Σε ηλικία 90 ετών ...
έφυγε από τη ζωή ο Νίκος Κούνδουρος, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες σκηνοθέτες.
Σημειώνεται ότι το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με αναπνευστικά προβλήματα.
Ο κορυφαίος σκηνιθέτης γεννήθηκε στην Αθήνα. Ηταν γιος του δικηγόρου και πολιτικού Ιωσήφ Κούνδουρου.
Οι γονείς του, Κρητικοί επί πολλές γενιές, δεν ήθελαν ωστόσο να πολιτογραφηθεί ως Αθηναίος. Ετσι, τον μετέφεραν στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926.
Ο Κούνδουρος σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία και αποφοίτησε το 1948.
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχε ενταχθεί στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρονήσο, λόγω των αριστερών φρονημάτων του.
Σπουδαίο έργο στον κινηματογράφο
Αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο στα 28 του χρόνια.
Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως σκηνοθέτης με τη Μαγική Πόλη (1954), όπου συνδύασε τις επιρροές του από το νεορεαλισμό με την εικαστική του ματιά.
Καθιερώθηκε με το σύνθετο και πρωτοποριακό για την εποχή έργο Ο Δράκος (1956).
Ο Νίκος Κούνδουρος προσπάθησε με το έργο του να αναδείξει την «κρυμμένη» από το επίσημο κάδρο ελληνική πραγματικότητα, μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο.
Με την νεορεαλιστική ματιά του και με ποιητική ενατένιση, όπως στην ταινία που τον καθιέρωσε «Ο Δράκος» (1956), ταινία που κατατάσσεται στην δεκάδα με τις καλύτερες του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά και στην πρώτη του ταινία «Μαγική πόλις» (1954).
Ακολούθησαν «Οι παράνομοι» (1958), «Το ποτάμι» (1959), οι πολυβραβευμένες «Μικρές Αφροδίτες» (1963), το Vortex (σε μια πρώτη μορφή, με τον τίτλο «Το πρόσωπο της Μέδουσας», προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1967).
Στη Μεταπολίτευση προβλήθηκαν «Τα τραγούδια της φωτιάς» (1974), γύρισε το «1922» (ταινία του 1978), «Μπορντέλο»(1984), «Μπάιρον- Μπαλάντα για ένα δαίμονα» (1991) κά.
Ο Νίκος Κούνδουρος γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά οι γονείς του, Κρητικοί από ατελείωτες γενιές, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθεί Αθηναίος. Τον μετέφεραν στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου, στις 15 Δεκεμβρίου του 1926. Ο πατέρας του ήταν ο δικηγόρος και πολιτικός Ιωσήφ Κούνδουρος.
Ο Νίκος Κούνδουρος σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία αποφοίτησε το 1948. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εντάχθηκε στις γραμμές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρόνησο, λόγω των αριστερών φρονημάτων του. Στα 28 του χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως σκηνοθέτης με την ταινία «Μαγική πόλις» (1954).
Η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών αποχαιρετά με ανακοίνωση της «τον τελευταίο μεγάλο των πρωτεργατών του ελληνικού Κινηματογράφου και του ελληνικού Πολιτισμού» όπως τον χαρακτηρίζει. «Άνοιξε δρόμους στο εξωτερικό για τον ελληνικό κινηματογράφο, στήριξε με πάθος τους νέους ανθρώπους και υπήρξε ο δημιουργός του σωματείου μας, Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών. Ο Νίκος Κούνδουρος υπήρξε εγγύηση για την ταυτότητα της Ελλάδας».
Μεγάλες διακρίσεις
Ο Κούνδουρος εκπροσώπησε τον ελληνικό κινηματογράφο πολλές φορές στο εξωτερικό όπως στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας το 1953 και 1956, στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1958, 1963 και 1967. Τιμήθηκε επίσης με το Πρώτο Βραβείο σκηνοθεσίας στα Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και Βερολίνου το 1963 για την ταινία «Μικρές Αφροδίτες» καθώς και για την ταινία του «Το ποτάμι» στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1959.
Ειδικότερα για την ταινία «Μικρές Αφροδίτες» τιμήθηκε και με το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου.
Η δε ταινία του «Ο Δράκος» χαρακτηρίστηκε η καλύτερη ελληνική ταινία στη δεκαετία του 1950-1960. Τόσο η ελληνική όσο και η γαλλική και αγγλική τηλεόραση έχουν προβάλει κατ' επανάληψη ταινίες του. Σημειώνεται επίσης πως αντίγραφα (κόπιες) πολλών ταινιών του βρίσκονται στο Ευρωπαϊκό Μουσείο Κινηματογράφου, στη Γαλλική Ταινιοθήκη καθώς και στο Μητροπολιτικό (Μητροπόλιταν) Μουσείο της Νέας Υόρκης.