Την περασμένη Παρασκευή, ένας από τους πιο έμπειρους υπαλλήλους του ΣΔΟΕ, που εκπροσωπεί τον οργανισμό στην επιτροπή επίλυσης σημαντικών φορολογικών διαφορών (επιτροπή του άρθρου 70Α) και κατά καιρούς έχει ερευνήσει σοβαρά φορολογικά αδικήματα (μεταξύ των οποίων και τη λίστα Λαγκάρντ), πέρασε την πόρτα των ανακριτών Γεωργουλέα και Παπακώστα στο κτίριο 6 της Σχολής Ευελπίδων. Ο λόγος; Να συζητήσει μαζί τους τις λεπτομέρειες των οικονομικών - φορολογικών ελέγχων της Χρυσής Αυγής.
Η υπόθεση, λένε δικαστικές πηγές, μόνο απλή δεν θα είναι. Κι αυτό γιατί για πρώτη φορά στην ιστορία της μεταπολίτευσης θα ελεγχθεί από υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών ένα κόμμα που εκπροσωπείται στη Βουλή των Ελλήνων.
«Αν πρόκειται να εξαντλήσουμε τους ελέγχους στα φορολογικά στοιχεία στο κατάστημα ρουχισμού του κ. Παναγιώταρου, τότε...» σχολίασε με νόημα στην «Κ» πηγή του υπουργείου Οικονομικών με μεγάλη ελεγκτική εμπειρία.
Η ίδια πηγή επισήμανε, άλλωστε, ότι τέτοιοι έλεγχοι γίνονται και έχουν ολοκληρωθεί και στο παρελθόν, όπως, για παράδειγμα, με το ξενοδοχείο συμφερόντων της κ. Ελένης Ζαρούλια, βουλευτού της «Χρυσής Αυγής» και συζύγου του «αρχηγού» κ. Νίκου Μιχαλολιάκου, στο κέντρο της Αθήνας.
«Εκεί εκτός από παραβάσεις στα φορολογικά στοιχεία δεν έχουν βρεθεί σπουδαία πράγματα». Κατά συνέπεια, το βασικό ερώτημα που απασχολεί τώρα τους ελεγκτές, σε εισαγγελία και ΣΔΟΕ, είναι αν ο έλεγχος θα επεκταθεί σε πιο κρίσιμα σημεία, όπως, για παράδειγμα, στους αφανείς χρηματοδότες της Χρυσής Αυγής.
«Μέχρι τώρα γνωρίζαμε έναν φανερό χρηματοδότη, το κράτος, που είχε καταβάλει στο κόμμα περί τις 500.000 ευρώ. Αν προστεθεί στο ποσό αυτό και ένα άλλο ποσό 200 - 250.000 από τις κρατήσεις στους μισθούς των βουλευτών που είχε επιβάλει ο κ. Μιχαλολιάκος, φθάνουμε στις 750.000 ευρώ», λέει πηγή που γνωρίζει καλά το αντικείμενο της έρευνας. «Απέναντι στο ποσό αυτό πρέπει να αντιπαραβάλλει κανείς έξοδα που προσεγγίζουν τα 2 - 3 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς για πληρωμή ενοικίων 70 γραφείων, επαγγελματικών και ημιεπαγγελματικών στελεχών, την έκδοση δύο εφημερίδων, τη συντήρηση διαδικτυακών και ηλεκτρονικών μέσων και φυσικά τις διάφορες δράσεις, όπως αιμοδοσίες, συλλογή και διανομή τροφίμων, ταξίδια και περιοδείες.
Πολλές από αυτές πληρώνονταν σε “είδος” έπειτα από “μεθοδική” και συχνά φορτική πίεση που ασκούσαν παράγοντες του “Λαϊκού Συνδέσμου” σε ντόπιους επιχειρηματίες, όπως αποδεικνύει η περίπτωση της Κορίνθου. Τα χρήματα αυτά τα έβαλαν ιδιώτες. Ποιοι ιδιώτες; Διότι αν δεχθούμε ότι στη Χρυσή Αυγή έκαναν προπαρασκευαστικές ενέργειες για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος, οι χρηματοδότες ενίσχυαν αυτές τις προπαρασκευαστικές ενέργειες...».
Τα στελέχη της Χρυσής Αυγής δεν αρνούνται ότι είχαν προτάσεις και ότι δέχονταν μικρές χορηγίες από μικρότερους επιχειρηματίες στην Αθήνα και την επαρχία. Αλλά ο ήδη προσωρινά κρατούμενος φερόμενος ως υπαρχηγός της οργάνωσης κ. Χρήστος Παππάς είπε κατά την απολογία του στον ανακριτή ότι συχνά εκαλείτο με τους «συναγωνιστές» του σε κοινωνικές εκδηλώσεις από παράγοντες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, στις οποίες ηρνείτο να ανταποκριθεί για να μην έρθει σε κοινωνική επαφή με εκείνο που στα κείμενά της αποκαλεί «διαπλεκόμενους» και «οικονομική ολιγαρχία».
Ενα παλαιότερο μέλος της Χρυσής Αυγής, πάντως, που έχει αποχωρήσει από την οργάνωση είπε στην «Κ» ότι «μεγαλύτερες χορηγίες που ασφαλώς υπήρχαν τις διαχειρίζετο ο επικεφαλής της οργάνωσης Νίκος Μιχαλολιάκος με βάση τις ανάγκες του κόμματος και μάλλον με προσωπικό του δίκτυο, όπως εξάλλου συμβαίνει παραδοσιακά στους ελληνικούς πολιτικούς σχηματισμούς.
Στο παρελθόν αυτές αφορούσαν στην ενίσχυση σε είδος (π.χ. ψηφοδέλτια, χαρτί, τηλεοπτικό και άλλο χρόνο σε μικρότερα περιφερειακά κανάλια που η Χρυσή Αυγή είχε εντονότατη παρουσία στο διάστημα πριν από τη σύλληψη του ηγετικού της πυρήνα). Τέτοιες χορηγίες συνήθως τιμολογούνταν απευθείας στον χορηγό...».