H σύναξη των «Vor» στη Θεσσαλονίκη


Ηταν 9.30 το πρωί της ...

22ας Ιουλίου 2013 όταν η πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης κάλεσε στην έδρα τον διοικητή της ισπανικής υπηρεσίας Δίωξης Oργανωμένου Eγκλήματος και μοναδικό μάρτυρα κατηγορίας στη δίκη του 52χρονου, τότε, φερόμενου ως αρχηγού της ρωσόφωνης μαφίας Λάσα Σουσανασβίλι. 
Ο «χοντρός», όπως ήταν το παρωνύμιο του σκληρού Γεωργιανού, είχε συλληφθεί μερικούς μήνες νωρίτερα στον Αστέρα της Βουλιαγμένης με ένταλμα των ισπανικών αρχών και αντιμετώπιζε κατηγορία για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης. 
Ο Χουάν Ρουέντα, όπως είναι το όνομα του αστυνομικού, ορκίστηκε στο Ευαγγέλιο και με τη βοήθεια διερμηνέα άρχισε να καταθέτει.
«Η υπηρεσία μας διεξήγαγε έρευνα για τη δράση μιας εγκληματικής οργάνωσης με ηγέτη τον Κάχαμπερ Σουσανασβίλι, αλλά τελικά προέκυψε ότι πραγματικός αρχηγός της ήταν ο αδελφός του Λάσα, ο οποίος έδινε εντολές σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. 
Στην οργάνωση συμμετείχαν 80 άτομα από Ελβετία, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία και Ισπανία, όλα υπό τη διεύθυνση του Λάσα. Μετέφεραν χρήματα από ληστείες στη Γεωργία και την Ελλάδα και μάλιστα από τις παρακολουθήσεις τηλεφώνων προέκυψε ότι διαχειριστής των κερδών ήταν ο ίδιος ο Λάσα», είπε ο Ισπανός αξιωματικός.
Τα πρακτικά εκείνης της δίκης είναι άκρως αποκαλυπτικά για τη δομή και τη δράση των επονομαζόμενων «Vor V Zakone» ή «Κλέφτες εντός νόμου». Στελέχη τους συνελήφθησαν τη Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη ύστερα από κυνηγητό στους δρόμους της Πυλαίας και... αρκετό ξύλο. Ηταν το αποτέλεσμα μιας μυστικής έρευνας που ξεκίνησε την άνοιξη του 2017 σε Καύκασο, Νορμανδία και Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή 300 Γάλλων και Ελλήνων αστυνομικών. 
Οι άνδρες ασφαλείας φόρεσαν χειροπέδες σε πάνω από 30 σεσημασμένους για κλοπές και διαρρήξεις Γεωργιανούς και –όπως διατείνονται– κατάφεραν ένα ισχυρό πλήγμα στη ρωσόφωνη μαφία στην Ευρώπη. 
Επιπλέον, όσα έρχονται στο φως τα τελευταία εικοσιτετράωρα επιβεβαιώνουν πρόσφατο δημοσίευμα της «Κ», σύμφωνα με το οποίο τον περασμένο Σεπτέμβριο πραγματοποιήθηκε πανευρωπαϊκή συνάντηση των «Vor» στη Θεσσαλονίκη.
Συνεχίζοντας την κατάθεσή του ενώπιον του δικαστηρίου, ο Ρουέντα παρέθεσε πληροφορίες για ένα συμβόλαιο θανάτου που ο «χοντρός» κατηγορήθηκε ότι υπέγραψε εις βάρος ενός Ρώσου μαφιόζου, μέλους αντίπαλης ομάδας. 
«Προσπάθησαν αρκετές φορές να τον δολοφονήσουν, κάτι που τελικά κατάφεραν να κάνουν στη Μασσαλία», υποστήριξε και επικαλέστηκε φωτογραφίες που αποκαλύπτουν ότι ύποπτοι είχαν προπαρασκευαστικές συναντήσεις σε Βαρκελώνη και Νίκαια.
Ο αδελφός του «αρχηγού» και υπεύθυνος για το ταμείο της οργάνωσης στην Ισπανία συνελήφθη τον Μάρτιο του 2010, κατά τη διάρκεια μυστικής επιχείρησης σε επτά χώρες της Ε.Ε. και την Ελλάδα. 
Σύμφωνα με τον Ρουέντα, την ημέρα της σύλληψης του Κάχαμπερ Σουσανασβίλι έγινε ανεπιτυχής προσπάθεια να εντοπιστεί και ο αδελφός του Λάσα, που οι πληροφορίες ήθελαν να έχει καταλύσει στο Μακεδονία Παλάς. «Οι γεωργιανές αρχές μάς είπαν ότι πλήρωσε 800.000 ευρώ για να γλιτώσει τη σύλληψη», κατέθεσε ο Ισπανός, κατηγορώντας τους Ελληνες αστυνομικούς για χρηματισμό. 
Το δικαστήριο έκρινε τελικά ένοχο τον 57χρονο για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 14 ετών. Φυλακίστηκε στα Διαβατά και δύο χρόνια αργότερα αποφυλακίστηκε χάρη και στα πράγματι σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει. 
Ο ίδιος πάντως, στην απολογία του στο Εφετείο Κακουργημάτων, είχε αρνηθεί τις κατηγορίες, δήλωσε επιχειρηματίας και κατηγόρησε τον πρώην πρόεδρο της Γεωργίας Μιχαήλ Σαακασβίλι για την εις βάρος του σκευωρία. 
«Στη Ρωσία είχα οικοδομές και ποσοστά σε εμπορικά κέντρα και στη Γεωργία ήμουν συνεταίρος σε θυγατρική της Gazprom. Μου πήρε τις επιχειρήσεις ο Σαακασβίλι». Οσο για την ανάμειξη των Ισπανών, την απέδωσε στις φιλικές σχέσεις που –κατά τον ίδιο– διατηρούσε ο Σαακασβίλι με τον πρώην πρωθυπουργό της Ισπανίας Λουίς Θαπατέρο.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Πέντε χρόνια αργότερα, η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Τον Απρίλιο του 2017, Γάλλοι αστυνομικοί που έκαναν έρευνα για διαρρήξεις στην πόλη Καν της βορειοδυτικής Γαλλίας εντόπισαν επικοινωνίες ενός από τους υπόπτους με τηλέφωνο στη Θεσσαλονίκη και ενημέρωσαν τους Ελληνες συναδέλφους τους. 
Η Ασφάλεια ταυτοποίησε τον κάτοχο του κινητού και για διάστημα περίπου ενός έτους κατέγραφε τις κινήσεις και τις επαφές του. Οπως αποδείχθηκε, επρόκειτο για τον Γεωργιανό Νοντάρ Σουκασβίλι ή «Σούκα», επιχειρησιακό διοικητή των «Vor» στη Θεσσαλονίκη και τον έναν από τους δύο άμεσους συνεργούς του Λάσα. Σύμφωνα με τους Γάλλους εισαγγελείς, τα τηλεφωνήματα του Νοντάρ ήταν προς τον αδελφό του, υπεύθυνο για το ταμείο της οργάνωσης στη Νορμανδία.
Στα τέλη του περασμένου καλοκαιριού, ο «Σούκα» φέρεται να συμμετείχε στην πανευρωπαϊκή συνάντηση των «Vor» που έγινε στη Θεσσαλονίκη. Σχετική αναφορά υπήρχε σε δημοσίευμα της ιστοσελίδας crimerussia.com τον Σεπτέμβριο του 2017, ενώ σχετικές αναφορές υπήρχαν και σε πρόσφατο ρεπορτάζ της «Κ» με θέμα τις εισαγόμενες μαφίες. 
Η «σύναξη» των μελών της ρωσόφωνης μαφίας πραγματοποιήθηκε σε αίθουσα δεξιώσεων στα περίχωρα της πόλης και τελούσε υπό τα διακριτικά βλέμματα των αστυνομικών της Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος, που είχαν εγκαίρως ενημερωθεί και ακροβολιστεί στην περιοχή.
Υστερα από τουλάχιστον δύο διμερείς συναντήσεις, η κοινή επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Καύκασος - Νορμανδία» πραγματοποιήθηκε Δευτέρα και Τρίτη σε Ελλάδα και Γαλλία. Στη Θεσσαλονίκη συνελήφθησαν συνολικά 15 άτομα και στη Γαλλία πάνω από 30. 
Εις βάρος του Λάσα και των δύο υπαρχηγών του δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη, αλλά εκδόθηκαν ισάριθμα διεθνή εντάλματα των γαλλικών αρχών, δυνάμει των οποίων κρατούνται. Με αυτό το νομικό τρικ, οι τρεις άνδρες είναι ιδιαίτερα πιθανό να μη δικαστούν στην Ελλάδα, όπως συνέβη στη έρευνα των Ισπανών το 2013, αλλά θα εκδοθούν στη Γαλλία. 
Εις βάρος των «στρατιωτών» της οργάνωσης, αντιθέτως, ασκήθηκε δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για 56 διαρρήξεις στη Θεσσαλονίκη («Δύο με τρεις την ημέρα», σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ.) και παραπέμφθηκαν στον ανακριτή.
Οταν κατά τη διάρκεια μιας ανάκρισης Ελληνας αστυνομικός ρώτησε έναν από τους «Κλέφτες» γιατί επιλέγουν να εγκαθίστανται στην Ελλάδα, εκείνος του απάντησε: «Επειδή είναι η μόνη χώρα στην Ε.Ε. στην οποία δεν υπάρχει ειδική ομάδα που να ασχολείται μαζί μας».