Στις 8 Μαρτίου 1857 οι ...
εργάτριες στα υφαντουργεία και τα ραφτάδικα της Νέας Υόρκης κατεβαίνουν σε απεργία.
Ζητούν μείωση των ωρών εργασίας, στις 10 από τις 16 ώρες που δούλευαν τότε, αλλά και την εξίσωση των μισθών ανδρών και γυναικών.
Η απεργία και οι μεγάλες μαχητικές διαδηλώσεις αντιμετωπίζονται από την αστυνομία με τα όπλα και βάφονται με το αίμα των εργατριών.
Η Β΄ Διεθνής Συνδιάσκεψη των Σοσιαλιστριών Γυναικών, που συνήλθε στην Κοπεγχάγη το 1910, καθιέρωσε, έπειτα από πρόταση της Κλάρας Τσέτκιν, τη μέρα της 8ης Μαρτίου ως Διεθνή Μέρα της Γυναίκας.
Παρά το γεγονός ότι οι σύγχρονες συνθήκες ζωής έχουν επιβάλλει έναν αφομοιωμένο πλέον τρόπο κοινής αντιμετώπισης των δυο φύλλων, η ιδέα της ισότητας ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες δεν έχει γίνει αποδεκτή, τόσο σε ηθικό όσο και σε θεσμικό – νομικό επίπεδο, σ’ όλες τις κοινωνίες.
Στον δυτικό κόσμο το θέμα της ισότητας των δυο φύλλων έχει ολοκληρωθεί με τη νομική κατοχύρωση που δικαιώνει "γυναικεία" αιτήματα αιώνων.
Ωστόσο, ακόμα και στις πιο προηγμένες κοινωνίες, παραμένουν εν ισχύ παρωχημένες νοοτροπίες που σε κάθε ευκαιρία ανακαλούν τις "παλιές καλές εποχές".
Παρά το γεγονός ότι χρειάστηκαν πολλές φορές να «κυλήσουν» αιώνες ολόκληροι, με συνεχείς αγώνες και θυσίες, προκειμένου ένα αίτημα να γίνει νόμος, η αφομοίωσή του απαιτεί ακόμα περισσότερη υπομονή, ώστε να αλλάξει και η νοοτροπία.
Κακή αρχή εν τη Γενέσει
Την πρώτη εδραιωμένη αντίληψη στην ιστορία του δυτικού κόσμου που θέτει ξεκάθαρα τη θέση της γυναίκας σε δεύτερη μοίρα τη συναντούμε στην Παλαιά Διαθήκη. Πρόκειται για μια διάκριση προερχόμενη εκ Θεού: Γένεσις, Κεφάλαιο Δεύτερο, 18 "Και είπε Κύριος ο Θεός∙ ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον∙ ποιήσωμεν αυτώ βοηθόν κατ’ αυτόν. 20 και εκάλεσε Αδάμ ονόματα πάσι τοις κτήνεσι και πάσι τοις πετεινοίς του ουρανού και πάσι τοις θηρίοις του αγρού∙ τω δε Αδάμ ουχ εβρέθη βοηθός όμοιος αυτώ. 21 και επέβαλεν ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και ύπνωσε∙ και έλαβε μιαν των πλευρών αυτού και ανεπλήρωσε σάρκα αντ’ αυτής. 22 και ωκοδόμησεν ο Θεός την πλευράν, ην έλαβεν από του Αδάμ εις γυναίκα και ήγαγεν αυτήν προς τον Αδάμ".
Καθώς γίνεται φανερό, ο Θεός έφτιαξε τη γυναίκα, όχι ως ετερότητα αλλά ως βοηθό του άνδρα, μόνο όταν διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε κάποιο κατάλληλο ζώο γι’ αυτήν τη δουλειά ανάμεσα στα "θηρία του αγρού και όλα τα πτηνά του ουρανού".
Το γυναικείο ζήτημα τελικά φαίνεται πως ατύχησε ιστορικά, αφού δεν βρήκε σύμμαχο ούτε στα μεγάλα μυαλά της ανθρωπότητας∙ και χρειάστηκε να περιμένει υπομονετικά την πάροδο των αιώνων για να δικαιωθεί από έναν τομέα της επιστήμης, τη βιολογία, η οποία ξεκαθάρισε τα πράγματα μια και καλή.
Παρά την ανυπολόγιστη συνεισφορά τους στην ανθρωπότητα, τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης, δεν φέρθηκαν με… το γάντι απέναντι στις γυναίκες.
Γράφει ο Πλάτων στον Τίμαιο: "…ότι η ανθρώπινη φύση είναι διπλή και το καλύτερο είδος της είναι αυτό που αργότερα θα ονομαστεί "άνδρας".
Τα πράγματα χειροτερεύουν στα "Πολιτικά" του Αριστοτέλη: "Είναι αναγκαίο πρώτα να συνδυάζονται όσα δεν μπορούν να υπάρξουν χωριστά, όπως το αρσενικό με το θηλυκό για την αναπαραγωγή… και το εκ φύσεως άρχον με το εκ φύσεως αρχόμενο για την από κοινού επιβίωσή τους…
Η φύση τώρα έχει ξεχωρίσει το θηλυκό από το υπόδουλο… αλλά στους βαρβάρους δεν γίνεται διάκριση μεταξύ δούλου και γυναίκας. Ο λόγος είναι ότι σ’ αυτούς απουσιάζει το φύσει άρχον και επομένως οι μεταξύ τους επαφές είναι επαφές δούλης και δούλου."
Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτούν, ωστόσο, οι απόψεις του Αποστόλου Παύλου, μιας και αυτές στην ουσία καθόρισαν τη θέση της γυναίκας στον μ. Χ. κόσμο. "Κεφαλή δε γυναικός ο ανήρ… γυνή δε δόξα ανδρός εστίν.
Ου γαρ εστίν ανήρ εκ γυναικός, αλλά γυνή εξ ανδρός· και γαρ ουκ εκτίσθη ανήρ δια την γυναίκα, αλλά γυνή δια τον άνδρα…πλην ούτε ανήρ χωρίς γυναικός ούτε γυνή χωρίς ανδρός εν Κυρίω". Α΄ Προς Κορινθίους ΙΑ΄ 3, 7.
"Αι γυναίκες τοις ιδίοις ανδράσιν υποτάσσεσθε ως τω Κυρίω, ότι ο ανήρ εστί κεφαλή της γυναικός, ως και ο Χριστός κεφαλή της εκκλησίας, και αυτός εστί Σωτήρ του σώματος. Αλλ’ ώσπερ η εκκλησία υποτάσσεται τω Χριστώ, ούτω και οι γυναίκες τοις ιδίοις ανδράσιν εν παντί». Προς Εφεσίους Ε΄ 22-24.
Στο ίδιο μήκος κύματος με τον Παύλο κινήθηκαν οι διάδοχοι και κληρονόμοι του λόγου του: Από τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα που γεννήθηκε γύρω στο 150 μ.Χ. και πέθανε μεταξύ του 211 και 216 μ.Χ., ο οποίος διακήρυττε πως η γυναίκα οφείλει να πεθάνει από την ντροπή της και με τη σκέψη και μόνο ότι γεννήθηκε γυναίκα, έως τον Ιερό Αυγουστίνο (13 Νοεμβρίου 354 – 28 Αυγούστου 430 μ.Χ) που υποστήριζε ότι οι γυναίκες δεν έχουν ψυχή.
"Ρέστα δίνει" και η άποψη που είχε για τις γυναίκες ο Θωμάς ο Ακινάτης: "Η γυναίκα είναι υπόδουλη από αυτούς τους ίδιους τους απαράβατους νόμους της φύσης, ενώ οι σκλάβοι είναι υπόδουλοι από έναν και μόνο νόμο, εκείνον των περιστάσεων της ζωής".
Είναι περισσότερο από προφανές ότι ο Χριστιανισμός δεν διατηρεί την καλύτερη άποψη για τις γυναίκες, πράγμα που εμπεδώθηκε στο Βυζάντιο, μιας και θεωρούσαν τη γυναίκα ούτε λίγο ούτε πολύ πηγή κάθε κακού.