Χωρίς περιθώρια για ...
καθυστερήσεις ή παρατάσεις, περίπου 1,3 εκατομμύρια φορολογούμενοι βρίσκονται μπροστά στην προθεσμία της 15ης Ιουλίου για την υποβολή της φορολογικής τους δήλωσης.
Το Υπουργείο Οικονομικών έχει ξεκαθαρίσει ότι φέτος δεν θα υπάρξει καμία χρονική διευκόλυνση, ενώ η διαδικασία εκκαθάρισης που βρίσκεται σε εξέλιξη φέρνει στο φως μια ιδιαίτερα δυσμενή εικόνα για τα νοικοκυριά: ο μέσος φόρος που βεβαιώνεται στους υπόχρεους ξεπερνά τα 2.000 ευρώ.
Μέχρι στιγμής έχουν υποβληθεί περισσότερες από 5,5 εκατομμύρια δηλώσεις σε σύνολο 6,8 εκατ., δηλαδή περίπου το 80% των φορολογουμένων έχει ήδη συμμορφωθεί.
Όμως, τα συγκεντρωτικά στοιχεία της ΑΑΔΕ δείχνουν ότι ένας στους τρεις φορολογούμενους καλείται να πληρώσει και μάλιστα σημαντικά ποσά: ο συνολικός φόρος που έχει ήδη βεβαιωθεί ξεπερνά τα 3,4 δισ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας την εντεινόμενη πίεση στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σχεδόν το 25% των δηλώσεων είναι πιστωτικές, με συνολικά 443,8 εκατ. ευρώ να προβλέπεται να επιστραφούν στους φορολογούμενους. Αντίθετα, σχεδόν μία στις δύο δηλώσεις (45%) δεν έχει χρεωστικό ή πιστωτικό αποτέλεσμα, φανερώνοντας τη στασιμότητα στο εισόδημα ή τη φοροδοτική ικανότητα χιλιάδων πολιτών.
Αυτό που ενισχύει την κριτική για το φετινό φορολογικό πλαίσιο είναι ότι η έκπτωση για εφάπαξ εξόφληση έχει περιοριστεί μόλις στο 2%, όταν πριν από λίγους μήνες κυμαινόταν στο 3% και τον Απρίλιο έφτανε το 4%.
Δηλαδή, όσο πιο κοντά στη λήξη της προθεσμίας υποβάλλει κάποιος τη δήλωση, τόσο λιγότερο ωφελείται από το – ήδη περιορισμένο – φορολογικό «κίνητρο». Η επιλογή αυτή αποδυναμώνει τη λογική της έγκαιρης συμμόρφωσης και προσθέτει ακόμη ένα βάρος στην ήδη απαιτητική φορολογική περίοδο.
Η καταληκτική ημερομηνία εξόφλησης της πρώτης δόσης ή εφάπαξ πληρωμής είναι η 31η Ιουλίου, αφήνοντας μικρό χρονικό περιθώριο σε όσους καθυστερούν. Η συσσωρευμένη φορολογική υποχρέωση του καλοκαιριού – με ΕΝΦΙΑ, εισφορές και δόσεις ρυθμίσεων να "τρέχουν ταυτόχρονα – δημιουργεί για πολλούς μια ασφυκτική οικονομική συγκυρία.
Από την άλλη πλευρά, το πλαίσιο για δυνατότητα παράτασης παραμένει ιδιαίτερα αυστηρό και περιορίζεται σε περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας, τοκετού ή θανάτου του λογιστή, με προϋπόθεση την αποδεδειγμένη και ενεργή εξουσιοδότηση μέσω myAADE.
Ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, απαιτείται βαρύς γραφειοκρατικός μηχανισμός για την τεκμηρίωση του αιτήματος, γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις από λογιστικούς συλλόγους.
Είναι ενδεικτικό ότι, σε περίπτωση νοσηλείας του λογιστή, οι προθεσμίες μετατίθενται μόνο έως το τέλος του επόμενου μήνα από την έξοδο από το νοσοκομείο, ενώ ο θάνατός του οδηγεί σε παράταση μόνο έως το τέλος του δεύτερου επόμενου μήνα.
Η εφαρμογή αυτών των διατάξεων αφορά τόσο δηλώσεις φυσικών προσώπων (Ε1, Ε9, κ.ά.) όσο και νομικών οντοτήτων, ΦΠΑ και ασφαλιστικές δηλώσεις προς e-ΕΦΚΑ και ΤΕΚΑ.
Η πολιτική επιλογή να μην δοθεί φέτος καμία γενικευμένη παράταση έχει στόχο, κατά την κυβέρνηση, την «ομαλοποίηση» του φορολογικού ημερολογίου. Ωστόσο, η σύμπτωση αυξημένων επιβαρύνσεων, περιορισμένων εκπτώσεων και ασφυκτικών προθεσμιών, γεννά προβληματισμό για την ικανότητα του μέσου νοικοκυριού να ανταποκριθεί.
Σε ένα περιβάλλον ακρίβειας και ακριβού ιδιωτικού χρέους, η φορολογική επιβάρυνση των 2.000 ευρώ κατά μέσο όρο δεν είναι απλώς ένα νούμερο – είναι ένα καμπανάκι για την αντοχή της κοινωνίας.