Θύελλα αντιδράσεων από τους ...
Δημοκρατικούς και ερωτήματα ακόμη και από μερίδα Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο προκάλεσε η αιφνιδιαστική απόλυση του διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόουμι, από τον πρόεδρο Τραμπ. Το φάντασμα του σκανδάλου «Ουότεργκεϊτ», επί προεδρίας Ρίτσαρντ Νίξον, πλανάται πάνω από την Ουάσιγκτον, καθώς οι επικριτές του Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζουν ότι στόχος της απόλυσης Κόουμι ήταν να «θαφτεί» η έρευνα γύρω από τις θρυλούμενες διασυνδέσεις συνεργατών του Αμερικανού προέδρου με τη Ρωσία.
Ο 56χρονος Κόουμι, ο οποίος διορίστηκε στο αξίωμά του από τον Μπαράκ Ομπάμα, πληροφορήθηκε την απόλυσή του στη διάρκεια σύσκεψης με στελέχη του FBI στο Λος Αντζελες. Στην επιστολή του Τραμπ προς τον Κόουμι αναφέρεται: «Αν και εξετίμησα το ότι με ενημερώσατε σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις για το γεγονός ότι δεν αποτελούσα αντικείμενο έρευνας, παρ’ όλα αυτά συμμερίζομαι την κρίση του υπουργείου Δικαιοσύνης ότι δεν είσθε σε θέση να διευθύνετε αποτελεσματικά το FBI». Ας σημειωθεί ότι, όταν ερωτήθηκε, στη διάρκεια πρόσφατης κατάθεσής του στη Γερουσία, κατά πόσον ο πρόεδρος Τραμπ αποτελεί αντικείμενο έρευνας (για τις επαφές με τη Ρωσία), ο Κόουμι είχε αποφύγει να απαντήσει.
Η ειρωνεία είναι ότι ο πρόεδρος Τραμπ και οι συνεργάτες του δικαιολόγησαν την απόλυση Κόουμι επικαλούμενοι τον ίδιο λόγο για τον οποίο, στη διάρκεια της πρόσφατης προεδρικής αναμέτρησης, είχαν ζητήσει την κεφαλήν του επί πίνακι οι... Δημοκρατικοί: τους χειρισμούς του στην πολύκροτη υπόθεση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της Χίλαρι Κλίντον. Συγκεκριμένα, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ροντ Ροζενστάιν, σε τρισέλιδο υπόμνημά του προς τον Λευκό Οίκο, υποστηρίζει πως ο Κόουμι έχασε την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης για τα αλλεπάλληλα σφάλματά του στην υπόθεση αυτή: αρχικά γιατί απάλλαξε, ως μη ώφειλε, τη Χίλαρι Κλίντον με δημόσια συνέντευξη Τύπου τον Ιούλιο και στη συνέχεια γιατί άνοιξε εκ νέου τον φάκελο δέκα ημέρες προ των εκλογών, λέγοντας ότι δεν είχε δικαίωμα να «συγκαλύψει» την υπόθεση, κάτι που έριχνε σκιές ενοχής στην υποψήφια των Δημοκρατικών.
Από την άλλη, οι Δημοκρατικοί, οι οποίοι είχαν καταδικάσει έντονα τον Κόουμι καταλογίζοντάς του ευθύνη αλλοίωσης του εκλογικού αποτελέσματος, υιοθέτησαν πιο συμπαθητική στάση απέναντί του μετά την απόλυσή του από τον πρόεδρο Τραμπ. «Αυτό θυμίζει Νίξον», δήλωσε ο γερουσιαστής Μπομπ Κέισι, παραπέμποντας στην ιστορική «Σφαγή του Σαββατόβραδου», δηλαδή την απόφαση του Ρίτσαρντ Νίξον να απολύσει τον ανεξάρτητο ειδικό εισαγγελέα που ερευνούσε το σκάνδαλο «Ουότεργκεϊτ». Από την πλευρά του, ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σάμερ, χαρακτήρισε «μέγα σφάλμα» την απόλυση του Κόουμι και ζήτησε από τον Λευκό Οίκο να διορίσει ανεξάρτητο δικαστή που θα αναλάβει την έρευνα για τις διασυνδέσεις με τη Ρωσία.
Τη διάχυτη καχυποψία στο Καπιτώλιο φαίνεται ότι συμμερίζεται και μερίδα των Ρεπουμπλικανών βουλευτών και γερουσιαστών. Ο επικεφαλής της επιτροπής πληροφοριών της Γερουσίας, Ρίτσαρντ Μπερ, δήλωσε ότι «προβληματίζεται» από τη χρονική συγκυρία της απόλυσης, ενώ ο επίσης Ρεπουμπλικανός βουλευτής Τζάστιν Αμας χαρακτήρισε «παράξενη» την προεδρική απόφαση και τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας ανεξάρτητης επιτροπής για το ρωσικό ζήτημα. Πάντως, ο Τραμπ υπερασπίστηκε, μέσω Twitter, την επιλογή του, υποστηρίζοντας ότι ο Κόουμι είχε χάσει την εμπιστοσύνη τόσο των Ρεπουμπλικανών όσο και των Δημοκρατικών. «Οταν ηρεμήσουν τα πράγματα, όλοι θα με ευγνωμονούν», έγραψε, με την υπόσχεση ότι θα διορίσει έναν«καλύτερο» διευθυντή στο FBI.
Η αντίδραση της Μόσχας
Στη Μόσχα, ο εκπρόσωπος Τύπου του προέδρου Πούτιν, Ντιμίτρι Πεσκόφ, χαρακτήρισε την απόλυση Κόουμι «εσωτερικό πολιτικό ζήτημα των ΗΠΑ» και αρκέστηκε να ευχηθεί να μην επηρεάσει με δυσμενή τρόπο η εξέλιξη αυτή τις αμερικανορωσικές σχέσεις. Περισσότερο εκφραστικός υπήρξε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, κατά τη χθεσινή συνάντησή του με τον Αμερικανό ομόλογό του Ρεξ Τίλερσον, στην Ουάσιγκτον. «Απολύθηκε; Θα αστειεύεστε!» δήλωσε ειρωνικά ο Σεργκέι Λαβρόφ, κληθείς από δημοσιογράφους να σχολιάσει το μεγάλο γεγονός της ημέρας στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Αργότερα, ο Λαβρόφ έγινε δεκτός από τον Τραμπ, στην πρώτη άμεση επαφή του τελευταίου με ανώτατο Ρώσο αξιωματούχο, μετά την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο. Οπως δήλωσε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών μετά το τέλος της συνάντησης, συζήτησε, μεταξύ άλλων, με τον Αμερικανό πρόεδρο το Συριακό και ιδιαίτερα την προοπτική δημιουργίας ζωνών ασφαλείας. Ο κ. Λαβρόφ δήλωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ «επιθυμεί την επίλυση σημαντικών προβλημάτων» και ότι στελεχώνεται από «ανθρώπους της δράσης», κατ’ αντιδιαστολή με την κυβέρνηση Ομπάμα, όπου οι αμερικανορωσικές σχέσεις επιβαρύνονταν από «ιδεολογικούς παράγοντες».