Δεν συμφωνώ για ίδρυση συνταγματικού δικαστηρίου


Κατά της ίδρυσης ...

συνταγματικού δικαστηρίου τάσσεται ο υπουργός Δικαιοσύνης, Σταύρος Κοντονής, ο οποίος μιλάει εφ’ όλης της ύλης για την κρίση που έχει ξεσπάσει τις τελευταίες εβδομάδες στις σχέσεις κυβέρνησης - Δικαιοσύνης. 
Ο υπουργός επιχειρεί να πέσουν οι τόνοι της αντιπαράθεσης, διαβεβαιώνοντας ότι «η κυβέρνηση δεν αντιδικεί με τη Δικαιοσύνη, ούτε αμφισβητεί το ρόλο της και την ανάγκη εφαρμογής των αποφάσεών της», αλλά επικρίνει με δριμύτητα τις δημόσιες τοποθετήσεις δικαστικών ενώσεων, χαρακτηρίζοντας τις ανακοινώσεις των τελευταίων ημερών «πεζοδρομιακή αντιπολιτευτική ρητορεία». 
Ο κ. Κοντονής προαναγγέλλει αλλαγές στον γνωστό νόμο Παρασκευόπουλου, μέσα στον Σεπτέμβριο, ενώ επισημαίνει ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να δέχονται κριτική με μέτρο και ευπρέπεια.
– Τις τελευταίες εβδομάδες, υπήρξε βαρύ κλίμα και όξυνση στις σχέσεις κυβέρνησης - Δικαιοσύνης. Για να φθάσει σε δημόσια δήλωση πρόεδρος ανωτάτου δικαστηρίου, μήπως υπουργοί της κυβέρνησης έχουν υπερβεί τα εσκαμμένα;
– H κυβέρνηση δεν αντιδικεί με τη Δικαιοσύνη, ούτε αμφισβητεί το κύρος και την ανάγκη εφαρμογής των δικαστικών αποφάσεων και δεν κλονίζεται η εμπιστοσύνη των πολιτών από την κριτική που ασκείται σε δικαστικές αποφάσεις, γιατί αυτό είναι στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πολιτικά πρόσωπα έχουν, όπως δικαιούνται, εκφράσει ενστάσεις επί δικαστικών αποφάσεων που δημοσιεύθηκαν. 
Αυτή η έκφραση γνώμης δεν μπορεί να θεωρηθεί υπέρβαση εσκαμμένων. Προκαλεί όμως εντύπωση ο εξωθεσμικός και αντιδημοκρατικός κατήφορος ορισμένων κύκλων, που βαφτίζουν την κριτική δημοσιευμένων αποφάσεων παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης. Παρέμβαση και μάλιστα ανεπίτρεπτη θα υπήρχε, αν κάποιος προσπαθούσε να επέμβει στη δικαιοδοτική κρίση των δικαστών. Ομως κάτι τέτοιο ούτε έγινε ούτε πρόκειται να γίνει από την κυβέρνηση.
– Ζητήσατε αυτοσυγκράτηση. Μήπως πρέπει να υπάρξει από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη;
– H έκκλησή μου απευθύνεται προς όλους, διότι η κριτική στις δικαστικές αποφάσεις, είτε θετική είτε αρνητική, πρέπει να απηχεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα και να στηρίζεται σε τεκμηριωμένες νομικές απόψεις. 
Οταν, δε, είναι αρνητική, πρέπει να γίνεται με ευπρέπεια, δεδομένου ότι οι δικαστές είναι άνθρωποι και υποπίπτουν σε λάθη, τα οποία, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν γίνονται από δόλο, ούτε από πρόθεση. Θα σας θυμίσω, επίσης, ότι αυτοσυγκράτηση είχα ζητήσει και πριν από μήνες, όταν δικαστικές ενώσεις έβαλλαν κατά άλλων ενώσεων με δημόσιες ανακοινώσεις και προσβλητικές τοποθετήσεις, αλλά φαίνεται κάποιοι κατά σύστημα ξεπερνούν τα όρια.
Πεζοδρομιακή ρητορεία
– Είχαμε την πρόσφατη, σκληρή ανακοίνωση της Ενώσεως Δικαστών και Εισαγγελέων, ενώ και οι δικηγορικοί σύλλογοι μίλησαν «για θεσμική εκτροπή». Μήπως, κύριε υπουργέ, κάποιοι και μέσα στη Δικαιοσύνη φοβούνται ότι υπάρχει σχέδιο απαξίωσής της;
– Κοιτάξτε, αυτές οι αναφορές, που λέτε, προκάλεσαν αλγεινή εντύπωση, διότι ήταν ψευδείς και γι’ αυτό και επικρίθηκαν από όλους. Είναι αυτό στάση υπεύθυνων λειτουργών της Δικαιοσύνης; 
Zήτησα την ανάκληση αυτών των απαράδεκτων και προσβλητικών δηλώσεων, που συνάδουν με πεζοδρομιακή αντιπολιτευτική ρητορεία και όχι με απόψεις ή ενστάσεις ενός επιστημονικού φορέα, όπως οι δικαστικές ενώσεις. 
Η κυβέρνηση έχει εμπράκτως αποδείξει τα δύο αυτά χρόνια την εμπιστοσύνη της στους Ελληνες δικαστές, τόσο σε θεσμικά όσο και σε κλαδικά αιτήματα, κάτι που το γνωρίζει η συντριπτική πλειονότητα των δικαστών και εισαγγελέων. 
Και να σας πω και κάτι ακόμα; Είναι αδιανόητο η κυβέρνηση να δέχεται επιθέσεις με αφορμή δημοσιεύματα εφημερίδων και να δίδεται η εντύπωση στην κοινή γνώμη ότι ορισμένοι θέλουν να είναι εκτός δημοσιογραφικού ελέγχου. 
Εάν τα δημοσιεύματα είναι συκοφαντικά, οι δικαστές γνωρίζουν καλύτερα από όλους ότι οφείλουν να τα προσβάλλουν ενώπιον των δικαστηρίων, χρησιμοποιώντας και οι ίδιοι, ως πολίτες, τα εργαλεία που τους παρέχει ο νόμος. 
Οσον αφορά τη «θεσμική εκτροπή» για την οποία μίλησαν ορισμένοι πρόεδροι δικηγορικών συλλόγων, είναι απορίας άξιον πώς, κατά το παρελθόν, όταν υπουργοί της κυβέρνησης Σαμαρά, Μητσοτάκης, Αθανασίου και άλλοι, προέβαιναν σε επικρίσεις, και μάλιστα προσβλητικές, για δικαστές, οι κύριοι πρόεδροι έλαμπαν διά της απουσίας τους. 
Αυτοί που παρακολουθούσαν επί 15χρόνια το καταστροφικό έργο των κυβερνήσεων Δεξιάς, ΠΑΣΟΚ με την αφαίμαξη των αποθεματικών του Ταμείου Νομικών, την επιβολή 25% ΦΠΑ στις δικηγορικές εταιρείες και τόσα άλλα, κάτι πρέπει να ψελλίσουν σήμερα, ενόψει και των επικείμενων δικηγορικών εκλογών. Αναξιόπιστα σιωπούσαν τόσο καιρό, αναξιόπιστα κραυγάζουν σήμερα.
– Κύριε υπουργέ, οι δικαστές, το είπε και ο πρόεδρος του ΣτΕ και η τέως πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου, δεν αρνούνται την κριτική στις δικαστικές αποφάσεις. Οι δημόσιες επικρίσεις, που διατυπώθηκαν τελευταία όσον αφορά δικαστικές αποφάσεις, έχετε τη γνώμη ότι εντάσσονται σε αυτό το πλαίσιο; Πώς το εξηγείτε, οι υπουργοί, λες και δεν έχουν άλλη δουλειά, να επικρίνουν δικαστικές αποφάσεις, πράξεις και παραλείψεις δικαστικών αρχών;
– Δεν θα διαφωνήσω με αυτήν την άποψη. Γι’ αυτόν τον λόγο για την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ για τις παραγραφές στις φορολογικές υποθέσεις αναφέρθηκα στην τεκμηριωμένη άποψη του καθηγητή Μιχάλη Σταθόπουλου, που κονιορτοποίησε το σκεπτικό της αποφάσεως αυτής σε νομικό επίπεδο. 
Ομως πρέπει να τονιστεί ότι το δικαίωμα γνώμης για τις δικαστικές αποφάσεις, και μάλιστα για μείζονα κοινωνικά ζητήματα, δεν το έχουν μόνον οι νομικοί επιστήμονες, το έχει ο κάθε πολίτης αρκεί να τηρείται πάντα το μέτρο. Αλλιώς δεν θα μπορούσαμε να μιλάμε για ελεύθερη έκφραση, ένα από τα σημαντικότερα δικαιώματα μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
– Ο πρόεδρος του ΣτΕ προειδοποίησε, κύριε υπουργέ, ότι δεν θα ανεχθούν οι δικαστές «συνταγματικά επικίνδυνους πειραματισμούς». Υπάρχουν, πράγματι, σκέψεις για ίδρυση συνταγματικού δικαστηρίου;
– Οσον αφορά στο συνταγματικό δικαστήριο, είναι κάτι που προσωπικά δεν με βρίσκει σύμφωνο. Θεωρώ ότι είναι πιο δημοκρατικό και πιο άμεσο, η συνταγματικότητα των νόμων να κρίνεται από το σύνολο των δικαστηρίων στο πλαίσιο του διάχυτου και παρεπιπτόντος ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων. Αυτή είναι η θέση μου.
– Κύριε Κοντονή, έχει συμπληρωθεί, νομίζω, ένας χρόνος εφαρμογής του νόμου του προκατόχου σας, του γνωστού «νόμου Παρασκευόπουλου», που έχει δεχθεί έντονες επικρίσεις, ότι οδήγησε σε αποφυλακίσεις και επικίνδυνων κακοποιών. Προτίθεστε να τον αλλάξετε και πότε;
– Eχω δηλώσει ότι ο νόμος αυτός ήταν απολύτως θετικός και απέδωσε καρπούς στην αποσυμφόρηση των φυλακών, γι’ αυτό και θα επεκταθεί για έναν ακόμα χρόνο. Ομως στη νέα νομοθετική ρύθμιση, που θα ψηφιστεί τον Σεπτέμβριο, πέραν του γενικού μέτρου της απελευθέρωσης κρατουμένων, θα διαλαμβάνονται εναλλακτικοί τρόποι έκτισης ποινής, αλλά και απαγορεύσεις απελευθέρωσης για κρατουμένους που έχουν καταδικαστεί για ειδεχθή εγκλήματα. Σκοπός μας είναι αφενός να διατηρήσουμε τον αριθμό των κρατουμένων σε ένα διαχειρίσιμο ανθρώπινο επίπεδο, αφετέρου να εμπεδωθεί και αίσθημα ασφάλειας στους πολίτες.
Μέτρα αποσυμφόρησης
– H Δικαιοσύνη έχει τεράστια προβλήματα, τα έχουν επισημάνει όλοι, τα ξέρετε κι εσείς πολύ καλά. Είχατε ξεκινήσει μια προσπάθεια μείωσης του όγκου των υποθέσεων, με τα συναινετικά διαζύγια να εκδίδονται στο εξής από συμβολαιογράφους. Τι απέγινε;
– H διάταξη για τα συναινετικά διαζύγια περιλαμβάνεται σε νομοσχέδιο που είναι ήδη στη Βουλή και αναμένεται το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να εισαχθεί προς συζήτηση.
– Πρόκειται να πάρετε κάποια άλλα μέτρα, άμεσα και εφαρμόσιμα, ενόψει του νέου δικαστικού έτους; Kάτι πρέπει να γίνει για να επιταχυνθεί η απονομή της δικαιοσύνης, μήπως μπορέσει – και αυτή– να συμβάλει στην προσπάθεια ανάπτυξης της χώρας και προσέλκυσης επενδύσεων. Ετσι δεν είναι;
– Χωρίς αμφιβολία, χρειάζονται άμεσα μέτρα. Θα σας πω, λοιπόν. Ηδη βρίσκεται σε εξέλιξη το σύστημα ηλεκτρονικής υποστήριξης όλων των δικαστηρίων της χώρας, σύστημα που θα εφαρμοστεί, προς το παρόν, πιλοτικά, στα μεγάλα δικαστήρια, ενώ εντός του νέου δικαστικού έτους θα εφαρμοστεί και σύστημα τηλεδιάσκεψης στις μεταβατικές έδρες των διοικητικών δικαστηρίων. Επίσης, γίνεται μεγάλη προσπάθεια αποσυμφόρησης του Πρωτοδικείου Αθηνών με τη δημιουργία δύο ακόμα πρωτοδικείων στην Αττική. 
Παράλληλα, βέβαια, με την έναρξη του νέου δικαστικού έτους, θα είναι έτοιμα τα σχέδια νόμου για τον νέο Ποινικό Κώδικα και τον νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, καθώς και η σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας, πέραν των ήδη θεσμοθετημένων μέτρων, όπως ο Νέος Πτωχευτικός Κώδικας και οι βελτιώσεις στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Πιστεύω όμως ότι καταλυτική επίδραση στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων θα έχει ο θεσμός της διαμεσολάβησης, της εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών. 
Θα καλύψουμε με 1.225 δικαστικούς υπαλλήλους για τα έτη 2017-18 τις κενές οργανικές θέσεις, ενώ κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να βελτιωθούν και οι υλικοτεχνικές υποδομές των δικαστηρίων, διότι η κατάσταση που παραλάβαμε δεν ήταν απλώς απαράδεκτη, ήταν προσβλητική για την απονομή του δικαίου σε πάρα πολλά δικαστήρια της χώρας.
Για την Ηριάννα είπα τι λέει ο νόμος
– Η δήλωσή σας για την μη αποφυλάκιση της Ηριάννας προκάλεσε αίσθηση. Τι έχετε να πείτε επ’ αυτού;
– Για σταθείτε, να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Τι είπα στη Βουλή; Πρώτον, ότι η κρατούμενη είχε τηρήσει με υποδειγματικό τρόπο τους περιοριστικούς όρους κατά τη διάρκεια της υποδικίας της. Δεύτερον, είχε σεβαστεί το δικαιικό μας σύστημα κάνοντας χρήση δικονομικών εργαλείων για την άρση συγκεκριμένου περιοριστικού μέτρου και τρίτον, είπα ότι προκαλούνται αρνητικά σχόλια από πολίτες όταν διαπιστώνουν ότι αναστέλλουσα δύναμη της έφεσης δίδεται σε καταδικασθέντες εμπόρους ναρκωτικών και όχι στην εν λόγω κρατουμένη.
– Είσθε, όμως, υπουργός Δικαιοσύνης.
– Σας υπενθυμίζω ότι είπα ότι η κρατούμενη έχει δικαίωμα υποβολής νέας αίτησης, κατά τον νόμο και η οποία, όπως προβλέπει ο νόμος, θα κριθεί από άλλη σύνθεση. Αυτό όμως έγινε αντικείμενο σχολίων από ορισμένους αδαείς ότι αποτελεί παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης. Το ότι είπα, δηλαδή, τι λέει ο νόμος. Τι να πει κανείς επ’ αυτού; Πέραν τούτου, βέβαια, καταδίκασα με κατηγορηματικό τρόπο τα επεισόδια και τις βιαιοπραγίες εις βάρος της σύνθεσης του δικαστηρίου, όταν αναγγέλθηκε η απόφαση και τόνισα ότι κανένας δεν έχει δικαίωμα να βιαιοπραγεί και να προπηλακίζει δικαστές όταν δεν συμφωνεί με την κρίση τους.