Τη δημιουργία ενός ...
μηχανισμού ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους που θα ενεργοποιείται μόνον αν η Ελλάδα τηρεί τις δημοσιονομικές και άλλες δεσμεύσεις της, μετά το τέλος του προγράμματος, υποστηρίζει το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με έγγραφα που αποκάλυψε χθες η εφημερίδα Handelsblatt.
Από τα έγγραφα, που συνέταξε το υπουργείο ενόψει του αυριανού Eurogroup στη Σόφια, όπου η Ελλάδα θα αποτελέσει βασικό θέμα συζήτησης, προκύπτει ότι το πνεύμα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε παραμένει ζωντανό και υπό την ηγεσία του Σοσιαλδημοκράτη Ολαφ Σολτς. Ναι μεν ο κ. Σολτς, σύμφωνα με το δημοσίευμα, είναι έτοιμος να προχωρήσει σε ελάφρυνση του χρέους, αλλά μόνον υπό προϋποθέσεις.
«Η ασθενής ανάπτυξη δεν θα δίνει αυτόματα το δικαίωμα στην Ελλάδα να μειώσει τις πληρωμές για την εξυπηρέτηση του χρέους της», ξεκαθαρίζει το έγγραφο, αναφερόμενο στη λεγόμενη γαλλική πρόταση, που συνδέει την ελάφρυνση του χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης.
Η Γερμανία θέλει, προφανώς, να διασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να τηρεί τις μνημονιακές δεσμεύσεις της και να ασκεί συνετή δημοσιονομική πολιτική και μετά το μνημόνιο και βλέπει τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους σαν ένα μέσο άσκησης πίεσης για να πετύχει αυτόν τον στόχο.
«Ο μηχανισμός», σημειώνει το έγγραφο, «μπορεί να ενεργοποιηθεί και να συνεχίσει να λειτουργεί εφόσον, κατά τις τακτικές αξιολογήσεις, η Ελλάδα τηρεί τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις της, όπως αυτές που προκύπτουν από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες».
Το έγγραφο κάνει αναφορά ακόμη και σε ένα «αυτόματο φρένο», δηλαδή στη διακοπή των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους «σε περίπτωση που η πολιτική του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ξεφύγει από τον έλεγχο», όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Οι όροι αυτοί, ωστόσο, δεν βρίσκουν σύμφωνους τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ούτε και το ΔΝΤ, που τάσσονται σε μεγάλο βαθμό υπέρ ενός αυτοματοποιημένου μηχανισμού.
Οπως αποκαλύπτει 18σέλιδο έγγραφο που επικαλείται η εφημερίδα, η Κομισιόν προτείνει να χορηγείται υπό όρους μόνο ένα μέρος της βοήθειας και συγκεκριμένα τα κέρδη από τα ομόλογα της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών (SMPs και ANFAs), ύψους 4,1 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα, προτείνει να χορηγούνται κάθε χρόνο, από το 2019 ώς το 2022, από 950 εκατ. ευρώ και στη συνέχεια μικρότερα ποσά. Πρόκειται προφανώς για τον «ημιαυτόματο» μηχανισμό, στον οποίο έκανε αναφορά προχθές σε συνέντευξή του ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί.
Στο σχετικό έγγραφό της, η Κομισιόν υποστηρίζει ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε κίνητρο για την κυβέρνηση να συνεχίσει να εφαρμόζει συνετή δημοσιονομική πολιτική και να μην κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις που έχει συμφωνήσει στο πλαίσιο του προγράμματός της με τον ESM. Προφανώς, όμως, για τη γερμανική κυβέρνηση κάτι τέτοιο δεν είναι αρκετό.
Από την άλλη μεριά, βεβαίως, όπως επιβεβαιώνει και το δημοσίευμα της εφημερίδας, η Γερμανία εξακολουθεί να θέλει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα.
Το ΔΝΤ δεν θέλει να εξαρτάται η ελάφρυνση του χρέους από προϋποθέσεις, γιατί έτσι δεν είναι σε θέση να συντάξει μια αξιόπιστη ανάλυση βιωσιμότητάς του. Αν τα μέτρα ελάφρυνσης δεν είναι δεδομένα, δεν μπορεί να τα εντάξει στο μοντέλο του. Με το ίδιο σκεπτικό αναμένεται να αντιδράσουν αρνητικά σε μια τέτοια ενδεχόμενη απόφαση και οι αγορές, οι οποίες ενδέχεται να αυξήσουν το κόστος δανεισμού της Ελλάδας σε απαγορευτικά ύψη.
Σενάριο παράτασης
Ετσι, η διαπραγματευτική μάχη προβλέπεται έντονη και το τέλος της αβέβαιο. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πολλοί μιλούν πλέον για πιθανότητα παράτασης του προγράμματος.
Παρότι δημοσίως διαψεύδεται κάθε τέτοια πρόταση, όπως αναφέρουν πηγές που είναι κοντά στις διαπραγματεύσεις, το ενδεχόμενο αυτό δεν έχει αποκλεισθεί. Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει μείνει πίσω στην υλοποίηση των 88 προαπαιτούμενων της τελευταίας αξιολόγησης, αποτελεί μια ακόμη αφορμή για να συζητείται αυτό το ενδεχόμενο.