Σε ένα διεθνές ...
περιβάλλον, κατά το οποίο οι πολιτικές και γεωπολιτικές εξελίξεις αναμένεται να καθορίσουν και το οικονομικό τοπίο της νέας χρονιάς, οικονομολόγοι διεθνών τραπεζών και διαχειριστές κεφαλαίων εμφανίζονται προβληματισμένοι σχετικά με το τι θα πρέπει να αναμένουμε για την Ελλάδα τη χρονιά που μόλις ανέτειλε.
Ενδεικτικά όσον αφορά την πορεία της οικονομίας, οι προβλέψεις εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα: Από ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 0,8% που προβλέπει για εφέτος η Citigroup, ως το 1,4% της Deutsche Bank, 1,8% της Morgan Stanley, 2% της UBS, 2,5% της ΤτΕ, 2,7% του κυβερνητικού στόχου, αλλά και πιο αισιόδοξων προβλέψεων, όπως της Credit Suisse, που κάνει λόγω για ανάπτυξη 3,2% εφέτος στη χώρα μας.
Εκτιμήσεις, αστοχίες και πολικός κίνδυνος
Οπως εκτιμούσε η StormHarbour UK, οι μεγάλες διαφορές και αστοχίες στις προβλέψεις για την Ελλάδα έχουν να κάνουν με τον πολικό κίνδυνο. Στο βασικό σενάριο για την Ελλάδα - και χωρίς πολιτικά απρόοπτα και εκλογές - προβλέπεται ανάπτυξη 2,5%, απόρροια όμως της μακροχρόνιας ύφεσης στη χώρα και της χαμηλής βάσης σύγκρισης στην οποία έχει φτάσει, και όχι εξαιτίας κάποιας ποιοτικής και ουσιαστικής αλλαγής στην οικονομία.
Ο πληθωρισμός αλλά και η κατανάλωση θα είναι κοντά στο μηδέν, ενώ η ανεργία θα σημειώσει οριακή πτώση. Το - ανεπιβεβαίωτο από τους θεσμούς - πλεόνασμα βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, κοντά στα 7,5 δισ. ευρώ, αλλά έχει προκύψει κυρίως από την τακτική της μη πληρωμής των υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, η οποία στην ουσία βαθαίνει το πρόβλημα των βιώσιμων επιχειρήσεων και δημιουργεί νέες θέσεις ανεργίας.
Το βασικό πρόβλημα που καλείται να λύσει η Ελλάδα αυτή τη στιγμή, ώστε να μπορέσει να οδηγηθεί σε μια δυναμική, σταθερή ανάπτυξη και να καλύψει τις πληγές των τελευταίων έξι χρόνων, είναι η έλλειψη ρευστότητας και κεφαλαίων.
Τα «κόκκινα» δάνεια απειλούν τις τράπεζες
Ο κύριος όμως τροφοδότης της ρευστότητας, οι ελληνικές τράπεζες, απέχει από την παροχή νέων δανείων, αφού αντιμετωπίζει δύο κύριες προκλήσεις: τη γιγάντωση των «κόκκινων» δανείων και τα σχετικά χαμηλά ίδια κεφάλαια. Προκειμένου μάλιστα να διαχειριστούν τα «κόκκινα» δάνεια, που αποτελούν το σημαντικότερο κομμάτι του ενεργητικού τους, αναμένεται να παραμείνουν σε μια εσωστρέφεια τα επόμενα χρόνια, χωρίς να μπορούν να τροφοδοτήσουν την όποια ανάκαμψη εμφανίσει η ελληνική οικονομία.
Από την άλλη πλευρά, οι διεθνείς επενδυτές διστάζουν να επενδύσουν στην Ελλάδα γιατί αντιμετωπίζουν έναν αχανή, γραφειοκρατικό δημόσιο τομέα, υψηλό φορολογικό σύστημα και συνεχόμενο ρευστό πολιτικό περιβάλλον, χωρίς ουσιαστική μακροπρόθεσμη λύση στο χρέος της χώρας.
Ετσι, προτιμούν τις ευκαιριακές επενδύσεις με εξασφαλισμένες διψήφιες αποδόσεις σε εξωστρεφείς τομείς της οικονομίας, όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία, ακόμη και σε καθαρά εξαγωγικές επιχειρήσεις, ώστε να αποφύγουν τις επιπτώσεις της εσωτερικής ύφεσης.
Επειδή όμως ο πολιτικός παράγοντας στην Ελλάδα αιφνιδιάζει αρνητικά, οι αναλυτές εξετάζουν όλα τα ενδεχόμενα.
Οι εκλογές και οι κόντρες Αθήνας - πιστωτών
Υπάρχει π.χ. πιθανότητα να ξαναζήσουμε τον κίνδυνο στάσης πληρωμών της Ελλάδας και την απειλή του Grexit; αναρωτήθηκε η Citigroup, καθώς, όπως αναφέρει, οι εντάσεις μεταξύ Αθήνας και πιστωτών έχουν αυξηθεί και πάλι το τελευταίο διάστημα. Αυτή τη φορά, όμως, δεν αναμένεται να ζήσουμε το πρόσφατο ελληνικό δράμα.
Ωστόσο, παρατηρεί πως καθώς δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη από την πλευρά των πιστωτών να προβούν σε νέες παραχωρήσεις προς την Ελλάδα, όσο καθυστερεί το κλείσιμο της αξιολόγησης τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος των πρόωρων εκλογών.
Ωστόσο, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των βουλευτών υποστηρίζουν το Μνημόνιο αλλά και την παραμονή στο ευρώ και η Νέα Δημοκρατία είναι πιθανό να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, οι κίνδυνοι για την Ελλάδα είναι σχετικά πιο περιορισμένοι από ό,τι στο παρελθόν.
Ετσι, σύμφωνα με τη Citigroup, το Grexit είναι απίθανο να αποτελέσει κυρίαρχο κίνδυνο για το 2017, αν και με πρόωρες εκλογές, η πιθανότητα ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα απομακρυνθεί από τον ορίζοντα.
Για την Credit Suisse, το βασικό σενάριο για την Ελλάδα αποτελεί η υπόθεση πως θα κλείσει σύντομα η αξιολόγηση, αν και δεν αποκλείει εντελώς τυχόν πρόωρες εκλογές την άνοιξη. Σε μια τέτοια περίπτωση θα κερδίσει η ΝΔ.
Ετσι, πέρα από τη βραχυχρόνια αβεβαιότητα δεν αναμένονται σημαντικές εξελίξεις για την Ελλάδα από το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών. Αν πάντως κλείσει σύντομα η αξιολόγηση, τα ελληνικά ομόλογα θα ενταχθούν στο πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ ανακουφίζοντας την ελληνική οικονομία.
Για τους αναλυτές το κύριο θέμα τώρα είναι να κλείσει η αξιολόγηση, ώστε να ενταχθούν τα ομόλογα στο πρόγραμμα της ΕΚΤ και να επανέλθει μερικώς η χώρα στις αγορές. Αν πρέπει να αντιμετωπιστεί το πολιτικό ζήτημα με εκλογές, αυτές επιβάλλεται να γίνουν αμέσως μετά, και όχι πριν, αναφέρουν.
Οσο όμως η αξιολόγηση καθυστερεί, τόσο τα πράγματα περιπλέκονται. Αν η χώρα δεν μπορέσει να βρει τον δρόμο της, καθώς τους επόμενους μήνες η Ευρώπη θα έχει μπροστά της τον σκόπελο σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων και το καλοκαίρι ωριμάζουν ελληνικά ομόλογα συνολικής αξίας 8 δισ. ευρώ, τότε μπορούμε να δούμε τα αρνητικά σενάρια να επανέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο.