Την παραίτησή της ...
υπέβαλε η υπουργός Υγείας του κρατιδίου του Βρανδεμβούργου λόγω του σκανδάλου διάθεσης παράνομων αντικαρκινικών φαρμάκων που είχε γίνει γνωστό και από τη δράση του κυκλώματος στην Ελλάδα.
Η Ντιάνα Γκόλτσε, του κόμματος Die Linke (Αριστερά), όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, δήλωσε σήμερα ότι δεν γνώριζε για τις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί σε βάρος της φαρμακευτικής εταιρίας Lunapharm, περιλαμβανομένης εκείνης για διάθεση κλεμμένων από την Ελλάδα αντικαρκινικών φαρμάκων.
Παρά το γεγονός ότι οι αρχές του Βρανδεμβούργου είχαν ενημερωθεί από τις ελληνικές αρχές για τις κατηγορίες ήδη από το 2016, η άδεια της Lunapharm ανακλήθηκε μόνον όταν η υπόθεση αποτέλεσε θέμα τηλεοπτικής έρευνας φέτος.
Η απάτη εκατομμυρίων με τις παράνομες εξαγωγές αντικαρκινικών φαρμάκων είχε έρθει στο φως της δημοσιότητας τον περασμένο Μάιο ύστερα από πολυετή έρευνα της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, η οποία και συνέλαβε 18 υπόπτους, μεταξύ των οποίων και τα τέσσερα φερόμενα ως αρχηγικά μέλη του κυκλώματος.
Στους κατηγορουμένους συγκαταλέγονταν γιατροί, νοσηλευτές, ιδιοκτήτες φαρμακαποθηκών όπως και υπάλληλοι μεταφορικών εταιρειών.
Η επιχείρηση της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας είχε ξεκινήσει με την προσαγωγή δύο νοσηλευτριών του Λαϊκού Νοσοκομείου Αθηνών, που εργάζονταν η πρώτη στο ογκολογικό τμήμα και η δεύτερη στο τμήμα διάλυσης κυτταροστατικών φαρμάκων.
Παρόμοια έρευνα είχε πραγματοποιηθεί και σε μεγάλο ιδιωτικό νοσοκομείο της πρωτεύουσας.
Οι συλληφθέντες κατηγορούνταν ότι υπεξαιρούσαν ακριβά αντικαρκινικά φάρμακα από νοσοκομεία της χώρας, τα οποία στη συνέχεια μεταπωλούσαν σε τριπλάσια τιμή στη Γερμανία και άλλες χώρες του εξωτερικού. Κεντρικό ρόλο στην απάτη φέρεται να διαδραματίζει αλλοδαπός, ιδιοκτήτης εταιρείας που εμφανιζόταν να εμπορεύεται σε Ελλάδα και εξωτερικό φαρμακευτικά σκευάσματα για τη θεραπεία του καρκίνου.
Η έδρα της εταιρείας κατά πληροφορίες εντοπίσθηκε στη Βουλγαρία και από την έρευνα της Οικονομικής Αστυνομίας έχουν προκύψει ενδείξεις εικονικότητας των συναλλαγών της.
Πραγματοποιούσε δηλαδή εικονικές εισαγωγές φαρμάκων προκειμένου να δικαιολογεί στη συνέχεια την εξαγωγή των κλεμμένων σκευασμάτων στο εξωτερικό. Υπάρχουν, μάλιστα, υπόνοιες ότι η εταιρεία έχει διακόψει τη λειτουργία της ήδη από το 2012 και επομένως λειτουργούσε μόνο ως «σφραγίδα». Τα αντικαρκινικά φάρμακα κατέληγαν στο εξωτερικό και κυρίως σε φαρμακαποθήκη έξω από το Βερολίνο.
Για την υπεξαίρεση των φαρμάκων από τα νοσοκομεία απαιτούνταν η συμμετοχή στην απάτη γιατρών και νοσηλευτών. Συνέτασσαν πλαστές συνταγές και εμφάνιζαν κατανάλωση αντικαρκινικών φαρμάκων μεγαλύτερη της πραγματικής.
Στη συνέχεια, υπεξαιρούσαν τα πλεονάζοντα φαρμακευτικά σκευάσματα, τα οποία παρέδιδαν στα μέλη του κυκλώματος για εξαγωγή και πώλησή τους στη «μαύρη αγορά». Σημαντικό ρόλο στη δράση του κυκλώματος κατηγορούνται ότι είχαν επιπλέον στελέχη μεταφορικών εταιρειών, που αναλάμβαναν τη μεταφορά και διανομή των λαθραίων φαρμάκων στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Κ» ότι η σχετική έρευνα είχε ξεκινήσει πριν από τουλάχιστον 1,5 χρόνο, καθώς και ότι για την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης απαιτήθηκε η συνδρομή των διωκτικών αρχών της Γερμανίας, αλλά και του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων.