Την προηγούμενη βδομάδα η ...
ελληνική Βουλή ψήφισε ρύθμιση που
δίνει στους δύο αξιωματικούς μας, που κρατούνται στις φυλακές της Αδριανούπολης, το δικαίωμα να έχουν μόνιμη κατοικία στο Εξωτερικό και κατά συνέπεια στην Τουρκία. Μ’ αυτόν τον τρόπο η ελληνική πλευρά προσπάθησε να ‘‘αφαιρέσει’’ από την τουρκική ρητορεία και ουσιαστική προσέγγιση του θέματος μια νομιμοφανή ‘‘δικαιολογητική
βάση’’ για την παράταση της κράτησης των δύο στρατιωτικών μας (κίνδυνος φυγής
τους σε άλλη χώρα).
Η κεντρική όμως και σαφώς έχουσα ευρύτερες διαστάσεις επισήμανση είναι ότι οι δύο στρατιωτικοί μας κρατούνται από τις Αρχές της γειτονικής χώρας από τις 2-3-2018 χωρίς να έχει συνταχθεί μέχρι στιγμής κατηγορητήριο εις βάρος τους. Συνεπώς, δεν γνωρίζουν επί 4 ολόκληρους μήνες ουσιαστικά τους λόγους για τους
οποίους στερούνται την ελευθερία τους.
Η επισήμανση αυτή ‘‘γεννά’’ βαρυσήμαντα ερωτηματικά περί του χαρακτηρισμού της συμπεριφοράς της Τουρκίας και της συμβατότητας της με τη διεθνή έννομη τάξη, ειδικότερα δε με τις θεμελιώδεις αξιακές νόρμες και καθολικές νομικές εγγυήσεις της ΕΣΔΑ. Σύμφωνα, λοιπόν, με την εν λόγω Σύμβαση που αποτελεί τον καμβά και ταυτόχρονα εκφραστή του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού: ‘‘Αρ. 5§2. Παν συλληφθέν πρόσωπον δέον να πληροφορήται κατά το δυνατόν
συντομώτερον και εις γλώσσαν την οποίαν εννοεί, τους λόγους της συλλήψεώς του
ως και πάσαν διατυπουμένην εναντίον του κατηγορίαν. Αρ. 5§ 3. Παν πρόσωπον συλληφθέν ή κρατηθέν, υπό τας προβλεπομένας εν
παραγράφω 1γ του παρόντος άρθρου συνθήκας οφείλει να παραπεμφθή συντόμως
ενώπιον δικαστού ή ετέρου δικαστικού λειτουργού νομίμως εντεταλμένου όπως
εκτελή δικαστικά καθήκοντα, έχει δε το δικαίωμα να δικασθή εντός λογικής
προθεσμίας ή απολυθή κατά την διαδικασίαν.
Η απόλυσις δύναται να εξαρτηθή από εγγύησιν εξασφαλίζουσαν την παράστασιν του ενδιαφερομένου εις την δικάσιμον. Αρ. 5§4. Παν πρόσωπον στερούμενον της ελευθερίας του συνεπεία συλλήψεως ή κρατήσεως έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, ίνα τούτο αποφασίση εντός βραχείας προθεσμίας επί του νομίμου της κρατήσεώς του και διατάξη την απόλυσίν του εν περιπτώσει παρανόμου κρατήσεως. Αρ. 6§1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή δικαίως, δημοσία
και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου,
νομίμως λειτουργούντος, το οποίον θα αποφασίση είτε επί των αμφισβητήσεων επί
των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως, είτε επί του βασίμου πάσης
εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως.
Αρ. 6§3. Ειδικώτερον, πας κατηγορούμενος έχει δικαίωμα : α. όπως πληροφορηθή, εν τη βραχυτέρα προθεσμία εις γλώσσαν την οποίαν εννοεί και εν λεπτομερεία την
φύσιν και τον λόγον της εναντίον του κατηγορίας. β. όπως διαθέτη τον χρόνον
και τας αναγκαίας ευκολίας προς προετοιμασίαν της υπερασπίσεώς του.’’
Παράλληλα με τα παραπάνω, τo άρθρο 19 του Τουρκικού Συντάγματος προβλέπει με σαφήνεια ότι κάποιο πρόσωπο που εισέρχεται ή επιχειρεί να εισέλθει παράνομα στη
Χώρα δύναται να συλληφθεί και να στερηθεί της προσωπικής του ελευθερίας, αλλά
σ’ αυτό αναμφίβολα υπογραμμίζεται ότι στα άτομα που τίθενται υπό περιορισμό ή
κράτηση κοινοποιούνται γραπτώς ή προφορικώς και σε κάθε περίπτωση άμεσα
οι λόγοι της κρατήσεως τους και οι εναντίον τους κατηγορίες.
Τα υπό κράτηση πρόσωπα έχουν δικαίωμα να αιτηθούν να γίνει η δίκη τους σε εύλογο χρόνο και μέχρι να πραγματοποιηθεί αυτή έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν να αρθεί η προσωρινή τους κράτηση (ήτοι να αποφυλακιστούν). Στο δε επίπεδο του τουρκικού ποινικού δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 100 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η προσωρινή κράτηση ενός ατόμου επιτρέπεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το άτομο αυτό είναι ύποπτο φυγής ή για τη συλλογή, διαφύλαξη και τεκμηρίωση αποδείξεων, απαραίτητων για την εις βάρος του απαγγελία των κατηγοριών.
Με βάση το άρθρο 108 του ιδίου Κώδικα πάντως στο στάδιο της δικαστικής έρευνας
σε κάθε ενδεχόμενο μέσα σε 30 ημέρες από τη σύλληψη του υπόπτου θα πρέπει
να επανεκτιμηθεί η συνέχιση ή μη της κράτησης του, εννοείται για κάποιους
συγκεκριμένους λόγους.
Το ζήτημα, επομένως, στην υπόθεση των δύο ελλήνων αξιωματικών είναι αν η Τουρκία εφαρμόζει πιστά και ‘‘ευλαβώς’’ την ΕΣΔΑ μέσα και από το πρακτικό πρίσμα του δικού της νομοθετικού στερεώματος (Σύνταγμα και Ποινική Δικονομία). Η απάντηση επί τούτου είναι καταδήλως αρνητική και, δυστυχώς, πολλαπλώς και επανειλημμένως επαληθευόμενη μέσα από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού
Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ). Χαρακτηριστικά:
Στην υπόθεση Catal V Turkey (αριθμός αίτησης 26808/2008, απόφαση της 17-7-2012) το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Τουρκία είχε παραβιάσει τα άρθρα 5§3 και 4 της ΕΣΔΑ καθώς απέτυχε να παρέξει ικανοποιητικές εξηγήσεις περί ενάσκησης από τον κρατούμενο του ‘‘δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης’’ του και περί της νομιμότητας και αναγκαιότητας της διαρκούς κράτησης του και κυρίως (έκρινε) ότι είχε καταστρατηγήσει το αρ. 6§1 ένεκα του γεγονότος ότι η διαδικασία της δίκης του αιτούντος, που είχε διαρκέσει 15 χρόνια, είχε υπερκαλύψει κάθε εύλογο χρονικό εύρος. Στις υποθέσεις Nedim Sener V Turkey (αριθμός αίτησης 38270/11, απόφαση της 8-7-2014) και Sik V Turkey (αριθμός αίτησης 53413/11, απόφαση της 8-7-2014) το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Τουρκία είχε παραβιάσει το αρ. 5§3 της ΕΣΔΑ κρατώντας τους αιτούντες φυλακισμένους πάνω από έτος για δήθεν ποινική διερεύνηση της υπόθεσης τους, επικαλούμενη γενικόλογες προφάσεις χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη ένδειξη για την αιτία της κράτησης. Μάλιστα κατά παράβαση του αρ. 5§4 της ΕΣΔΑ ούτε οι κρατούμενοι ούτε οι δικηγόροι τους είχαν επαρκή γνώση της δικογραφίας, μέσα από την οποία έπρεπε να προκύπτει
ο σκοπός της κράτησης. Η Τουρκία στις συγκεκριμένες περιπτώσεις καταδικάστηκε να αποζημιώσει τους κρατούμενους, δίνοντας με 20.000 ευρώ για τον καθένα. Επιπλέον, στην περίφημη δυάδα υποθέσεων των Mergen κ.α. V Turkey (αιτήσεις με αριθμούς 44062/09, 55832/09, 55834/09, 55841/09 και 55844/09, απόφαση της 31-5-2016) και Ayse Yuksel κ.α. V Turkey (αριθμοί αιτήσεων 55835/09, 55836/09 and 55839/09, απόφαση της 31-8-2016), που αφορούσε τις διώξεις του Τουρκικού Κράτους κατά της οργάνωσης Ergenekon, τo ΕΔΔΑ έκρινε παράνομη και αυθαίρετη την κράτηση των αιτούντων, δεδομένου ότι αυτοί δεν πληροφορήθηκαν σύμφωνα με τα αρ. 5§2 και 6 της ΕΣΔΑ τους λόγους της κράτησης τους από την Αστυνομία και καταπατήθηκε κατάφωρα το τεκμήριο της αθωότητας τους (presumption of innocence) σύμφωνα με το αρ. 6§2 της Σύμβασης. Πρότερα όμως από τις άνω ενδεικτικές αποφάσεις, στην υπόθεση - σταθμός Altinok V Turkey (αριθμός αίτησης 31610/08, απόφαση της 29-11-2011) το ΕΔΔΑ αφού επιβεβαίωσε και σε τούτη την υπόθεση την παραβίαση από πλευράς της Τουρκίας των § 4 και 5 του άρθρου 5 της ΕΣΔΑ, διότι αφενός η συγκεκριμένη χώρα δεν εφάρμοσε την αρχή της ‘‘ισότητας των όπλων’’ και της πληροφόρησης του κατηγορουμένου για τον λόγο της κράτησης του και αφετέρου γιατί δεν παρείχε αποτελεσματική δυνατότητα αποζημίωσης στον αιτούντα, είχε αποφανθεί ότι η
συστηματική παραβίαση των διατάξεων της ΕΣΔΑ περί των αδικαιολογήτων
συνεχιζόμενων κρατήσεων προσώπων αποτελούσε πλέον ‘‘συστημικό πρόβλημα’’
της εφαρμογής της ίδιας της Σύμβασης στο γειτονικό κράτος (‘‘problème structurel’’
στην επίσημη γλώσσα του ΕΔΔΑ, τη γαλλική). Μάλιστα για να προβεί σε αυτήν την αναφορά, βάσει και του αρ. 46 της ΕΣΔΑ και της πρότερης νομολογίας του (Solmaz v. Turkey, no. 27561/02, 16 January 2007, Tutar v. Turkey, no. 11798/03, 10 October 2006, Cahit Demirel v. Turkey, no. 18623/03, 7 July 2009), το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στηριζόμενο στην 3/2004 Απόφαση (Resolution) της Επιτροπής των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά
με τις δικαστικές αποφάσεις που αποκαλύπτουν ένα συστημικό πρόβλημα και στην 6/2004 Σύσταση (Recommendation) της Επιτροπής των Υπουργών σχετικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των εθνικών ενδίκων μέσων, επικαλέστηκε τις 300 (trois cents) αιτήσεις ενώπιον του με όμοιο περιεχόμενο εις βάρος της Τουρκίας! Πάντως, δέον είναι να υπομνησθεί ότι η ερμηνεία των άρθρων 5 και 6 της ΕΣΔΑ πρέπει να σχετίζεται με τις περιστάσεις, τις οποίες απαραιτήτως οφείλει να λαμβάνει υπόψη του το ΕΔΔΑ, όπως και τις συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες κάθε υπόθεσης. Επομένως, οι έννοιες ‘‘συντόμως’’ ‘‘το δυνατόν συντομώτερον’’, ‘‘εντός λογικής προθεσμίας’’, ‘‘εντός βραχείας προθεσμίας’’, που ανευρίσκονται στο κείμενο των άνω άρθρων της Σύμβασης, δεν είναι ως προς το χρονικό εύρος τους αυστηρά τυποποιημένες ή απολύτως και κατά περιορισμό καθορισμένες. Αποπνέουν όμως, και αυτό είναι αναντίλεκτο, το πνεύμα, τη βουλητική πρόθεση και τη Λογική του συντάκτη της ΕΣΔΑ για διαδικασίες επί ανθρώπων, που υπόκεινται τη βάσανο κάποιας σύλληψης, κράτησης και βεβαίως δίκης, απόλυτα σύμφυτες με τα ανθρώπινα δικαιώματα και ad hoc διευκολύνουσες την υπεράσπιση τους και το σεβασμό της ατομικής τους υπόστασης και αξιοπρέπειας. Διότι, προφανώς, το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη (αρ. 6 της ΕΣΔΑ) και το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια (αρ. 5 της ΕΣΔΑ) είναι
προστατευτικές και σημαίνουσες αρχές του νομικού πολιτισμού και προτάγματα της
σύνολης αξιακής πλατφόρμας του Ουμανισμού, ο δε βαθμός και η έκταση της
εφαρμογής τους συνιστούν καίριους δείκτες του επιπέδου της Δικαιοσύνης μιας Χώρας
και της ποιότητας της εν γένει πρυτανεύουσας κουλτούρας της.
Με βάση όλα τα παραπάνω, το θέμα της συνεχιζόμενης και χωρίς επίσημο (νομικό)
λόγο κράτησης των δύο αξιωματικών μας στην Τουρκία πρέπει να καταστεί, έστω
και τώρα, αντικείμενο ορθής εστίασης. Το θέμα αυτό δεν είναι διπλωματικό, δεν εντάσσεται στα πλαίσια ενός ευρύτερου … ‘‘παζαριού’’ μεταξύ των δύο Χωρών, ούτε είναι όρος της συνεργασίας τους. Αντιθέτως, στα πλαίσια των Διεθνών Σχέσεων και της Πολιτικής ‘‘καλής και αμφοτερώς συμφέρουσας γειτονίας’’, πρέπει να αναδειχθεί προς διαδιεθνικές κατευθύνσεις η ανάγκη και παράλληλα να ‘‘πιεστεί’’ η Τουρκία, αν και από τις 21-7-2016 ελέω της γνωστής απόπειρας Πραξικοπήματος έχει αναστείλει την εφαρμογή της ΕΣΔΑ στην επικράτεια της, να λειτουργήσει επιτέλους σύμφωνα με
τις διεθνείς νόρμες, υπό το καθεστώς και το διακεκηρυγμένο πνεύμα της ευρω-αντλαντικής, συμμαχικής αντίληψης, ως μέλος του ΝΑΤΟ, και ταυτόχρονα,
ως επίσημα υποψήφια χώρα για ένταξη στην ΕΕ, να αναγνωρίσει και σέβεται το ‘‘ενωσιακό κεκτημένο’’, την ΕΣΔΑ και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων
της ΕΕ