Η Ζ. είναι μία από τις ...
καλύτερες ξεναγούς της χώρας. Από την άνοιξη σχεδόν «ζει» στον Ιερό Βράχο, «κλεισμένη» ήδη από πέρυσι από γκρουπ τουριστών που έμαθαν για τις γνώσεις και την ευγένειά της και φρόντισαν να τη δεσμεύσουν έγκαιρα. Δεν ήταν όλοι τόσο τυχεροί.
Η ραγδαία αύξηση του τουρισμού στην Αθήνα φέτος αποκάλυψε ένα μεγάλο πρόβλημα: οι διπλωματούχοι ξεναγοί δεν επαρκούν για να καλύψουν τη ζήτηση. Πολλοί ξένοι επισκέπτες, που δεν είχαν προνοήσει να κλείσουν εκ των προτέρων ξεναγό, βρέθηκαν προ απροόπτου. Την ίδια στιγμή, πολλοί από τους υπάρχοντες ξεναγούς πραγματοποιούν διπλές ξεναγήσεις καθημερινά, με αποτέλεσμα να είναι στα όρια των αντοχών τους.
Η Ελλάδα υποδέχεται 30 εκατ. τουρίστες τον χρόνο. Κι όμως, στη μοναδική Σχολή Ξεναγών φοιτούν 40 άτομα, τα οποία μάλιστα αποφοιτούν του χρόνου. Σαράντα νέοι εργαζόμενοι για την πιο βαριά και κρίσιμη βιομηχανία της χώρας. Και πάλι καλά.
Η Σχολή Ξεναγών Αθήνας λειτούργησε ξανά πέρυσι, μετά επτά ολόκληρα χρόνια που παρέμενε κλειστή. Κλειστές παραμένουν ακόμα οι Σχολές Ξεναγών Θεσσαλονίκης, Ηρακλείου και Κέρκυρας. Στην απαίτηση της Ε.Ε. να ανοίξει το επάγγελμα του ξεναγού, το 2010 το ελληνικό κράτος απάντησε κλείνοντας τις σχολές και θεσπίζοντας τα περίφημα «δίμηνα σεμινάρια», τα οποία απευθύνονταν αποκλειστικά σε απόφοιτους ΑΕΙ συγκεκριμένων σχολών.
Στην αγορά «βγήκαν» αρκετά παιδιά από την ταχύρρυθμη αυτή εκπαίδευση, ωστόσο ποτέ δεν έγιναν ιδιαίτερα «αποδεκτά» από το σώμα των «παλιών» ξεναγών, οι οποίοι είχαν αφιερώσει 2,5 χρόνια στις σπουδές τους, με εκατό μέρες εκδρομών σε αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την Ελλάδα.
Όπως λένε, δεν αρκεί η θεωρητική κατάρτιση για να γίνει κάποιος καλός ξεναγός, ο άνθρωπος που αναλαμβάνει να μυήσει τον ξένο επισκέπτη στον ελληνικό πολιτισμό, να συνδέσει το βαρύ παρελθόν με τη σύγχρονη Ελλάδα. Για μισή ή μια μέρα, για πέντε, δέκα ή περισσότερες, ο ξεναγός φιλοξενεί τους ξένους επισκέπτες δημιουργώντας μαζί τους σχέση φιλίας και εμπιστοσύνης, που αντανακλά και τη σχέση τους με τη χώρα μας.
Η επαναλειτουργία της Σχολής Ξεναγών Αθήνας ήταν θετικό βήμα, ωστόσο και αυτή υποδέχθηκε πέρυσι 40 νέους, χωρίς εξετάσεις, αλλά με επιλογή κατόπιν μοριοδότησης (δόθηκε προτεραιότητα στους γνώστες των λεγόμενων «σπάνιων γλωσσών»).
Σε μια περίοδο δηλαδή με τη ζήτηση «στο κόκκινο», η σχολή ξεναγών δεν είναι ανοικτή για κάθε ενδιαφερόμενο. Ταυτόχρονα, το πλαίσιο δεν επιτρέπει σε κανέναν πλην των διπλωματούχων επαγγελματιών να κάνει κάποια διαφορετικού τύπου ξενάγηση, όπως για παράδειγμα στα γαστρονομικά μυστικά της πόλης, ξενάγηση που αφορά τη street art, την αρχιτεκτονική, κ.ο.κ.
Ο γαστρονομικός τουρισμός, ο τουρισμός πόλης έχουν τεράστια ζήτηση σήμερα, ωστόσο το κράτος δεν «παράγει» τέτοιους επαγγελματίες. «Το πλαίσιο στην Ελλάδα σήμερα δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σύγχρονου ταξιδιώτη», ανέφερε στην «Κ» τουριστικός πράκτορας που ασχολείται με τον τουρισμό πόλης.
«Ο τουρισμός είναι το μόνο που δουλεύει στη χώρα σήμερα, αλλά για κάποιο λόγο δεν “ρίχνουμε” μέσα κόσμο ώστε και να βγάλει χρήματα αλλά και να απορροφήσουμε τη ζήτηση. Αντίθετα ρίχνουμε το επίπεδο μοιραία όταν έχουμε ανθρώπους που κάνουν ξενάγηση 8 ώρες την ημέρα».
«Τώρα είναι η ώρα να αποδείξουμε τι αξίζουμε», μας είπε η Ζ. χθες το μεσημέρι, έχοντας επιστρέψει κατάκοπη από ξενάγηση αλλά ικανοποιημένη από την ανταπόκριση του γκρουπ. «Τώρα είναι το μομέντουμ της Ελλάδας.
Όταν τα πράγματα χαλαρώσουν σε Τουρκία, Ισραήλ, Αίγυπτο, δεν ξέρουμε τι θα γίνει. Τώρα είναι που πρέπει να αποδείξουμε ότι μπορούμε να διαχειριστούμε όλον αυτό τον όγκο των τουριστών. Να ανοίξουν οι σχολές και να βελτιώσουμε τις υπηρεσίες.
Από το να φτιάξουμε τις τουαλέτες στην Ακρόπολη μέχρι να βελτιώσουμε τη συμπεριφορά ορισμένων φυλάκων, που καμιά φορά μιλάνε με τόνο που παρεξηγείται ή σφυρίζουν στον κόσμο μέσα από το κουβούκλιο εάν δουν κάτι που θεωρούν λάθος. Καταλαβαίνω ότι είναι μες στη ζέστη, αλλά πρέπει όλοι να προσπαθούμε για το καλύτερο».