Γερμανία: Επιπλοκές και εσωστρέφεια


Τι σημαίνει το ...

εκλογικό αποτέλεσμα στη Γερμανία για τα πολυσυζητημένα σχέδια αναβίωσης του γαλλογερμανικού άξονα στην κατεύθυνση της εμβάθυνσης της Ευρωζώνης; 
Και ειδικότερα για τις προοπτικές ουσιώδους ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους μέσα στο 2018;
Πολλά θα εξαρτηθούν από την τελική μορφή της νέας κυβέρνησης, τα υπουργεία τα οποία θα αναλάβουν οι διαφορετικοί εταίροι και τη γενικότερη έκβαση της διαπραγμάτευσης μεταξύ τους. 
Η σημασία των απωλειών που υπέστη η Άγκελα Μέρκελ δεν πρέπει να υπερτιμώνται: οι Χριστιανοδημοκράτες, παρά τα όσα ενθαρρυντικά έλεγε η καγκελάριος προεκλογικά για τις φιλόδοξες προτάσεις του Εμανουέλ Μακρόν, δεν έχουν βιώσει κάποια επιφοίτηση στο δρόμο για τη Δαμασκό: εξακολουθούν να θεωρούν ότι το βασικό πρόβλημα στην Ευρωζώνη είναι οι διαρθρωτικές και δημοσιονομικές αδυναμίες συγκεκριμένων χωρών, και όχι οι ανεπαρκείς μεταβιβάσεις προς και επενδύσεις στις χώρες αυτές.
«Η Μέρκελ είχε εξαρχής διαμορφώσει την πολιτική της απέναντι στην Ευρωζώνη με το AfD στο νου, ακόμα και πριν αυτό δημιουργηθεί», εξηγεί στην «Κ» ο Κάρστεν Νίκελ, εκτελεστικός διευθυντής της Teneo Intelligence. 
Οι μεταρρυθμίσεις του τρόπου λειτουργίας της Ευρωζώνης «θα προχωρήσουν, αλλά θα χαρακτηριστούν από πραγματισμό και μικρά βήματα. Το χθεσινό αποτέλεσμα απλά το υπενθυμίζει αυτό, δεν αλλάζει τα δεδομένα».  
Ο Νίκελ προσθέτει ότι «οι συζητήσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα ήταν σε κάθε περίπτωση τρομερά δύσκολες», ενώ προειδοποιεί ότι «δεν είναι καθόλου σαφές» ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν θα συνεχίσει ως υπουργός Οικονομικών.
Παρόλα αυτά, η αποδυνάμωση της κ. Μέρκελ, η εξαιρετικά πιθανή συμμετοχή των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) στη νέα κυβέρνηση και η θεαματική ενίσχυση του αντιμεταναστευτικού και αντιευρωπαϊκού AfD, που εκπροσωπείται για πρώτη φορά στην Μπούντεσταγκ ως τρίτο κόμμα, είναι κακά νέα – για την Ευρωζώνη και για την Ελλάδα.
Όπως σημειώνει στην «Κ» ο Θόρστεν Μπένερ, διευθυντής του Global Public Policy Institute στο Βερολίνο, ο συνασπισμός Τζαμάικα (Χριστιανοδημοκράτες-Ελεύθεροι Δημοκράτες-Πράσινοι), «αν σχηματιστεί,  δεν είναι πιθανό να είναι προοδευτικός στο θέμα της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης. 
Ο Λίντνερ, ο ηγέτης του FDP, έχει θέσει ως κόκκινη γραμμή την εναντίωσή του στα σχέδια του Μακρόν για έναν ενισχυμένο προϋπολογισμό». Σημειώνεται επίσης ότι ο κ. Λίντνερ έχει επανειλημμένως ταχθεί υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, ως προϋπόθεση για την απομείωση του χρέους της. Υπό την πίεση του AfD και με τις ενστάσεις του FDP, θα είναι πολύ δύσκολο για την καγκελάριο να συμπλεύσει με τον κ. Μακρόν (ο οποίος είχε κι αυτός μία κακή εκλογική βραδιά χθες).
Ιδιαίτερα δυσοίωνο, για τον Μπένερ, είναι το γεγονός ότι το AfD πέτυχε αυτό το αποτέλεσμα (σχεδόν 13% της ψήφου) «παρά τα χαμηλά επίπεδα ανεργίας, την απουσία υποσχέσεων κοινωνικής προστασίας τύπου Λεπέν και τον περιορισμένο αριθμό τρομοκρατικών χτυπημάτων». 
Για τον Νίκελ, η επιτυχία του ακροδεξιού κόμματος δείχνει ότι «τα άκρα δεν χρειάζεται να κυβερνούν για να περιορίσουν την ελευθερία κινήσεων του κέντρου» και ότι «ο κατακερματισμός και η πόλωση είναι η νέα φυσιολογική τάξη πραγμάτων στην ευρωπαϊκή πολιτική».
Αμφότεροι οι αναλυτές τονίζουν ότι θα χρειαστεί πολύς καιρός για να σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση. «Η Γερμανία θα είναι πιο εσωστρεφής για κάποιο διάστημα» σημειώνει ο Μπένερ. Για όσους θεωρούσαν ότι η Γερμανία έκανε υπερβολικά αισθητή την παρουσία της στα ευρωπαϊκά θέματα, μπορεί τώρα να συνειδητοποιήσουν ότι η απουσία της είναι ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα.