*Του Χρήστου Γκουγκουρέλα
Όταν το 2007 ο Nassim Nicholas Taleb ...
έγραφε το παγκοσμίου πια φήμης bestseller του ‘‘O Μαύρος Κύκνος’’, συνδέοντας τη ‘‘Χώρα του Απρόσμενου’’ με τη ‘‘Χώρα της οντολογικής Πραγματικότητας’’, πέρα από το υπέροχο νοητικό ταξίδι που μας πρόσφερε, μας κατηχούσε στην ιδέα ότι τελικά οι απρόβλεπτες και αρχικά ανεξήγητες εξελίξεις όχι απλά μπορεί να συμβαίνουν, αλλά να παράγουν κιόλας, ως ‘‘επισυμβαινόμενα’’ τους, είτε θετικές επιπτώσεις είτε αρνητικές παρενέργειες. Η ζωή και η Ιστορία, άλλωστε, είναι γεμάτη από τέτοιου είδους εξελίξεις.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η προ ολίγων ημερών στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας στη Βόρεια Συρία ήταν μεν στρατήγημα του… ‘‘απρόβλεπτου’’ Erdogan, αλλά επέφερε και δευτερογενείς συνέπειες, που κανείς εκ των προτέρων δεν θα μπορούσε να υπολογίσει ‘‘ως αυτοτελή και προβλέψιμα συμβάντα’’.
Ένας, λοιπόν, από τους ‘‘Μαύρους Κύκνους’’ της τουρκικής εισβολής ήταν και η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του γερμανικού αυτοκινητοβιομηχανικού κολοσσού ‘‘Volkswagen’’ (VW) να εγκαταλείψει τα σχέδιά του σχετικά με την κατασκευή και λειτουργία νέας μονάδας παραγωγής αυτοκινήτων στην Τουρκία.
Για προφανείς λόγους, η γερμανική εταιρία θέλει να πραγματοποιήσει την τεράστια από απόψεως οικονομικού εύρους επένδυση της, που φτάνει στο ιλιγγιώδες ύψος του 1,5 δισεκατομμυρίου (!) ευρώ, σε ένα γεωγραφικό και οικονομικό περιβάλλον, που θα εγγυάται την σταθερότητα, την ασφάλεια και τις φιλοεπιχειρηματικές πολιτικές.
Η κατασκευή του εργοστασίου στην περιοχή της Σμύρνης, που θα ξεκινούσε περί το τέλος του 2020, ματαιώθηκε και για την από το 2022 ‘‘παραγωγή’’ 300.000 (!) αυτοκινήτων κατ’ έτος αναζητείται νέα, ασφαλής, σίγουρη αλλά και επωφελής (για την εταιρία) ‘‘χωροθετική υποδοχή’’.
Μόλις, μάλιστα, ο κ. Stephan Weil, Πρωθυπουργός του γερμανικού ομοσπονδιακού κρατιδίου Niedersachsen, όπου εδρεύει η άνω αυτοκινητοβιομηχανία (συγκεκριμένα η VW έχει έδρα στην πόλη Wolfsburg) και παράλληλα μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου (Aufsichtsrat) της εταιρίας, δήλωσε ότι αναζητούνται νέες υποψήφιες χώρες για την επένδυση, η Βουλγαρία και η Ρουμανία όχι μόνο εκδήλωσαν το έντονο ενδιαφέρον τους, αλλά κάνουν ‘‘ό,τι περνά από το χέρι τους’’ για να αναλάβουν το project.
Στη Βουλγαρία επικεφαλής της προσπάθειας εξασφάλισης της εν λόγω επένδυσης στη χώρα είναι ο ίδιος ο πρώην Πρόεδρος της, Rossen Prewneliew, o οποίος έχει αναλάβει την αποστολή να περάσει διεθνώς το μήνυμα ότι η Βουλγαρία είναι (πια) ένα σταθερό και δημοκρατικό Κράτος Δικαίου και τονίζει πανταχόθι ότι για τη διευκόλυνση του συγκεκριμένου εγχειρήματος θα προχωρήσει σε εγχώριες επενδύσεις σε υποδομές μέχρι και 800 εκατ. ευρώ.
Οι Βούλγαροι προσπαθούν να αξιοποιήσουν τις όλο και καλύτερες σχέσεις τους με τη Γερμανία. Γερμανικές εταιρίες ήδη απασχολούν προσωπικό 35.000 ατόμων στη γειτονική χώρα, ενώ οι βουλγαρικές εξαγωγές προς τη Γερμανία αυξήθηκαν το προηγούμενο έτος κατά 16% (ίδετε Handelsblatt: Bulgarien kaempft um das neue Auslandwerk von VW).
Παράλληλα, οι Ρουμάνοι κινούνται εξίσου δυναμικά. Ο Υπουργός Εμπορίου Stefan Radu Oprea συνομιλεί προσωπικά με τους αρμόδιους Γερμανούς παράγοντες και διαβεβαιώνει ότι η χώρα του διαθέτει όλες τις απαιτούμενες τεχνικές προδιαγραφές και το εργατικό προσωπικό για να υποδεχθεί την ζωτική αυτή επένδυση.
Άλλωστε, όπως επισημαίνει, στη Ρουμανία ήδη παράγονται αυτοκίνητα, δηλαδή τα Ι.Χ.Ε. ‘‘Dacia’’ που ανήκουν στον επιχειρηματικό όμιλο της γαλλικής ‘‘Renault’’.
Το ζήτημα, όμως, εν προκειμένω δεν είναι ποιος από τους άνω δύο (Βούλγαρους ή Ρουμάνους) θα τα καταφέρει τελικά, αλλά εάν χωρεί και ‘‘τρίτος υποψήφιος’’ στην υπόθεση. Εμείς, τι κάνουμε, αλήθεια;
Καταρχήν, στις ‘‘στοχεύσεις’’ παίρνουμε καλό βαθμό. Σε πολύ πρόσφατη (ουσιαστική) ομιλία του στο αμερικάνικο πανεπιστήμιο Stanford, o Περιφερειάρχης μας, Απόστολος Τζιτζικώστας, είχε, μεταξύ άλλων, τονίσει: ‘‘Η Κεντρική Μακεδονία είναι πρωταγωνίστρια στην οικονομική ανάκαμψη της χώρας ως επενδυτικός πόλος, διότι διαθέτει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, με κυριότερα τη γεωστρατηγική της θέση και το ανθρώπινο δυναμικό της.
Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να γίνει το επίκεντρο επενδύσεων τα επόμενα χρόνια και θέλουμε να αποτελέσετε μέρος αυτής της επιτυχίας.
Ο δικός μας στόχος είναι να δημιουργήσουμε στην Κεντρική Μακεδονία τη Silicon Valley της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και πιστέψτε με, θα το πετύχουμε’’ ( ίδετε https://www.voria.gr/article/o-tzitzikostas-omilitis-sto-stanford-university-tis-kalifornias).
Πέραν όμως των στοχεύσεων, αν θέλουμε (;;;) την επένδυση του 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ στην Ελλάδα και δη στην Κεντρική Μακεδονία, ο ‘‘αγώνας’’ με τους γείτονες μας δεν θα είναι και τόσο απλός. Και τούτο, διότι την σήμερον ημέρα οι σοβαροί και μεγάλοι επενδυτές και πολύ απαιτητικοί είναι, αλλά και ‘‘ψάχνουν’’ πολλά.
Αν, επομένως, λάβουμε υπόψη μας τι ‘‘κοιτούν’’ συνήθως οι επενδυτές (Κ. Μηλάς, Καθημερινή, 30-9-2019, Τα στοιχεία που εξετάζουν οι επίδοξοι επενδυτές, ίδετε https://www.kathimerini.gr/1044902/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/ta-stoixeia-poy-e3etazoyn-oi-epido3oi-ependytes), η Ελλάδα μπορεί να προηγείται της Βουλγαρίας και Ρουμανίας στον Δείκτη της Παγκόσμιας Τράπεζας αναφορικά με την αποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης (World Bank government effectiveness Index https://www.theglobaleconomy.com/rankings/wb_government_effectiveness/), όντας 61η σε σύγκριση με την 65η Βουλγαρία και 102η Ρουμανία, αλλά υπολείπεται στον Δείκτη ποιότητας του κανονιστικού της πλαισίου (Regulatory Quality Index), καταλαμβάνοντας την 69η θέση σε σχέση με την 50η Βουλγαρία και 54η Ρουμανία (ίδετε https://www.theglobaleconomy.com/rankings/wb_regulatory_quality/). Τέλος, στο Δείκτη Διαφθοράς (Corruption Index) της Διεθνούς Διαφάνειας (ίδετε https://www.transparency.org/cpi2018) είναι κοντά και με τις δύο άνω χώρες (συγκεκριμένα βρίσκεται στην 67η θέση, ‘‘μπροστά’’ από την 77η Βουλγαρία και υπολειπόμενη της 61ης Ρουμανίας).
Ο εξ’ ορισμού, συνεπώς, δύσκολος αυτός ‘‘αγώνας’’ μπορεί όμως να ‘‘γείρει’’ υπέρ της Κεντρικής Μακεδονίας, αν προβληθούν έγκαιρα και αρμοδίως τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της δικής μας περιοχής. Η Βιομηχανική Περιοχή (ΒΙ.ΠΕ) Σίνδου είναι κατάλληλη για να φιλοξενήσει το φιλόδοξο εν λόγω επενδυτικό εγχείρημα. Απέχει μόλις 4 χλμ από τον Αυτοκινητόδρομο Θεσσαλονίκης-Αθηνών και βρίσκεται δίπλα στον κόμβο της Εγνατίας, που ενώνει την Ανατολή με τη δική μας Χώρα και την υπόλοιπη Ευρώπη, 12 χλμ από το Λιμάνι της Θεσσαλονίκης, 35 χλμ από το διεθνές αεροδρόμιό της και 60 χλμ από τα σύνορα.
Παράλληλα, προσφέρει τις προϋποθέσεις για την κατασκευή μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, καθώς, με βάση τις νόμιμες προδιαγραφές, στην ΒΙ.ΠΕ Σίνδου είναι δυνατόν να κτιστούν κτίρια με ελάχιστη πρόσοψη 30 μ., ελάχιστον εμβαδόν 2.000 τ.μ., συντελεστή δόμησης 1,6 , ποσοστό κάλυψης οικοπέδου 60% και μέγιστο ύψος κτιρίου 24 μέτρα.
Οι δε επενδυτές διευκολύνονται περισσότερο από τους ‘‘καθαρούς’’ τίτλους των ακινήτων, την απαλλαγή από τη διαδικασία άδειας έκδοσης εγκατάστασης (του Ν. 2516/97), την απαλλαγή από το α’ στάδιο περιβαλλοντικής αδειοδότησης, τον σταθερό Κανονισμό λειτουργίας της ΒΙ.ΠΕ και την μέχρι τώρα αδιακώλυτη λειτουργία ήδη εγκατεστημένων εκεί επιχειρήσεων σε ένα εσωτερικό οδικό δίκτυο 52 χλμ.
Το συμπέρασμα, ωστόσο, έπειτα απ’ όλα τα παραπάνω, είναι ότι για τις επενδύσεις, και δη για επενδύσεις τέτοιου βεληνεκούς, παραγωγικού φορτίου και οικονομικής σημασίας, που μπορεί να αλλάξουν την ‘‘μοίρα’’ ενός Τόπου, δεν αρκούν μόνο τα ευχολόγια, οι καλές προθέσεις ή και η ‘‘πολιτική φιλολογία’’.
Είναι μεν όλα αυτά ‘‘εύπεπτα’’, αλλά δεν φέρουν από μόνα τους (κανένα) αποτέλεσμα. Ούτε (αρκούν) τα επιτελικά πλάνα προσέλκυσης και υποβοήθησης επενδύσεων, οι ‘‘καλογραμμένοι’’ αναπτυξιακοί νόμοι, η απαλοιφή γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και ως ‘‘διεθνώς εκπεμπόμενη εθνική αύρα’’ η φιλοεπιχειρηματική κουλτούρα και νοοτροπία.
Είναι μεν κι όλα αυτά πολύ χρήσιμα, ‘‘αναγκαίες συνθήκες’’ θα έλεγε κάποιος, αλλά κι αυτά δεν φέρνουν από μόνα τους επενδυτικές επιτυχίες. Το αληθές συμπέρασμα είναι ότι οι επενδύσεις, εν τέλει, δεν είναι πάντα ζήτημα ‘‘Μαύρων Κύκνων’’, αλλά πρώτα και πάνω απ’ όλα θέλουν ‘‘κυνήγι’’, διαρκές, αδιάλειπτο και ανηλεές ‘‘κυνήγι’’, στηριζόμενο στη σοβαρή διαπραγματευτική ισχύ και στην τεχνοκρατική υποβοήθηση της ‘‘υποδεχόμενης Χώρας’’.
Θαρρώ, συνεπώς, ότι η συγκεκριμένη επένδυση της Volkswagen δεν πρέπει να εκληφθεί ιδεοληπτικά, στα μέρη μας, ως… ‘‘απόπειρα διείσδυσης’’ του αυτοκινητοβιομηχανικού κολοσσού στην ‘‘εργασιακά ευέλικτη και κατασκευαστικά συμφέρουσα’’ περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης.
Το συγκεκριμένο project είναι εξαιρετικά σοβαρό και η υλοποίηση του στην Κεντρική Μακεδονία αξίζει να … ‘‘κυνηγηθεί’’. Γιατί, κατά την προσωπική μου τουλάχιστον αντίληψη, είναι απ’ αυτά που μεταβάλλουν την οικονομική δυναμική και το γενικότερο μέλλον μιας ευρύτερης Περιφέρειας. Αποστόλη Τζιτζικώστα, Θεσσαλονίκη - Wolfsburg είναι 2,5 ώρες με το αεροπλάνο. Τι λες;
* Ο Χρήστος Γκουγκουρέλας είναι δικηγόρος
Llm in International Commercial Law
Llm in European Law
Cer. LSE in Business, International
Relations and the political science