Καταφύγιο σε χωράφια, αποθήκες και στον δρόμο


Δεν θυμάται πόσες ...


διαδρομές χρειάστηκαν. Ξεκίνησε αργά το απόγευμα της Δευτέρας και μέχρι τα ξημερώματα μετέφερε πρόσφυγες και μετανάστες από το φλεγόμενο κέντρο της Μόριας σε μια αποθήκη, δέκα χιλιόμετρα έξω από τη Μυτιλήνη. 

Τουλάχιστον εκεί, ανάμεσα σε κούτες με ρούχα και κουβέρτες –όλα δωρεές πολιτών για ευάλωτες ομάδες– 100 άνθρωποι βρήκαν προσωρινό κατάλυμα για τη νύχτα. Αλλοι δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί και μετά την εκκένωση του κέντρου υποδοχής κοιμήθηκαν σε χωράφια.

«Το πρωί τους δώσαμε ρούχα και τους γυρίσαμε στη Μόρια. Ηταν μια έκτακτη ανάγκη, έπρεπε να τους πάρουμε από το δρόμο», λέει ο Αρης Βλαχόπουλος, εθελοντής στη Λέσβο. Είχε βρεθεί στη Μόρια για να βοηθήσει προτού φτάσουν τα πυροσβεστικά οχήματα. Αστυνομικοί, εθελοντές και μέλη ΜΚΟ που έσπευσαν στο ίδιο σημείο περιγράφουν στην «Κ» το χρονικό της εκκένωσης, αλλά και τους λόγους ή τις εκδοχές που οδήγησαν σε διαμάχες και στην πυρκαγιά.

Δεν είναι ξεκάθαρο αν μόνο κάποια φήμη που διαδόθηκε στη Μόρια, για άμεση μαζική επαναπροώθηση προσφύγων και μεταναστών στην Τουρκία, πυροδότησε το κλίμα. Σύμφωνα με μαρτυρίες, η πρώτη ένταση σημειώθηκε κατά τη διανομή του συσσιτίου. Αστυνομικοί λένε ότι υπήρξαν διαπληκτισμοί μεταξύ προσφύγων και μεταναστών διαφορετικών εθνικοτήτων γιατί δεν τηρήθηκε από όλους η συμφωνία που είχαν κάνει νωρίτερα για να ξεκινήσουν απεργία πείνας.

Οσο νύχτωνε, οι συγκρούσεις μεταξύ προσφύγων και μεταναστών κλιμακώνονταν. Οι μεγάλες πύλες της εγκατάστασης που παλιότερα λειτουργούσε ως στρατόπεδο επέτρεψαν σε όσους δεν συμμετείχαν στις συμπλοκές να διαφύγουν μαζικά και γρήγορα, χωρίς να υπάρξει συνωστισμός. Τότε, στελέχη του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής κάλεσαν εθελοντές του πρώην ΠΙΚΠΑ, δομής ανοιχτής φιλοξενίας προσφύγων στη Μυτιλήνη. 

Τους ζήτησαν να παραλάβουν τους ασυνόδευτους ανηλίκους της Μόριας που είχαν ήδη οδηγηθεί εκτός εγκατάστασης. «Οταν φτάσαμε το κλίμα ήταν ασφυκτικό από τους καπνούς και τα δακρυγόνα», λέει στην «Κ» η Εφη Λατσούδη, εθελόντρια στο ΠΙΚΠΑ. Συνολικά 95 αγόρια και ένα κορίτσι, ηλικίας 12 - 17 ετών, οδηγήθηκαν με αυτοκίνητα και βανάκια μη κυβερνητικών οργανώσεων και εθελοντών στον νέο χώρο που τα φιλοξενεί προσωρινά. 

Με αφορμή αυτό το γεγονός, αλλά και τις συμπλοκές στις αρχές Σεπτεμβρίου στις πτέρυγες των ασυνόδευτων ανηλίκων στη Μόρια, το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής εξετάζει πλέον την επίσπευση της λειτουργίας «ασφαλών ζωνών» (safe zones) για αυτές τις ομάδες των ανηλίκων σε κέντρα φιλοξενίας της ηπειρωτικής Ελλάδας.

«Καθεστώς ανασφάλειας»

Χθες, ενώ συνεργεία προσπαθούσαν να καθαρίσουν από τα αποκαΐδια μέρος της εγκατάστασης στη Μόρια, κάποιοι μετανάστες από την Αφρική και το Πακιστάν απείχαν από το φαγητό, ενώ οι Αφγανοί σιτίστηκαν κανονικά. 

Ο Γιώργος Κοσμόπουλος, ερευνητής για θέματα προσφύγων και μεταναστών στη Διεθνή Αμνηστία, συνομιλούσε με ανθρώπους που επέστρεφαν στα κοντέινερ ή σε ό,τι είχε απομείνει από σκηνές. «Αισθάνονται ότι έχουν ξεχαστεί. 

Είναι άνθρωποι που ζουν σε καθεστώς ανασφάλειας και δεν πάνε ούτε μπρος, ούτε πίσω», λέει. Συνάντησε ανθρώπους που βρίσκονται εγκλωβισμένοι εκεί από τον Μάιο, χωρίς να έχει εξεταστεί το αίτημά τους για άσυλο.

Πέρυσι, την ίδια εποχή, ο δήμαρχος Λέσβου, Σπύρος Γαληνός, ζητούσε να κηρυχτεί το νησί σε έκτακτη ανάγκη. Ο αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας δήλωνε: «Δίνουμε το βάρος στη Μυτιλήνη, γιατί πραγματικά εκεί πέρα είναι λίγο πριν την έκρηξη». Πρόσφυγες και μετανάστες διαμαρτύρονταν τον Σεπτέμβριο του 2015 στο λιμάνι, ενώ δύο ανήλικοι Ελληνες είχαν επιτεθεί με βόμβες μολότοφ κατά μεταναστών. 

Ο αριθμός όμως των εγκλωβισμένων τότε ήταν από τρεις έως και πέντε φορές μεγαλύτερος σε σχέση με σήμερα. Τότε, ανάλογα με τις ροές, 15.000 - 25.000 άνθρωποι βρίσκονταν επί μέρες στο νησί, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα προχωρήσουν. Τώρα 5.708 έχουν εγκλωβιστεί εκεί χωρίς προοπτική. Παρά τη μεγάλη διαφορά στα μεγέθη, ένα χρόνο μετά, η κατάσταση παραμένει μη διαχειρίσιμη από τις αρμόδιες κρατικές αρχές...