Εκτίναξη τιμών κατοικιών λόγω υψηλής ζήτησης από το εξωτερικό


«Εποχές» που φάνταζαν ...

δύσκολο να επαναληφθούν θυμίζει η εικόνα που απορρέει από την αγορά κατοικίας το τελευταίο διάστημα, καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, οι τιμές πώλησης κατοικιών στην περιοχή της Αττικής εκτινάχθηκαν κατά 11,1%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018. 
Πρόκειται για τον ταχύτερο ρυθμό αύξησης των τιμών από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, δείγμα της ενίσχυσης της ζήτησης, κυρίως από ξένους αγοραστές.
Αντίστοιχα, η αύξηση των τιμών στη Θεσσαλονίκη διαμορφώθηκε σε 7%, σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας σε 4,1%, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές (κυρίως παραθεριστικές), η άνοδος ήταν της τάξεως του 4,9%. Σε πανελλαδικό επίπεδο, η αύξηση άγγιξε το 7,7%, έναντι ετήσιας μεταβολής της τάξεως του 4,9% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019. 
Εν ολίγοις, ο ρυθμός ανόδου των τιμών επιταχύνθηκε σημαντικά. Υπενθυμίζεται ότι στο σύνολο του 2018, οι αξίες των κατοικιών είχαν αυξηθεί κατά 1,7%, αν και κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους ήταν εμφανής η επιτάχυνση της αγοράς. 
Κατά το φετινό δεύτερο τρίμηνο, οι νεόδμητες κατασκευές αυξήθηκαν κατά 7,7%, ενώ τα παλιότερα ακίνητα (άνω των πέντε ετών) ενισχύθηκαν με ρυθμό της τάξεως του 7,6%.
Η άνοδος των τιμών οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στη ζήτηση από το εξωτερικό, ως αποτέλεσμα των επενδυτικών ευκαιριών που προσφέρονται στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων, αλλά και στο πρόγραμμα χορήγησης αδειών παραμονής πενταετούς διάρκειας σε όσους πολίτες χωρών εκτός Ε.Ε. αποκτήσουν ακίνητα αξίας τουλάχιστον 250.000 ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι στο σύνολο του 2018, τα κεφάλαια που τοποθετήθηκαν στην ελληνική αγορά ακινήτων από το εξωτερικό αυξήθηκαν κατά 172% σε σχέση με το 2017 και διαμορφώθηκαν γύρω στο 1,3 δισ. ευρώ. 
Από το ποσό αυτό, περίπου 655 εκατ. ευρώ αφορούσαν αποκλειστικά αγορές ακινήτων από ξένους επενδυτές, με τα υπόλοιπα κεφάλαια να αφορούν επενδυτικές κινήσεις, όπως αναπτύξεις κτιρίων και ανακατασκευές υφιστάμενων ακινήτων. 
Πρόκειται για ποσό υπερδιπλάσιο του 2017, οπότε εκτιμάται ότι στην Ελλάδα καταγράφηκαν εισροές κεφαλαίων της τάξεως των 500 εκατ. ευρώ για αγορές ακινήτων.
Η εξέλιξη αυτή είναι ασφαλώς θετική για τους ιδιοκτήτες που ενδιαφέρονται να πωλήσουν το ακίνητό τους και φυσικά και για τους δανειολήπτες των προηγούμενων ετών, που δεν θα πρέπει να ανησυχούν μην τυχόν το ενέχυρο του στεγαστικού τους έχει αίφνης χαμηλότερη αξία από το ίδιο το δάνειο. 
Παράλληλα και οι τράπεζες ασφαλώς ευνοούνται από την εξέλιξη αυτή, καθώς οι αυξημένες αξίες βελτιώνουν την εικόνα των ισολογισμών τους, δεδομένης της πληθώρας των ακινήτων που έχουν συσσωρεύσει τα προηγούμενα χρόνια και συνεχίζουν να αποκτούν μέσω των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Στον αντίποδα, όσοι ενδιαφέρονται να αγοράσουν ακίνητο πιθανώς να προβληματίζονται πλέον, καθώς ο προϋπολογισμός που απαιτείται για την απόκτησή του συνεχώς μεγαλώνει, δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο την απόκτηση κατοικίας. 
Σημειωτέον ότι η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών δεν έχει ενισχυθεί ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, πέραν ίσως ορισμένων φοροελαφρύνσεων που έχουν βελτιώσει κάπως τα οικονομικά των πολιτών.
Επιπλέον, με δεδομένο ότι όλο και περισσότεροι ενδιαφερόμενοι στρέφονται εκ των πραγμάτων στην ενοικίαση, έντονα ανοδική πορεία ακολουθούν πλέον και οι τιμές των ενοικίων, έχοντας αυξηθεί σε ποσοστό έως 34% κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου, με την πλειονότητα των περιοχών να καταγράφουν διψήφιες αυξήσεις.