Με δύο διαφορετικές ...
προτάσεις για την κατάργηση –από την Ελλάδα– και τη μετεξέλιξη –από την Τουρκία– του συστήματος των εγγυήσεων, κορυφώθηκε χθες το βράδυ η πρώτη ημέρα της διεθνούς διάσκεψης για το Κυπριακό.
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, κατά την απογευματινή συζήτηση στο τραπέζι των εγγυητριών δυνάμεων, γνωστοποίησε περίγραμμα πρότασης τεσσάρων σημείων για συμφωνία που αφορά εγγυήσεις, συμμαχία, αποχώρηση στρατευμάτων και εφαρμογή της λύσης. Διπλωματικές πηγές σχολίαζαν ότι η πρόταση των Τούρκων συνιστά μεν νέα τακτική ως προς το σκέλος των διαπραγματευτικών συνηθειών της Αγκυρας, είναι δε επί της ουσίας ένα περίγραμμα θέσεων που θυμίζει σε αρκετά σημεία το σχέδιο Ανάν.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «Κ», η πρόταση Τσαβούσογλου περιλαμβάνει μηχανισμό παρακολούθησης της συμφωνίας με τη συμμετοχή εκπροσώπων από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, τα δύο μέρη της μελλοντικής ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας, δύο από το ομοσπονδιακό (μελλοντικά κράτος της Κύπρου) και έναν από τα Ηνωμένα Εθνη. Προκειμένου αυτός ο μηχανισμός παρακολούθησης να έχει αποτελέσματα, θα πρέπει να υπάρχει consensus μεταξύ όλων.
Οι Τούρκοι προτείνουν, επίσης, άμεση αποχώρηση συγκεκριμένου αριθμού στρατευμάτων και έναρξη παράλληλης διαδικασίας αποχώρησης των υπολοίπων, έως ότου παραμείνει ένας ελάχιστα συμφωνημένος αριθμός. Εν ολίγοις οι Τούρκοι επιμένουν στη διατήρηση κάποιου αριθμού στρατευμάτων. Προτείνουν, επίσης, διατήρηση των εγγυήσεων μέσω μιας μορφής ενδιάμεσης συμφωνίας.
Επίσης, ο κ. Τσαβούσογλου πρότεινε μια τροποποίηση της Συνθήκης Συμμαχίας, δηλαδή για την εξωτερική ασφάλεια του νέου κράτους. Υπενθυμίζεται ότι επί τούτου ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς έχει προτείνει Σύμφωνο Φιλίας, κάτι το οποίο φαίνεται να αντιμετωπίζεται θετικά από πολλές πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η συνολική τουρκική πρόταση περιγράφεται ως προσαρμογή στα νέα δεδομένα στο νησί («adaptation on the new state of affairs») τόσο για τις εγγυήσεις όσο και για την ασφάλεια. Πάντως, ο πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Αναστασιάδης έσπευσε να δηλώσει ότι η τουρκική πρόταση «δεν μας ικανοποιεί καθόλου».
Από την ελληνική πλευρά, εξερχόμενος του συνεδριακού κέντρου, ο ΥΠΕΞ Ν. Κοτζιάς επισήμανε ότι μέχρι και πριν από δύο χρόνια οι εγγυήσεις και η ασφάλεια δεν αποτελούσαν πρακτικά ζήτημα συζήτησης. Πλέον, όπως είπε, η διάσκεψη του Κραν-Μοντανά είναι πλέον πεδίο συζήτησης με πρωταρχικό αντικείμενο τις εγγυήσεις και την ασφάλεια.
Νωρίτερα, στην πρώτη πρωινή συζήτηση, ο κ. Κοτζιάς είχε παρουσιάσει μια νέα, εμπλουτισμένη πρόταση, με αρκετά προετοιμασμένα σημεία. Συγκεκριμένα, ζήτησε κατάργηση της Συνθήκης των Εγγυήσεων του 1960 με προώθηση ενός μηχανισμού εφαρμογής της συμφωνίας (implementation mechanism), επαναλαμβάνοντας αρκετές φορές ότι δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον μηχανισμό εγγυήσεων (treaty mechanism).
Επισήμανε, δε, ότι ο μηχανισμός εφαρμογής –και στην πραγματικότητα παρακολούθησης της πορείας της συμφωνίας– θα πρέπει να μην περιλαμβάνει τις εγγυήτριες δυνάμεις. Ο Βρετανός Τζόναθαν Αλεν, ειδικός σύμβουλος για το Κυπριακό, επανέλαβε τη γνωστή θέση περί κατάργησης των παρεμβατικών δικαιωμάτων, δίχως ωστόσο να προχωρήσει στο επόμενο βήμα, δηλαδή την ακριβή περιγραφή των θέσεων του Λονδίνου για το τι θα μπορούσε να βρεθεί στη θέση του υφιστάμενου συστήματος εγγυήσεων. Η πλήρης βρετανική πρόταση δεν έχει κατατεθεί ακόμη στο σύνολό της στο Κραν-Μοντανά.
Ο ρόλος της Ε.Ε.
Λευκωσία και Αθήνα εκτιμούν, επίσης, ως εξαιρετικά θετικής σημασίας και τη χθεσινή παρέμβαση της Ε.Ε. στη συζήτηση, μέσω του αντιπροέδρου της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς. Η παρουσία της Ε.Ε. στο Κραν-Μοντανά είναι πολύ ουσιωδέστερη από το καθεστώς παρατηρητή που έχει. Το ζήτημα των ευρωπαϊκών παραχωρήσεων που θα μπορούσαν να δοθούν στην Αγκυρα, προκειμένου να προχωρήσει το Κυπριακό, είχε τεθεί από τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Μπιναλί Γιλντιρίμ προς τον Ελληνα ομόλογό του Αλ. Τσίπρα στην πρόσφατη συνάντηση που είχαν στην Αθήνα.
Εν συνεχεία, ο κ. Τσίπρας μίλησε στη Σύνοδο Κορυφής της 22ας Ιουνίου και επισήμανε προς τους συναδέλφους του στην Ε.Ε. ότι πιθανές υποχωρήσεις από την πλευρά της Τουρκίας δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με αδιαφορία από τις Βρυξέλλες.