«Εάν η συμφωνία δεν ...
κλείσει σύντομα ο Σόιμπλε θα κάνει και πάλι το ελληνικό ζήτημα κεντρικό προεκλογικό θέμα στη Γερμανία» υποστηρίζει στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρώην υπουργός Οικονομία και Οικονομικών, Νίκος Χριστοδουλάκης προσθέτοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα υποχρέωνε και τον Σουλτς, «για να μην πάθει στραπάτσο, να σπεύσει να δηλώσει ότι ούτε αυτός συμφωνεί με τις διαρκείς απαιτήσεις της Ελλάδας και έτσι τον Σεπτέμβριο θα είμαστε πάλι χωρίς συμμάχους».
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών ερωτηθείς «εάν συμμερίζεται τους φόβους που εξέφρασε πρόσφατα ο Κώστας Σημίτης για ατύχημα και τον τρόπο που γίνεται η διαπραγμάτευση», ο Νίκος Χριστοδουλάκης λέει χαρακτηριστικά: «Έχουν ήδη γίνει πολλά ατυχήματα με την καθυστέρηση και τώρα απομένει το ερώτημα μήπως γίνει το μοιραίο».
Ο κ. Χριστοδουλάκης υποστηρίζει ότι «οι Ευρωπαίοι αγαλλιάζουν με την παρελκυστική τακτική της κυβέρνησης» και εκφράζει την άποψη ότι «είναι εξωφρενικό ότι για να κλείσει η συμφωνία πρέπει η ΔΕΗ να προχωρήσει στην πώληση μονάδων».
Κατά τα λοιπά, στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Χριστοδουλάκης δηλώνει ότι «κάθε μέρα που περνά και διαχέεται ξανά η εικόνα της αναξιόπιστης χώρας οι πιο συντηρητικοί πιστωτές κερδίζουν πόντους για την επιβολή μακροχρόνιων απαιτήσεων για την Ελλάδα» και σημειώνει ότι «η κυβέρνηση έκανε το μοιραίο λάθος και έβαλε ξανά το ΔΝΤ στο προσκήνιο επειδή νόμισε ότι θα την υποστηρίξει στο θέμα του χρέους».
Πάρα ταύτα, ο κ. Χριστοδουλάκης εκτιμά ότι «ακόμα και τώρα μπορεί να βρεθεί λύση αν ξεχωρίσει η κυβέρνηση δυο-τρεις βασικές μεταρρυθμίσεις και τις προχωρήσει χωρίς αναβολές» και αναφέρει τη μείωση του αφορολόγητου αν συνδυαστεί με την μείωση άλλων φορολογικών συντελεστών και τη μείωση της προσωπικής διαφοράς σε χαριστικές συντάξεις.
Τέλος, αναφερόμενος στην πρόσφατη κίνηση των Διαμαντοπούλου- Φλωρίδη- Ραγκούση ο πρώην υπουργός Οικονομικών θεωρεί ότι είναι ενδιαφέρον να διατυπώνονται νέες προτάσεις «με την προϋπόθεση οι συγγενείς δυνάμεις να ενώνονται και να προχωρούν μαζί».
Ακολουθεί η συνέντευξη του Νίκου Χριστοδουλάκη στην ευτυχία Αδηλίνη και στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ερ. Κύριε Χριστοδουλάκη, προ ημερών, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης σε τηλεοπτική του συνέντευξη είπε χαρακτηριστικά ότι «φοβάται το ατύχημα και τον τρόπο που γίνεται η διαπραγμάτευση». Συμμερίζεστε τους φόβους του;
Απ. Έχουν ήδη γίνει πολλά ατυχήματα με την καθυστέρηση και τώρα απομένει το ερώτημα μήπως γίνει και το μοιραίο. Η ίδια η κυβέρνηση θεωρούσε ότι θα έκλεινε ένα χρόνο πριν, πράγμα που όντως θα είχε περιορίσει την έκταση των μέτρων, η οικονομία θα είχε λιγότερη αβεβαιότητα και ίσως περισσότερη ανάπτυξη. Μέσα στην προεκλογική ατμόσφαιρα της Ευρώπης, η Ελλάδα θα ήταν εκτός κάδρου και στο τέλος του 2017 θα έλεγε ότι υλοποίησε τα συμφωνηθέντα και αυτοδίκαια θα ζητούσε απομείωση χρέους και συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ. Τώρα όλα έρχονται ανάποδα: η καθυστέρηση πληρωμών στράγγισε πάλι την ρευστότητα από την αγορά, οι αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ αναβλήθηκαν επ΄ αόριστον, η ύφεση ξαναγύρισε εκεί που θα έφευγε. Εάν η συμφωνία δεν κλείσει σύντομα, ο Σόιμπλε θα κάνει και πάλι το ελληνικό ζήτημα κεντρικό προεκλογικό θέμα στη Γερμανία. Μετά ο Σούλτς, για να μην πάθει στραπάτσο, θα σπεύσει να δηλώσει ότι ούτε αυτός συμφωνεί με τις διαρκείς απαιτήσεις της Ελλάδας και έτσι τον Σεπτέμβριο θα είμαστε πάλι χωρίς συμμάχους με όλα τα μέτρα ανοιχτά και αυξανόμενα.
Ερ. Μετά και το «λευκό καπνό» που βγήκε από τη Μάλτα και την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά τη β' αξιολόγηση θεωρείτε ότι βρισκόμαστε ένα βήμα πριν την αξιολόγηση;
Απ. Μακάρι και ας αργήσαμε να δούμε το φουγάρο. Μέχρι τώρα, πάντως, ο μόνος καπνός που βγαίνει είναι επειδή καίγονται οι αυταπάτες της κυβέρνησης που πίστευε ότι με την καθυστέρηση θα τρομάξει τους πιστωτές και θα της κάνουν τα χατίρια. Η καθυστέρηση όμως αντί να πιέζει την τρόικα, την κάνει να πιέζει αυτή ακόμα περισσότερο την Ελλάδα, να ζητάει συνεχώς νέα μέτρα και ενωρίτερη εφαρμογή τους. Έπρεπε κάποιοι να γνωρίζουν ότι η στρατηγική της αναστάτωσης πιάνει μόνο την πρώτη φορά. Την επόμενη, ο άλλος είναι προετοιμασμένος για το πιθανό κόστος της απειλής και σε αφήνει να προσγειωθείς μόνος σου και οδυνηρά.
Ερ. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστήριζαν ότι «η συμφωνία είναι εύκολη σε τεχνικό επίπεδο, δύσκολη σε πολιτικό» υπονοώντας ότι οι πολιτικές αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν είναι που δημιουργούσαν τη δυσκολία. Θεωρείτε ότι η όλη καθυστέρηση οφειλόταν στην κυβέρνηση φοβούμενη το πολιτικό κόστος ή στο ότι προσπαθεί να κάμψει τις υπερβολικές απαιτήσεις των δανειστών;
Απ. Ουκ ολίγοι Ευρωπαίοι αγαλλιάζουν με την παρελκυστική τακτική της κυβέρνησης, γιατί τους δίνει το πρόσχημα να παρουσιάζουν την Ελλάδα αναξιόπιστη και έτσι να ανοίγουν συνεχώς νέα θέματα. Για παράδειγμα, είναι εξωφρενικό ότι για να κλείσει η συμφωνία πρέπει η ΔΕΗ να προχωρήσει στην πώληση μονάδων. Αν κάτι δεν πάει καλά με την αγορά ηλεκτρισμού, αρμόδια είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού και όχι η τρόικα. Επειδή η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί μερικούς βουλευτές, θα προκαλέσει τελικά μια πρωτοφανή απαξίωση στη μεγαλύτερη και καλύτερη επιχείρηση της χώρας. Δύσκολα το λες αυτό σοβαρή διαπραγμάτευση.
Ερ. Όπως και να έχει θεωρείτε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα 4ο μνημόνιο;
Απ. Κάθε μέρα που περνά και διαχέεται ξανά η εικόνα της αναξιόπιστης χώρας, οι πιο συντηρητικοί πιστωτές κερδίζουν πόντους για την ανάγκη επιβολής μακροχρόνιων απαιτήσεων στην Ελλάδα. Πού το περίμενε το ΔΝΤ ότι θα γινόταν περιζήτητο για να διασφαλιστεί τάχα η αξιοπιστία εφαρμογής των μέτρων; Πριν ένα χρόνο, σχεδόν κανείς δεν ήθελε το ΔΝΤ και έλεγαν να ρυθμίζει όλο το χρέος ο ΕSM, πράγμα που θα απάλλασσε την Ελλάδα από την χορωδία των πιστωτών. Όμως η κυβέρνηση έκανε το μοιραίο λάθος και το έβαλε ξανά στο προσκήνιο επειδή νόμισε ότι θα την υποστηρίξει στο θέμα του χρέους. Τώρα βέβαια που επιτέλους κατάλαβε ότι το ΔΝΤ θα απαιτήσει σκληρότερα μέτρα το αποκηρύσσει, αλλά η ευκαιρία χάθηκε.
Ερ. Πιστεύετε και εσείς ότι η λύση είναι η προσφυγή στις κάλπες; Θα τις βλέπατε και πριν το κλείσιμο της αξιολόγησης; Αντέχει ο τόπος εκλογές τώρα κύριε Χριστοδουλάκη;
Απ. Εάν η συμφωνία είχε κλείσει πέρυσι, θέμα εκλογών δεν θα υπήρχε. Το νομιμοποίησε μόνη της η κυβέρνηση με την παρέλκυση που ακολούθησε και της είναι πολύ δύσκολο να κάνει την αιφνιδιασμένη επειδή οι άλλοι αντιγράφουν την τακτική που είχε η ίδια τα προηγούμενα χρόνια. Ακόμα και τώρα όμως μπορεί να βρεθεί λύση αν ξεχωρίσει δύο-τρεις βασικές μεταρρυθμίσεις, τις προχωρήσει μέχρι τέλος χωρίς αναβολές και αποδείξει ότι είναι επαρκείς για την εκπλήρωση των στόχων. Για παράδειγμα, η μείωση του αφορολόγητου είναι μια σωστή επιλογή αν συνδυαστεί με τη μείωση άλλων φορολογικών συντελεστών. Η μείωση της προσωπικής διαφοράς σε χαριστικές συντάξεις πενηντάρηδων είναι μια σωστή επιλογή, αν συνδυαστεί με την αύξηση άλλων που έχουν μεγαλύτερο βαθμό ανταποδοτικότητας και αντιστοιχούν σε εργαζόμενους πλήρους ασφάλισης. Αν πιστέψει σε αυτές τις αλλαγές, τότε δίκαια θα ζητήσει και επαναφορά μισθολογικών διαπραγματεύσεων. Με τον όρο βέβαια ότι δεν θα εφαρμοστούν στις ΔΕΚΟ, αλλά μόνο στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα που έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες, χωρίς κανείς να πει μια κουβέντα λες και κατοικούν σε άλλο πλανήτη.
Ερ. Πρόσφατα η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt υποστήριξε την άποψη ότι «η Ελλάδα χρειάζεται κούρεμα χρέους όπως το 1953 η Γερμανία». Σας βρίσκει σύμφωνο αυτή η τοποθέτηση;
Απ. Καλό είναι που η κοινή γνώμη της Γερμανίας ακούει για την ανάγκη μείωσης του ελληνικού χρέους, φοβάμαι όμως ότι σχεδόν κανείς πιστωτής δεν συμφωνεί. Ούτε καν το ΔΝΤ είναι διατεθειμένο να μειώσει τα δάνεια του προς την Ελλάδα, αν και μαλώνει όλους τους άλλους γιατί δεν κόβουν τα δικά τους. Ακόμα όμως και αν υποθέσουμε ότι ανοίγει μια τέτοια συζήτηση μεγάλης διαγραφής χρέους, μην ξεχνάμε ότι αυτή έγινε με αντάλλαγμα την στρατιωτική παρουσία των τεσσάρων δυνάμεων και τη συνεχή κηδεμονία της Γερμανίας επί 50 χρόνια. Χάρες χωρίς σκληρά ανταλλάγματα δεν υπάρχουν στην διεθνή πολιτική. Για αυτό τον λόγο έχω προτείνει ότι καλύτερη λύση για τη χώρα είναι να αναλάβει όλα τα δάνεια ο ΕSM, με χαμηλά επιτόκια, επιμήκυνση και συνεχή μετάθεση πληρωμών. Χωρίς τα θηριώδη και ανέφικτα πλεονάσματα 3,5% που ζητούν, αλλά με ήπια δημοσιονομική προσαρμογή και ένα εμπροσθοβαρές πρόγραμμα επενδύσεων για να ξεκολλήσουμε από την ύφεση.
Ερ. Να περάσουμε και στη εσωτερική πολιτική σκηνή. Προ ημερών παραβρεθήκατε στην εκδήλωση της «Ώρας Αποφάσεων», της κίνησης των Διαμαντοπούλου- Φλωρίδη- Ραγκούση. Εκτιμάτε ότι επιβάλλουν οι συνθήκες τη μετατροπή της συγκεκριμένης κίνησης σε κόμμα; Θα συμμετείχατε στο παραπάνω πολιτικό εγχείρημα;
Απ. Είναι ενδιαφέρον ότι διατυπώνονται νέες προτάσεις δημόσια και έτσι μπορεί να γίνει ένας ουσιαστικός διάλογος σε πραγματικά προβλήματα και όχι με όρους κομματικής δικαίωσης. Με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι τελικά όλες οι συγγενείς δυνάμεις ενώνονται και προχωρούν μαζί. Γιατί αλλιώς σοβαρό και διαρκές πολιτικό αποτέλεσμα δεν θα υπάρξει.
Ερ. Πιστεύετε στην επανένωση της Κεντροαριστεράς; Δηλαδή, εκτιμάτε ότι η «Ώρα Αποφάσεων» πρέπει να συμπλεύσει με το ΠΑΣΟΚ- Δημοκρατική Συμπαράταξη;
Απ. Να σας το πω ανάποδα. Ας πάρει κάποιος τα κείμενα των διαφόρων ομάδων και κομμάτων που εξ ιδίων τοποθετούνται σε αυτές τις πολιτικές συντεταγμένες. Αν πρώτα σκίσει τις επικεφαλίδες και μετά τα διαβάσει, δεν θα του είναι εύκολο να καταλάβει ότι έχουν βγει από διαφορετικούς πολιτικούς φορείς. Εκτός αν είναι από εκείνους που πιστεύουν ότι η πολιτική γίνεται μόνο για να τους δίνει αξιώματα και χωρίς αυτούς η χώρα θα εκτροχιαστεί. Απλώς δεν βλέπουν ότι κάτι τέτοιο όχι μόνο έχει ήδη συμβεί, αλλά τώρα πια βγαίνουν και οι σιδηροτροχιές από τη θέση τους.