Ύστερα από δύο δύσκολα ...
χρόνια για τη δημοκρατία στην Τουρκία, με την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που ακολούθησε το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, τις αθρόες φυλακίσεις, τον ασφυκτικό έλεγχο του Τύπου και το κύμα εκκαθαρίσεων, η αντιπολίτευση περιέγραφε τις προχθεσινές εκλογές ως την τελευταία ευκαιρία να μπει φραγμός στην απολυταρχία. Τελευταία ή όχι, η ευκαιρία χάθηκε.
Διαψεύδοντας τις προβλέψεις των αντιπάλων του, ο Ταγίπ Ερντογάν όχι μόνον επανεξελέγη από τον πρώτο γύρο πρόεδρος, αλλά και είδε τον πολιτικό συνασπισμό που τον υποστήριζε να εξασφαλίζει απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο.
«Δεν γονατίζουμε μπροστά σε κανέναν, εκτός από τον Θεό», διακήρυξε ο Ερντογάν γύρω στις 3 τα χαράματα από το μπαλκόνι των κεντρικών γραφείων του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, στην Αγκυρα. Από χθες, διαθέτει σχεδόν απεριόριστες εξουσίες, χάρη στο νέο σύνταγμα.
Μπορεί να ορίζει και να απολύει υπουργούς, να διαλύει τη Βουλή, να συντάσσει τον προϋπολογισμό, να παρεμβαίνει στον στρατό και στη Δικαιοσύνη, χωρίς να δεσμεύεται από κανέναν.
Για τα επόμενα πέντε χρόνια, μέχρι το 1923, οπότε συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση του τουρκικού κράτους, θα είναι ο ηγέτης με τις περισσότερες εξουσίες από την εποχή του Κεμάλ Ατατούρκ. Για την ώρα, δεν έχει απειλητικό αντίπαλο, εκτός από τον κακό εαυτό του.
Η σκιά της αμφισβήτησης πέφτει βαριά πάνω στο εκλογικό αποτέλεσμα. Στην προκαταρκτική τους έκθεση, οι παρατηρητές του ΟΑΣΕ καυτηριάζουν τους «περιορισμούς σε θεμελιώδεις ελευθερίες» και την «έλλειψη ίσων ευκαιριών». Και μόνο το γεγονός ότι ο αρχηγός του τρίτου μεγαλύτερου κόμματος, του φιλοκουρδικού HDP, έκανε καμπάνια από τη φυλακή, μιλάει από μόνο του. Υπήρξαν και καταγγελίες για απόπειρες νόθευσης του αποτελέσματος σε δυσπρόσιτες περιοχές της Νοτιοανατολικής Τουρκίας.
Ωστόσο, ούτε η αντιπολίτευση αμφισβήτησε, τελικά, το αποτέλεσμα. Με πολλές ώρες καθυστέρηση, μόλις χθες το μεσημέρι, ο κεμαλικός υποψήφιος Μουχαρέμ Ιντζέ, που ήρθε δεύτερος με 30,6% έναντι 52,6% του Τούρκου προέδρου, παραδέχτηκε την ήττα του, αναφέροντας ότι δεν υπήρχαν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα επίσημα αποτελέσματα και εκείνα που συγκέντρωσε το κόμμα του, το CHP. Ο 54χρονος καθηγητής Φυσικής, που πιστώθηκε μια εξαιρετικά δυναμική καμπάνια, είναι πιθανό να αντικαταστήσει τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου στην ηγεσία του CHP, καθώς εξασφάλισε οκτώ ποσοστιαίες μονάδες περισσότερες από ό,τι το κόμμα του.
Μεγάλη έκπληξη αποτέλεσε το υψηλό ποσοστό του εθνικιστικού ΜΗΡ υπό τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Κερδίζοντας το 11,1% των ψήφων, το ΜΗΡ διατήρησε ακέραιες τις δυνάμεις του, παρά το γεγονός ότι η Μεράλ Ακσενέρ διέσπασε το κόμμα ύστερα από τη στροφή Μπαχτσελί προς τον Ερντογάν και κατέβηκε στις εκλογές με το δικό της κόμμα, το iYi.
Το ΜΗΡ θα παίξει ρόλο ρυθμιστή την ερχόμενη περίοδο, καθώς χωρίς τους βουλευτές του το ΑΚΡ θα υπολείπεται της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας κατά 7 έδρες. Σημειωτέον ότι τα δύο κόμματα που προέρχονται από τους ακροδεξιούς «Γκρίζους Λύκους» συγκέντρωσαν αθροιστικά πάνω από 21%.
Από το μπαλκόνι της Αγκυρας, ο Ερντογάν έστειλε μηνύματα συμφιλίωσης, καλώντας τους πολίτες να αφήσουν πίσω την προεκλογική πόλωση και να πορευτούν ως «ένα έθνος, μία σημαία, μία χώρα, ένα κράτος».
Ωστόσο, διεμήνυσε ότι θα συνεχίσει με αμείωτη ένταση την εκστρατεία για «απελευθέρωση εδαφών» στη Συρία, υποστηρίζοντας ότι έτσι θα γίνει δυνατό «να επιστρέψουν στην πατρίδα τους οι φιλοξενούμενοί μας Σύροι πρόσφυγες» – μήνυμα που απευθυνόταν όχι μόνο στο εσωτερικό ακροατήριο, αλλά και στην Ευρώπη.
Το βέβαιο είναι ότι οι μεγάλες προκλήσεις περιμένουν τον Ερντογάν, τόσο στην εξωτερική πολιτική όσο και στην οικονομία. Ήδη, ο υπουργός Οικονομικών Μεχμέτ Σισμέκ διεμήνυσε ότι θα επιταχυνθούν οι (προφανώς επώδυνες) μεταρρυθμίσεις για τη σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών.
Τα συγχαρητήρια και τα ανταλλάγματα
Ενα από τα πρώτα τηλεφωνήματα που δέχθηκε χθες ο Ταγίπ Ερντογάν προερχόταν από τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν, ο οποίος δεν ήθελε απλώς να τον συγχαρεί, αλλά και να του θυμίσει ότι η Μόσχα προσδοκά να συνεχιστεί η συνεργασία στον τομέα της ενέργειας, και πιο συγκεκριμένα στην κατασκευή αγωγών αερίου και πυρηνικών σταθμών.
Στη συνέχιση της συνεργασίας με την Τουρκία έδωσε έμφαση και η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής («Ελπίζουμε ότι η Τουρκία θα παραμείνει προσηλωμένος εταίρος της Ε.Ε. σε ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως η μετανάστευση, η ασφάλεια, η περιφερειακή σταθερότητα και ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας»), αλλά και η δήλωση του εκπροσώπου της Αγκελα Μέρκελ, Στέφεν Ζάιμπερτ, ο οποίος σημείωσε ότι η καγκελάριος θα τηλεφωνήσει στον επανεκλεγέντα πρόεδρο «εν ευθέτω χρόνω».
«Παρ’ όλη την κριτική προς τον Ερντογάν, η Ε.Ε. τον μετέτρεψε σε έναν από τους σημαντικότερους εταίρους της, υπογράφοντας τη συμφωνία για το προσφυγικό τον Μάρτιο του 2016», σημείωσε ο σχολιαστής Χασνάιν Καζίμ στην ιστοσελίδα Spiegel, υπογραμμίζοντας ότι ακόμη και ο Αυστριακός καγκελάριος Κουρτς προσπαθεί να συνδιαλλαγεί με τον Ερντογάν, ώστε να ανοίξει νέους καταυλισμούς προσφύγων στην Τουρκία.
«Τώρα η Ε.Ε. βρίσκεται σε δίλημμα. Δεν έχει τηρήσει τις υποσχέσεις της απέναντι στην Τουρκία, κάτι που το περιβάλλον του Ερντογάν ισχυρίζεται ότι τον έχει εξοργίσει. Αυτός λοιπόν που έχει πολλές φορές απειλήσει να καταργήσει τη συμφωνία και να ανοίξει τα σύνορα ενισχύθηκε από τις εκλογές και μπορεί να ζητήσει από τους Ευρωπαίους υψηλότερο τίμημα», προσέθεσε ο Καζίμ.
Η ισπανική El Pais εστίασε το δικό της ρεπορτάζ στη συμμαχία του Ερντογάν με το εθνικιστικό MHP. «Τώρα μένει να φανεί τι θα ζητήσει το MHP από τον Ερντογάν ως αντάλλαγμα για τη συνεχιζόμενη στήριξή του», σημείωσε η εφημερίδα. «Το AKP αντιμετώπιζε ήδη τη Δύση με σκεπτικισμό, το σκληρά εθνικιστικό MHP ακόμη περισσότερο.
Με τη συμμαχία AKP - MHP οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση δεν θα βελτιωθούν», είπε στην ολλανδική Volkskrant ο αναλυτής του ινστιτούτου Κάρνεγκι των Βρυξελλών, Σινάν Ιλγκέν. «Υπό τη σκιά εντεινόμενων οικονομικών προβλημάτων, θα ήταν χρήσιμο στον Ερντογάν να επιδείξει μετριοπάθεια στην εξωτερική πολιτική, μετριάζοντας τις αντιδυτικές πολιτικές και την αντιδυτική ρητορική.
Αλλά εμφανίζεται υπερήφανος και απρόθυμος να υποχωρήσει, ιδιαίτερα τώρα που εξαρτάται έως ένα βαθμό από το εθνικιστικό ΜΗΡ, που του εξασφαλίζει κοινοβουλευτική πλειοψηφία», έγραψε η Καρλότα Γκαλ στους New York Times.
«Τώρα που ο Ερντογάν εξασφάλισε τις εξουσίες που από καιρό επιθυμούσε, οι Τούρκοι περιμένουν να κατακτήσει το Ισλάμ ακόμη μεγαλύτερο ρόλο στη δημόσια ζωή», εκτίμησε ο Μπίλι Πέριγκο στο περιοδικό Time.
O δε βρετανικός Guardian, αντί άλλου σχολίου για τη διαπίστωση των εκλογικών παρατηρητών περί άνισων συνθηκών, υπολόγισε τις ώρες προβολής των υποψηφίων από την τουρκική τηλεόραση: 181 ώρες για τον Ερντογάν, 15 ώρες για τον Ιντζέ και μισή ώρα για το HDP.