Της Έφης Μπάσδρα*
Όπως όλοι οι υπουργοί της ...
Παιδείας τα τελευταία είκοσι ίσως και πλέον χρόνια, έτσι και ο τωρινός υπουργός μας, ομότιμος καθηγητής Κώστας Γαβρόγλου, δεν ξέφυγε από το δέλεαρ να στεφθεί ως ακόμη ένας αναμορφωτής των ελληνικών πανεπιστημίων και της παιδείας γενικότερα.
Παιδείας τα τελευταία είκοσι ίσως και πλέον χρόνια, έτσι και ο τωρινός υπουργός μας, ομότιμος καθηγητής Κώστας Γαβρόγλου, δεν ξέφυγε από το δέλεαρ να στεφθεί ως ακόμη ένας αναμορφωτής των ελληνικών πανεπιστημίων και της παιδείας γενικότερα.
Το του Παπανούτσου τρόπαιον της αναμόρφωσης της εκπαίδευσης φαίνεται ότι αποτελεί το ιερό δισκοπότηρο για τον εκάστοτε υπουργό που πατάει το πόδι του στο Μαρούσι.
Με ένα μέσο όρο παραμονής στο υπουργείο γύρω στους 8 μήνες, αν και ο ΣΥΡΙΖΑ τους αλλάζει και τους αδειάζει σαν τα πουκάμισα αφού στα δυόμιση χρόνια διακυβέρνησης άλλαξε τρεις, φαίνεται ότι ή όλοι επιθυμούν υστεροφημία αναμορφωτού ή όλοι ανεξαιρέτως συμφωνούν ότι όλα στην Παιδεία μας ειναι λάθος και χρήζουν αλλαγής.
Και εδώ ακριβώς αρχίζει το μεγάλο πρόβλημα!
Η κάθε αλλαγή ουδέποτε συζητείται σε βάθος και ουδέποτε κάθονται ειλικρινώς όλοι μαζί γύρω από ένα τραπέζι. Γιατί δεν μπορεί, κάποιο σημείο συμφωνίας θα υπάρχει, ας πούμε για παράδειγμα το καλό του μαθητή και του φοιτητή... αντικειμενικά να βγει ολοκληρωμένος πολίτης με παιδεία, γνώσεις και δεξιότητες που θα του εξασφαλίσουν και εργασία και χαρά, που θα έλεγε και η γιαγιά μου... Θα μπορούσαμε να αρχίσουμε απο τα τόσο βασικά...
Ένα βήμα μπρος και δύο πίσω φέρνουν τα ελληνικά πανεπιστήμια σε δυσχερέστερη θέση απ’ ότι βρίσκονταν προηγουμένως.
Ο νόμος υποβάλλεται στα γρήγορα, συζητείται ακόμα γρηγορότερα και ψηφίζεται αυτολεξεί και παραχρήμα απο την κυβερνητική πλειοψηφία. Φωτεινή εξαίρεση απετέλεσε ο περίφημος νόμος Διαμαντοπούλου που πέτυχε μια πρωτοφανή ευρεία συναίνεση των πολιτικών κομμάτων.
Παρά τα τρωτά του νόμου -άλλωστε μόνο η φύση «γράφει» τέλειους νόμους, αν και αυτό ακόμη αμφισβητείται και αλλάζει με την πρόοδο της επιστημονικής γνώσης- δεν πρόλαβε καν να δοκιμαστεί στην πράξη.
Από την πρώτη ημέρα εφαρμογής του η αντίδραση ήταν τέτοια που άρχισε σταδιακά το ξήλωμα του. Ναι, υπήρχαν πολλά που μπορούσε να βελτιωθούν. Υπήρχαν όμως και πολλά που άξιζε να δοκιμαστούν με ειλικρίνεια. Όπως τα Συμβούλια Ιδρύματος. Λειτουργούν σε όλα τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Αποτελούν θεσμούς που προάγουν την πρόοδο και την ανάπτυξη των πανεπιστημίων και λειτουργούν ως αντίβαρα στις άλλες διοικητικές δομές.
Ο τρόπος με τον οποίο συγκροτήθηκαν δεν ήταν ίσως ο πιο δόκιμος. Τα τρανταχτά ονόματα της ελληνικής διασποράς που κόσμησαν τα Συμβούλια Ιδρύματος των πανεπιστημίων και κυρίως οι πρόεδροι των Συμβουλίων, δεν μπορούσαν στην πλειονότητα λόγω απόστασης και μη φυσικής παρουσίας να ανταποκριθούν στον επιφορτισμένο ρόλο τους. Κατανοητό!
Με επισκέψεις δύο και τρεις φορές το χρόνο και από μακρυά δεν μπορείς δυστυχώς να επιτελέσεις ένα ρόλο που απαιτεί δουλειά πλήρους ωραρίου σύμφωνα και με την διεθνή εμπειρία. Η αντίδραση απέναντι τους ήταν σφοδρή, είναι η αλήθεια. Τους παρουσίαζαν ως έξωθεν επιβολή και προσπάθεια άλωσης και ποδηγέτησης των πανεπιστημίων. Φαντάσματα λοιπόν παντού...
Ήταν λόγος αυτός για την κατάργηση τους;Σαφώς και όχι. Η λογική του «πονάει κεφάλι κόβει κεφάλι» γιατί δεν ανακαλύψαμε την ασπιρίνη είναι εμμονική. Όπως εμμονικό είναι και το θέμα των φοιτητών και της συμμετοχής τους στα διοικητικά όργανα. Σε μια χώρα που οι φοιτητές δεν μπορούν ακόμη να συμφωνήσουν ότι το καλό τους είναι κοινό και δεν έχει σχέση με τα τραπεζάκια των κομμάτων... πικρία!
Όπως ακόμα πιο εμμονικό είναι το άσυλο.Καταργήθηκε στο νόμο Διαμαντοπούλου, απ’ότι φαίνεται μόνο στα χαρτιά αφού στο χώρο των πανεπιστημίων επικρατεί και σήμερα η ίδια ανομία με πριν, χωρίς ίχνος παρέμβασης, ένας κακός χαμός δηλαδή, με πρόσφατο την ανακάλυψη πτώματος (!) στους χώρους του ΑΠΘ. Όποιος θέλει μπαίνει, όποιος θέλει βγαίνει... Άρα, κι εδώ παντιέρες ανεμίζουσες σε δον κιχωτικά φαντάσματα... Αναλογιστείτε λοιπόν τι έχει να γίνει τώρα με την «ενδυνάμωση» του στο νέο νόμο!
Για να αλλάξει η παιδεία, αγαπητέ συνάδελφε κε. Υπουργέ, όπως προφανώς καλά γνωρίζετε ως ακαδημαϊκός δάσκαλος, με ειλικρίνεια και σεβασμό προς αυτούς τους οποίους κυρίως αφορά, δηλαδή τους νέους, χρειάζεται ένα σχέδιο το οποίο θα συμφωνηθεί και θα εφαρμοστεί για μια ολόκληρη δεκαετία, έτσι ώστε και καρπούς να αποδώσει και οι τυχόν αστοχίες να μπορεί να διορθωθούν.
Αυτό υπαγορεύει η διεθνής εμπειρία. Αυτό έκαναν σοβαρές χώρες όπως η Νότια Κορέα και η Φιλανδία και αποτυπώνονται σήμερα τα αποτελέσματα με δείκτες ευημερίας των πολιτών αλλά και της «μισητής» αγοράς.
Στη διελκυστίνδα αυτή περί την παιδεία, υπάρχει μια φράση στην οποία ομονοεί κατά τα λεγόμενα του και ο κος. υπουργός: “Η Παιδεία αποτελεί εθνικό κεφάλαιο.” Ας αρχίσουμε από αυτό λοιπόν. Με έντονα λαϊκίστικες εκφράσεις όπως «ξέφτια της Θάτσερ ως όραμα για το πανεπιστήμιο και εμπορεύματα για τα πανέρια», που γράφονται για να ηχούν σκληρά στα κομματικά δελτία τύπου, δεν ξορκίζονται δυστυχώς τα φαντάσματα εμμονικών παρεμβάσεων στην παιδεία.
Μόνο η ειλικρίνεια και η ηθική συναίσθηση του βάρους των αποφάσεων και των νόμων που θα επηρεάσουν τις ζωές και το μέλλον της νέας γενιάς οδηγούνστη «σύνθεση και τη συναίνεση». Αυτό ισχύει κατά μέγιστον για τους ακαδημαϊκούς δασκάλους που διετέλεσαν και υπουργοί. Γι’ αυτούς όμως ισχύει και κάτι δυνατότερο: η υστεροφημία του δασκάλου, κε. Υπουργέ...
*Η κ. Έφη Μπάσδρα είναι καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, πρώην Πρόεδρος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ).