Πολλές είναι πλέον οι ...
αναλύσεις για το «φαινόμενο Τραμπ». Για τον τυφώνα που ήρθε να σαρώσει τα πάντα και να αλλάξει τα δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι περισσότεροι αναλυτές επιχειρούν να εξηγήσουν την ψήφο των Αμερικανών, τι ήταν αυτό που τους ώθησε στη στήριξη ενός ζάμπλουτου με μηδαμινή εμπειρία στην πολιτική.
Ο καναδός κοινωνιολόγος Mathieu Bock-Côté, καθηγητής στο Μόντρεαλ, γράφει στην Le Figaro:
Είχαν όλοι προβλέψει ότι η επικράτησή του ήταν αδύνατη. Ολοι θεωρούσαν τον Τραμπ σαν τον εκπρόσωπο της απελπισίας ενός όλο και αυξανόμενου αριθμού Αμερικανών.
Οτι ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν το σύμπτωμα μιας πολιτικής και πολιτισμικής μιζέριας που χτύπησε τις λαϊκές τάξεις των ΗΠΑ.
Πάρα πολλοί τον έβλεπαν ως τερατώδη κλόουν, σεξιστή, ρατσιστή και χυδαιολόγο.
Πάρα πολλοί τον έβλεπαν ως τερατώδη κλόουν, σεξιστή, ρατσιστή και χυδαιολόγο.
Τώρα θα πρέπει να αλλάξουμε το βλέμμα μας και να τον δούμε αλλιώς. Αυτός που ο Ομπάμα έλεγε ότι δυστυχώς μπορεί να πάρει τους πυρηνικούς κωδικούς, θα είναι για τα επόμενα τέσσερα χρόνια ο ισχυρότερος άνθρωπος στον κόσμο.
Θα πρέπει να πούμε ότι οι φόβοι του Ομπάμα δεν ήταν αστήρικτοι. Η φήμη του μεγαλομανούς και περιπετειώδους Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι χωρίς επιχειρήματα.
Μετά την νίκη του, τα πρόσωπα των παρουσιαστών στα κανάλια ήταν για κλάμματα. Δεν μπορούσαν να κρύψουν την βαθιά τους απογοήτευση. Η επίσημη εξήγηση έχει ήδη αρχίσει να κυκλοφορεί, και θα την ακούμε όπου κι αν σταθούμε τις επόμενες ημέρες: η παλιά, μουχλιασμένη Αμερική έφερε τον Τραμπ στην εξουσία.
Οτι υπάρχει ταυτοτική σύγχιση, ότι υπάρχει κλείσιμο στον εαυτό μας, ότι φοβόμαστε τη διαφορετικότητα: όλες αυτές οι φράσεις είναι ήδη έτοιμες. Ορισμένοι θα βάλουν και σάλτσες και θα κουνήσουν το κουδουνάκι του αντιφασισμού.
Θα αρχίσουν τις δήθεν ιστορικές συγκρίσεις και ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα ναζικοποιηθεί σε πολλές κουβέντες. Πολλοί θα αναρωτηθούν αν ο Τραμπ σηματοδοτεί την επιστροφή στον Δυτικό κόσμο του 1930. Κάποιοι θα πουν ότι οι αμερικανοί θα πρέπει να ντρέπονται. Δυστυχώς, είναι αναπόφευκτο. Αυτό είναι το συνηθισμένο ρεφρέν.
Κι όμως, κάτι άλλο έχει συμβεί, κατά τη γνώμη μου. Από την νίκη του Brexit ως την επανάσταση του Τραμπ, περνώντας από την άνοδο των λαϊκιστικών κινημάτων της Ευρώπης, είναι η ίδια επανάσταση εναντίον της παγκοσμιοποίησης που μοιάζει να σχηματίζεται.
Κάθε φορά, τα θέματα είναι τα ίδια: οι πολίτες ζητούν σύνορα, θέλουν να επανιδρύσουν την κυριαρχία των κρατών, θέλουν να συγκρατήσουν την μαζική μετανάστευση, θέλουν να υπερασπιστούν την εθνική ταυτότητα. Κάθε χώρα το κάνει με τον τρόπο της, λαμβάνοντας υπόψιν τις δικές της πολιτικές παραδόσεις και τα δικά της αρχέτυπα. Συχνά, κάποιες ατυπικές και εκκεντρικές προσωπικότητες αναλαμβάνουν να εκφράσουν αυτές τις έννοιες ή τουλάχιστον που κατορθώνουν να τις κατεβάσουν στη δημόσια σφαίρα, όπως έγινε στην περίπτωση του Νάιτζελ Φάρατζ, στο Brexit.
Μπορούμε να μιλάμε για το τέλος της ευτυχισμένης παγκοσμιοποίησης; Ισως, το μόνο που μπορούμε να λέμε είναι ότι ποτέ η παγκοσμιοποίηση δεν έγινε θετικά δεκτή από τις λαϊκές τάξεις και τις μεσαίες τάξεις. Αλλά αυτή η απροθυμία τους ποτέ δεν ελήφθη στα σοβαρά και όλοι το έβλεπαν σαν σημάδι μιας κακής νοσταλγίας σε ένα σύμπαν ήδη παγκοσμιοποιημένο. Ξεχνούσαμε ότι οι ρίζες είναι μια ουσιώδης ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής και ότι μπορούμε να αδιαφορήσουμε ή να την παγώσουμε αλλά αυτή καταλήγει να επικρατήσει.
Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από πλαίσια, από όρια, από άγκυρες. Οταν θέλουμε να τον ξερριζώσουμε από τον κόσμο του, επαναστατεί. Η πολιτική επανάσταση δεν είναι πάντα όμορφη, ελαφριά ή ντελικάτη. Μπορεί να πάρει και τραγικές όψεις.
Ενας κόσμος μοιάζει να πεθαίνει, ένας άλλος μοιάζει να γεννιέται. Η επανάσταση Τραμπ είναι εν πολλοίς ένα είδος δημοψηφίσματος εναντίον του συστήματος -με την Χίλαρι Κλίντον να εκπροσωπεί το σύστημα. Αυτή η επανάσταση παραμένει ακατανόητη αν δεν καταλάβουμε ότι ο Τραμπ γύρισε την απόρριψη του συστήματος και των ελίτ υπέρ του.
Κι αυτό γιατί συστηματικά το μιντιακό κατεστημένο έκανε εμετό πάνω στον «παραδοσιακό Αμερικανό», τον οποίο κατηγορούσε για όλες τις πιθανές και απίθανες δυστυχίες. Κι αυτό προκάλεσε μια βαθιά αντίδραση ή αν προτιμάτε, ένα ισχυρό αντίθετο αποτέλεσμα.
Το μιντιακό κατεστημένο παρουσίαζε τον «παραδοσιακό Αμερικανό» σαν καρτούν, σαν έναν μικρό λευκό ανθρωπάκο, ετεροφυλόφιλο, ο οποίος εμμένει στα αποκτήματά του και ποθεί να καταπιέσει τις μειονότητες. Αυτή η απαξίωση των μεσαίων και λαϊκών τάξεων γύρισε μπούμερανγκ στο μιντιακό και πολιτικό σύστημα. Αυτές οι τάξεις έβαλαν όλα τα λεφτά τους πάνω στον υποψήφιο τον πιο brutal και ριζοσπαστικό που υπήρχε. Η υποψηφιότητα του Τραμπ ήταν μια ευκαιρία διαμαρτυρίας που αυτές οι τάξεις άρπαξαν κυριολεκτικά, θέλοντας να καταργήσουν την αηδία που ο Τραμπ προκαλούσε σε άλλες τάξεις.
Κάποιοι ήδη ζητούν από το μιντιακό κατεστημένο να αναρωτηθεί μήπως συνεισέφερε στη νίκη του Τραμπ. Με άλλα λόγια, μήπως το γεγονός ότι δεν τον πήραν στα σοβαρά επιτάχυνε την επέλασή του. Αλλά τα μίντια ποτέ δεν έχασαν την ευκαιρία να τον κακολογήσουν. Και ο ίδιος έκανε ό,τι μπορούσε για να γίνει καρτούν. Αλλά στην πραγματικότητα, η δαιμονοποίησή του τον εξυπηρέτησε πολύ.
Οσο περισσότερο ο Τραμπ κράσσαρε στην επικοινωνία, τόσο εκείνοι που ταυτίζονταν μαζί του τον έβλεπαν θετικότερα. Το politically correct είναι μια πραγματική ιδεολογική τυραννία. Αλλά από το Brexit ως την επανάσταση Τραμπ, για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες, αυτή η τυραννία κατέρρευσε.
Το μιντιακό κατεστημένο θα αντεπιτεθεί σύντομα και θα ξεκινήσει ένα ιδεολογικό αντάρτικο, χωρίς προηγούμενο, κατά τη γνώμη μου.
Το μιντιακό κατεστημένο θα αντεπιτεθεί σύντομα και θα ξεκινήσει ένα ιδεολογικό αντάρτικο, χωρίς προηγούμενο, κατά τη γνώμη μου.
Ας βγάλουμε ένα γενικό συμπέρασμα από αυτές τις εκλογές. Οσοι στην πολιτική μιλούν για αδύνατα ή απίθανα πράγματα, θα πρέπει να σκεφτούν πολύ περισσότερο τις αμερικανικές εκλογές του 2016. Ο Ντόναλντ Τραμπ παραμένει μια θολή προσωπικότητα, συχνά χυδαίος, για να τα πούμε κομψά.
Δεν ήταν φτιαγμένος για να κατοικήσει στον Λευκό Οίκο και πρέπει να διερωτηθούμε πώς από κλόουν διαμαρτυρίας θα γίνει ενωτικός πρόεδρος σε μια χώρα που είναι διχασμένη όσο ποτέ.
Η προσωπική πολιτική του σκέψη δεν είναι ιδιαίτερα καλά χτισμένη: θα βρει κατά τη διάρκεια της προεδρίας του την σταθερότητα που του λείπει; Ο ρόλος θα καταρθώσει να τον μεταμορφώσει; Γιατί η επανάσταση δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός.