Η Τζαμάικα, η σύμπραξη ...
δηλαδή Χριστιανοδημοκρατών, Πρασίνων και Ελεύθερων Δημοκρατών, μια δικομματική κυβέρνηση μειοψηφίας ή πρόωρες εκλογές είναι κατά σειρά τα τρία σενάρια που προβάλλουν πλέον ως πιθανά αλλά και εξαιρετικά δύσκολα μετά την ανακοίνωση των πρώτων αποτελεσμάτων των γερμανικών εκλογών.
Η αποσύνθεση των δύο Volksparteien (κομμάτων του λαού), Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD), η σαρωτική άνοδος της Ακροδεξιάς (AFD) που ξεπέρασε ακόμη και τις πιο απαισιόδοξες δημοσκοπήσεις και εισέρχεται στο Μπουντεσταγκ για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας, η ικανοποιητική εμφάνιση Πρασίνων, Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) και Κόμματος της Αριστεράς (Die Linke) είναι οι βασικοί παράμετροι του μετεκλογικού σκηνικού στη Γερμανία.
Η δεινή ήττα των σοσιαλδημοκρατών που φέρει και την προσωπική σφραγίδα του Μάρτιν Σουλτς εξωθεί το κόμμα στην αντιπολίτευση. Όχι μόνο επειδή πήρε το χειρότερο ποσοστό του από το 1933 αλλά και γιατί αισθάνεται την ηθική υποχρέωση να αναλάβει το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να μην τον αφήσει τον ρόλο αυτόν στην AFD.
Γερμανική διπλωματική πηγή στην Αθήνα υπενθύμιζε ότι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης αναλαμβάνει την προεδρία της επιτροπής οικονομικών υποθέσεων της Βουλής. «Διανοείστε να είναι επικεφαλής της κρίσιμης αυτής επιτροπής του Μπούντεσταγκ βουλευτής της ΑFD;», αναρωτιόταν.
Αν, άλλωστε, δινόταν στην Ακροδεξιά η δυνατότητα να γίνει αξιωματική αντιπολίτευση με έναν νέο μεγάλο συνασπισμό στην κυβέρνηςη , το πιθανότερο είναι ότι στις επόμενες εκλογές θα ξεπερνούσε το 20% και θα αναδεικνυόταν δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη στη Βουλή.
Μετά το σοκ των αποτελεσμάτων τα παραδοσιακά κόμματα αναμένεται να σχηματίσουν λοιπόν μία υγειονομική ζώνη γύρω από την AFD και να λάβουν τις αποφάσεις τους με βάση αυτό το κοινό μέτωπο.
Η επανεκλεγείσα αν και με το χειρότερο ποσοστό του κόμματός της από το 1949, Άνγκελα Μέρκελ, είπε ήδη ότι θα λάβει σοβαρά υπόψη της τα αίτια γιγάντωσης της Ακροδεξιάς. Την ίδια στιγμή ιστορικό χαμηλό κατέγραψε και ο Βαυαρός εταίρος της στο συντηρητικό στρατόπεδο, οι Χριστιανοκοινωνιστές, που για πρώτη φορά από το 1949 φαίνεται ότι συγκεντρώνουν ποσοστό κάτω από 40%, επιβεβαιώνοντας την θρυλική φράση του ηγέτη τους Φραντς Γιοζεφ Στράους ότι δεν πρέπει ποτέ να επιτρέψουν την δημιουργία ενός δημοκρατικά νομιμοποιημένου, δεξιότερου κόμματος (από την Ένωση Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών).
Το βέβαιο είναι ότι ο εκλογικός θρίαμβος της Ακροδεξιάς θα σπρώξει όλη τη ρητορική και πολιτική ατζέντα της χώρας προς τα δεξιά, επαναφέροντας το προσφυγικό στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης.
Η καλή εμφάνιση Πρασίνων και Ελεύθερων Δημοκρατών διευκολύνει τις επόμενες κινήσεις τους και απελευθερώνει την διαπραγματευτική ισχύ των ηγεσιών τους. Παρ' όλα αυτά πρόκειται για μια εξαιρετικά ασυνήθιστη συνύπαρξη. «Είναι σαν να καλείται ένα δεξιό κόμμα να συγκυβερνήσει με ένα αριστερό κόμμα. Γίνεται;» με ρώτησε Γερμανός δημοσιογράφος, με τον οποίο παρακολουθήσαμε μαζί τα έξιτ πολς.
Σταμάτησε για μερικά δευτρερόλεπτα, με κοίταξε κι έσκασε στα γέλια. «Να μου πεις εδώ κυβερνάει ο Σύριζα με τον Καμμένο, άρα όλα γίνονται, συνέχισε». Τα προβλήματα πάντως είναι σαφή. Μαξιμαλισμός οικολογικών αιτημάτων από τους Πράσινους, προβάδισμα στις αγορές και καμία περιβαλλοντική ευαισθησία από τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Ακόμη και στο ελληνικό ζήτημα οι διαφορές είναι τεράστιες.
Οι Πράσινοι θέλουν αναδιάρθρωση του χρέους, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες ούτε να την ακούσουν. Τέλος οι Ελεύθεροι Δημοκράτες διεκδικούν το υπουργείο Οικονομικών κι η Άνγκελα Μέρκελ δύσκολα θα θυσίαζε τον Βόλφγανγκ Σόιμπλε, στυλοβάτη της παράταξής της.
Το δεύτερο και τρίτο σενάριο, δικομματική κυβέρνηση μειοψηφίας με την ανοχή των σοσιαλδημοκρατών για να μην υπάρξει ακυβερνησία ή πρόωρες εκλογές είναι ακραία και ιδιαίτερα ασυνήθιστα για τα γερμανικά δεδομένα. Επειδή όμως όλο το μετεκλογικό τοπίο είναι πρωτόγνωρο, δεν μπορεί να αποκλειστεί τίποτα.
Μην ξεχνάμε ότι ούτε η Τζαμάικα έχει δοκιμαστεί παρά μόνο σε τοπικό επίπεδο, στο Σλέσβιχ Χολσταϊν. Το μόνο βέβαιο σε αυτήν την περίοδο αστάθειας που εισέρχεται η γερμανική πολιτική σκηνή είναι ότι οι πολιτικές διεργασίες θα καθυστερήσουν να τελεσφορήσουν και πως οι ζυμώσεις θα διαρκέσουν μήνες.
Είναι πιθανό να μην ευδοκιμήσουν πριν τα Χριστούγεννα. Η Ευρώπη και η Ελλάδα κατ' επέκταση μπαίνουν σε μια φάση αναμονής και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή που η αδράνεια μόνο ζημιά κάνει στην υπόθεση της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και φυσικά στην προοπτική ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.