Από την αξιολόγηση της ...
τρόικας περνά η κυβερνητική πρόταση για το νέο ασφαλιστικό σύστημα με την οποία η ελληνική πλευρά επιχειρεί να ικανοποιήσει τα προαπαιτούμενα της συμφωνίας του Αυγούστου για τις αλλαγές στο οργανωτικό πλαίσιο, τον περιορισμό των δικαιούχων του ΕΚΑΣ, το μηδενισμό των ελλειμμάτων των επικουρικών ταμείων αλλά και να περιορίσει χρόνο με το χρόνο τα ελλείμματα του συστήματος.
Η κυβέρνηση μετά τη σφοδρή επίθεση που δέχθηκε για τη μείωση των συντάξεων των συνταξιούχων του μέλλοντος αλλά και την κριτική ότι από το 2018 θα υποστούν μειώσεις οι σημερινοί συνταξιούχοι λόγω της κατάργησης της «προσωπικής διαφοράς» ανακοίνωσε τα εξής:
-«Με βάση τις προβολές για την αύξηση του ΑΕΠ μετά το 2018, άρα και της αυτόματης αύξησης της εθνικής σύνταξης των 384 ευρώ το μήνα, οι νέες συντάξεις θα εξισωθούν σταδιακά με τις παλιές και άρα θα εκλείψει ο λόγος ύπαρξης της προσωπικής διαφοράς.
Ωστόσο αν, παρ' ελπίδα, δεν συμβεί αυτό, προβλέπεται ότι η προσωπική διαφορά θα διατηρηθεί και μετά το 2018. Οι συντάξεις, πάντως, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, από το 2018 και μετά, με δεδομένη την αναπτυξιακή πορεία της χώρας, θα ξεκινήσουν και πάλι να αυξάνονται».
Και επιτέθηκε με σφοδρότητα στη ΝΔ και το ΠαΣοΚ θυμίζοντας ότι "η μέση σύνταξη το 2010 ήταν 1.480 ευρώ και τον Ιανουάριο του 2015 η μέση σύνταξη είχε φτάσει τα 863 ευρώ. Η μεσοσταθμική μείωση έφτασε, δηλαδή, το 41%»!
Οι βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου
Άρθρο 1 Θεμελιώδεις αρχές του Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας
Το Εθνικό Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης λειτουργεί με ενιαίους κανόνες για όλους τους εργαζομένους στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. Τα θέματα του νόμου αυτού που αναφέρονται στους τακτικούς υπαλλήλους και λειτουργούς του Δημοσίου, τους στρατιωτικούς και τους τακτικούς υπαλλήλους των Ν.Π.Δ.Δ., οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α` και β` βαθμίδας θα ρυθμιστούν με όμοιο τρόπο με ειδικό συνταξιοδοτικό νόμο. Για τους υπαλλήλους της Βουλής τα θέματα του νόμου θα ρυθμιστούν από τον Κανονισμό της Βουλής.
Άρθρο 2 Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Ασφάλειας
Συστήνεται Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Ασφάλειας(Ε.ΣΥ.ΚΑ.) ως συμβουλευτικό όργανο των Υπουργείων Υγείας και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για τη χάραξη των πολιτικών της Πολιτείας, στο πλαίσιο του Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας. Όργανα του Ε.ΣΥ.ΚΑ. είναι ο Πρόεδρος, η Ολομέλεια και το Εκτελεστικό Συμβούλιο.
Άρθρο 3 Προνοιακά Επιδόματα Κοινωνικής Αλληλεγγύης ηλικιωμένων και υπερηλίκων
Στους ανασφάλιστους υπερήλικες και στους συνταξιούχους σύνταξης γήρατος, αναπηρίας και θανάτου που πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 4 και 5 καταβάλλονται τα προβλεπόμενα στις ρυθμίσεις αυτών ειδικά προνοιακά επιδόματα, η δαπάνη για την καταβολή των οποίων βαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Άρθρο 4 Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ)
1. Από 1.1.2016 και έως την 31.12.2019 το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ), το οποίο θεσπίσθηκε με το άρθρο 20 του ν. 2434/1996 (188, Α), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταβάλλεται στους ήδη συνταξιούχους και στους δικαιούχους σύνταξης γήρατος, αναπηρίας και θανάτου των οργανισμών κύριας ασφάλισης, εκτός του ΟΓΑ, οι οποίοι εντάσσονται στον ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 15 του παρόντος. Για την καταβολή του επιδόματος πρέπει να πληρούνται αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Να έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, καθώς και για τα τέκνα που λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου του γονέα τους, δεν απαιτείται όριο ηλικίας.
β. Το συνολικό καθαρό ετήσιο εισόδημα τους από συντάξεις (κύριες, επικουρικές και βοηθήματα καταβαλλόμενα σε χρήμα), μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα, να μην υπερβαίνει το ποσό των 7.972 ευρώ.
Για τον προσδιορισμό του εισοδήματος αυτού δεν λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που αντιστοιχούν στη σύνταξη αναπήρων, θυμάτων πολεμικής περιόδου και κατά την εκτέλεση της στρατιωτικής υπηρεσίας, θυμάτων τρομοκρατίας καθώς και στα προνοιακά βοηθήματα.
γ. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα του συνταξιούχου να μην υπερβαίνει το ποσό των 8.884 ευρώ.
δ. Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό των 11.000 ευρώ. Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα του προηγούμενου φορολογικού έτους.
ε.Το συνολικό ακαθάριστο ποσό κύριας και επικουρικής σύνταξης που καταβάλλεται κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως επιδόματα, πλην των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων - Πάσχα και επιδόματος αδείας, να μην υπερβαίνει τα 664 ευρώ.
Για κάθε έτος, αρχής γενομένης από 1.1.2017 και μέχρι 31.12.2019, εξετάζεται το καταβαλλόμενο ως ανωτέρω ποσό συντάξεων κατά το μήνα έκδοσης της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 4 ή το δικαιούμενο ποσό συντάξεων κατά τον πρώτο πλήρη μήνα συνταξιοδότησης, αν η συνταξιοδότηση χωρεί μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης.
2. Ποσά Επιδόματος:
α. Για συνολικά ποσά εισοδήματος από συντάξεις (κύριες και επικουρικές) μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα ή βοηθήματα και μέχρι 7.216 ευρώ καταβάλλεται επίδομα 230 ευρώ μηνιαίως.
β. Για συνολικά ποσά εισοδήματος από 7.216 και μέχρι του ποσού των 7.972 καταβάλλεται ποσό μηνιαίου επιδόματος (Ε.Κ.Α.Σ.) σύμφωνα με τα παρακάτω:
βα. Από 7.216 ευρώ και μέχρι του ποσού των 7.518 ποσό 172,50.
ββ. Από επτά χιλιάδες πεντακόσια δέκα οκτώ ευρώ και ένα λεπτό(7.518,01) και μέχρι του ποσού των επτά χιλιάδων επτακοσίων είκοσι (7.720,00) ευρώ, ποσό εκατόν δέκα πέντε (115,00) ευρώ.
βγ. Από επτά χιλιάδες επτακόσια είκοσι ευρώ και ένα λεπτό (7.720,01) και μέχρι του ποσού των επτά χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα δύο ευρώ (7.972,00) ποσό πενήντα επτά ευρώ και πενήντα λεπτών (57,50).
γ. Τα ίδια ως άνω ποσά επιδόματος χορηγούνται και στους συνταξιούχους αναπηρίας που λαμβάνουν πλήρη σύνταξη.
δ. Στους συνταξιούχους γήρατος και αναπηρίας που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη, καθώς και σε όσους συνταξιούχους λόγω γήρατος δεν θεμελιώνουν αυτοτελές δικαίωμα συνταξιοδότησης με χρόνου ασφάλισης που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα, το επίδομα ισούται με τα 2/3 των ανωτέρω ποσών. Για τους τελευταίους η διαφορά του 1/3 ποσού Ε.Κ.Α.Σ. που τυχόν δεν είχε καταβληθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσης διάταξης, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν χορηγείται.
Προκειμένου για συνταξιούχους λόγω αναπηρίας, οποιαδήποτε μεταβολή στο ποσοστό αναπηρίας του δικαιούχου εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους στο οποίο καταβάλλεται το Ε.Κ.Α.Σ., δεν επιφέρει οποιαδήποτε μεταβολή στο ποσό του επιδόματος.
3. Από 1.1.2017 και μέχρι 31.12.2019 και σε ετήσια βάση τα ποσά που αναφέρονται στα εισοδηματικά κριτήρια της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, καθώς και τα ποσά του επιδόματος που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Από 1-1-2020 η παροχή αυτή καταργείται και οι κοινωνικοί σκοποί που υπηρετούσε καλύπτονται από την εθνική σύνταξη του άρθρου 7 και τις παροχές του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
4. Το επίδομα καταβάλλεται από τον ΕΦΚΑ. Σε περίπτωση με δόλο υποβολής ανακριβούς δήλωσης εκ μέρους του συνταξιούχου είτε για τον φορέα καταβολής του επιδόματος είτε για τα εισοδηματικά στοιχεία, καθώς και σε περίπτωση πολλαπλής είσπραξης του επιδόματος, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά του επιδόματος παρακρατούνται στο διπλάσιο, από το ποσό της κύριας σύνταξης, σε έξι μηνιαίες δόσεις, με απόφαση του αρμόδιου οργάνου του ΕΦΚΑ.
5. Ο έλεγχος των εισοδηματικών κριτηρίων χορήγησης του επιδόματος για κάθε έτος διενεργείται το αργότερο μέχρι το τέλος του Απριλίου του αντίστοιχου έτους και σε καμία περίπτωση δεν χορηγούνται ποσά Ε.Κ.Α.Σ. σε μη δικαιούχους, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, από την 1η Μαΐου του ίδιου έτους.Τα ποσά του Ε.Κ.Α.Σ. που καταβλήθηκαν από οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα δεν λαμβάνονται υπόψη για την εξέταση της συνδρομής των εισοδηματικών κριτηρίων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.
Άρθρο 5 Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφάλιστων Υπερήλικων
1.Από 01.01.2016 στους ανασφάλιστους υπερήλικες και σε αυτούς που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, καταβάλλεται από τον ΟΓΑ , επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφαλίστων Υπερηλίκων, εφόσον πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
-Έχουν συμπληρώσει το 67 ο έτος της ηλικίας τους, δεν λαμβάνουν ή δεν δικαιούνται να λάβουν σύνταξη από το εξωτερικό ή οποιαδήποτε ασφαλιστική ή προνοιακή παροχή από την Ελλάδα, μεγαλύτερη από το κατωτέρω στην παρ. 3 πλήρες ποσό του επιδόματος.
Σε περίπτωση που η κατά τα ανωτέρω σύνταξη ή παροχή από δημόσιο φορέα που λαμβάνουν είναι μικρότερη από το επίδομα, δικαιούνται το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μετά την αφαίρεση του ποσού της σύνταξης ή παροχής που λαμβάνουν από το επίδομα. Αν το ποσό που προκύπτει είναι μικρότερο από 20 ευρώ δεν καταβάλλεται το επίδομα.
Σε περίπτωση μεταβολής του ποσού της σύνταξης ή της παροχής που λαμβάνουν από το εξωτερικό ή την Ελλάδα,αντίστοιχα,οι δικαιούχοι υποχρεούνται να το δηλώσουν αμέσως, προκειμένου να τροποποιηθεί αναλόγως το ποσό του επιδόματος.
Για όσους λαμβάνουν σύνταξη ή άλλη παροχή από οποιοδήποτε φορέα του εξωτερικού, η νομισματική ισοτιμία λαμβάνεται υπόψη την 1η εργάσιμη ημέρα του έτους κατά τη χορήγηση, την επαναχορήγηση ή την τροποποίηση του ποσού της παροχής που λαμβάνουν από τον αρμόδιο για την καταβολή αυτής φορέα, λόγω αλλαγής του ποσού της σύνταξης που λαμβάνουν από τον φορέα του εξωτερικού.
γ. Διαμένουν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα 15 συνεχόμενα έτη πριν από την υποβολή της αίτησης για τη λήψη του επιδόματος ή 15 έτη μεταξύ του 17ου και του 67ου έτους της ηλικίας τους, εκ των οποίων τα 10 συνεχόμενα πριν από την υποβολή της αίτησης και εξακολουθούν να διαμένουν στην Ελλάδα και μετά τη λήψη της παροχής.
δ. Το ποσό του επιδόματος καταβάλλεται πλήρες ή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 για όσους πληρούν αθροιστικά τα ανωτέρω κριτήρια και έχουν συμπληρώσει στη χώρα τουλάχιστον 35 πλήρη έτη διαμονής και μειώνεται κατά 1/35 για κάθε ένα έτος που υπολείπεται των 35 ετών διαμονής στη χώρα.
ε. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημά τους, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 4.320 ευρώ ή, στη περίπτωση εγγάμων, το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 8.640 ευρώ.
Εξαιρούνται της παροχής όσοι εκτίουν ποινή φυλάκισης
2. Στο εισόδημα δεν υπολογίζεται:
α) Το ποσό που αντιστοιχεί στην αντικειμενική δαπάνη από ιδιοκατοικούμενη κύρια κατοικία μέχρι 100 τ.μ.
β) Οι οικονομικές ενισχύσεις που χορηγούνται σε ΑμεΑ λόγω της αναπηρίας τους.
γ) Το διατροφικό επίδομα που χορηγείται στους πάσχοντες από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου και στους μεταμοσχευμένους.
δ) Το επίδομα ανεργίας
3. Το πλήρες ποσό του μηνιαίου επιδόματος ανέρχεται σε 360 Ευρώ.
4. Η ως άνω παροχή καταβάλλεται σε μηνιαία βάση για όσους δικαιούχους κάνουν αίτηση μετά την 01.01.2016 από την 1η του επόμενου της υποβολής της αίτησης μήνα. Εκκρεμείς αιτήσεις σε οποιοδήποτε στάδιο διοικητικής διαδικασίας, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, εξετάζονται με τις προϋποθέσεις του παρόντος.
5. Για τη χορήγηση της παροχής σε όσους ελάμβαναν τη σύνταξη του ανασφάλιστου υπερήλικα, η οποία διακόπηκε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η υποβολή σχετικής δήλωσης επιλογής του επιδόματος του άρθρου αυτού αντί της προηγούμενης παροχής. Η επαναχορήγηση της παροχής σε αυτήν την περίπτωση θα γίνει με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις του παρόντος.
6. Ποσά συντάξεων που εισπράχθηκαν μέχρι τη διακοπή της παροχής του ανασφάλιστου υπερήλικα, όπως προβλέπονταν από τις διατάξεις της περίπτωσης 5 της υποπαραγράφου ΙΑ.6. της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 δεν αναζητούνται.
7. Οι ανασφάλιστοι υπερήλικες που λαμβάνουν ήδη, πριν την 01.01.2016, επίδομα από τον ΟΓΑ σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1296/1982, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του Ν. 4093/2012, εξακολουθούν να λαμβάνουν την παροχή σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τη δημοσίευση του νόμου διατάξεις.
8. Κατά της απόφασης περί απονομής ή μη του παρόντος επιδόματος χωρεί ένσταση ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ, εντός προθεσμίας τριών μηνών, αρχομένης από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν. Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να αποφανθεί επί της ένστασης μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της.
9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων, καθορίζονται τα δικαιολογητικά, η διαδικασία καταβολής της παροχής καθώς και άλλες αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.
10. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 69 του ν.4144/2013 (Α' 88) εφαρμόζονται και στην παρούσα ρύθμιση.
Κύρια Κοινωνική Ασφάλιση-Ενιαίοι Κανόνες Παροχών
Άρθρο 6 Εννοιολογικοί προσδιορισμοί
1. Από 1.1.2016, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του νόμου αυτού, η σύνταξη λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου του φορέα κύριας ασφάλισης υπολογίζεται ως το άθροισμα δύο τμημάτων: της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 και της ανταποδοτικής σύνταξης του άρθρου 8 του παρόντος.
2. Η Εθνική Σύνταξη αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και δεν χρηματοδοτείται από ασφαλιστικές εισφορές, αλλά απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αρμόδιος για την καταβολή της εθνικής σύνταξης είναι ο ΕΦΚΑ του παρόντος.
3. Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης αποσκοπεί στην εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερα προς εκείνο που είχε ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου. Υπολογίζεται βάσει των αποδοχών ή του εισοδήματος επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές και του ποσοστού αναπλήρωσης σύμφωνα με το άρθρο 8 του νόμου αυτού.
Άρθρο 7 Εθνική Σύνταξη
1. Η Εθνική Σύνταξη καταβάλλεται σε όλους, όσοι διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα για τουλάχιστον δεκαπέντε (15) έτη, μεταξύ του 15ου και του 67ου έτους της ηλικίας τους ή του έτους της ηλικίας τους στο οποίο, κατά τις οικείες διατάξεις, θεμελιώνουν δικαίωμα
πλήρους σύνταξης. Η μόνιμη διαμονή αποδεικνύεται με τη διαδικασία που προβλέπεται για τη χορήγηση άδειας διαμονής στους πολίτες τρίτων xωρών. Το ποσό της μειώνεται για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος κατά 1/40 για κάθε χρόνο που υπολείπεται των σαράντα (40) ετών διαμονής στην Ελλάδα, μεταξύ του 15ου και του 67ου έτους της ηλικίας.
2. Το ποσό της εθνικής σύνταξης μειώνεται αναλογικά στις περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας. Η μείωση της εθνικής σύνταξης προκειμένου για τους ασφαλισμένους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη γήρατος, ανέρχεται σε 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης.
3. Για τους συνταξιούχους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη λόγω αναπηρίας με ποσοστό 67% έως και 79,99% χορηγείται το 75% της εθνικής σύνταξης, και με ποσοστό από 50% έως και 66,99% χορηγείται το 50% αυτής. Οι προσαρμογές αυτές δεν έχουν εφαρμογή σε όσους συνταξιοδοτούνται με τις διατάξεις του ν. 612/1977 (ΦΕΚ 164 Α`), καθώς και για τα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (ΦΕΚ 210 Α`).
4. Στις περιπτώσεις χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου, το ποσό της εθνικής σύνταξης προσδιορίζεται για τον επιζώντα σύζυγο και κάθε συνδικαιούχο με βάση το δικαιούμενο ποσοστό σύνταξης λόγω θανάτου σύμφωνα διατάξεις του ασφαλιστικού φορέα προέλευσης, άλλως του κληρονομικού δικαίου. Προκειμένου για τέκνα, η καταβολή του εν λόγω ποσοστού της εθνικής σύνταξης λήγει με τη συμπλήρωση των ορίων ηλικίας που ορίζονται από το άρθρο 13. Το καταβαλλόμενο σε αυτά ποσοστό, μετά τη διακοπή χορήγησης του, προστίθεται στο ποσοστό που χορηγείται στο δικαιούχο επιζώντα σύζυγο και έως το ποσοστό της δικαιούμενης σύνταξης. Σε περίπτωση επιμερισμού της εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξης μεταξύ δικαιούχου και τέκνων, το ποσό της εθνικής σύνταξης κατανέμεται κατά τα ποσοστά του επιμερισμού.
5. Σε περίπτωση σώρευσης συντάξεων χορηγείται μία εθνική σύνταξη. Στην περίπτωση συνταξιούχου ή δικαιούμενου μιας πλήρους σε ποσό και μιας μειωμένης κύριας σύνταξης, το ποσό της χορηγούμενης εθνικής σύνταξης είναι πλήρες.
6. Για την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού η εθνική σύνταξη ορίζεται σε τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384) Ευρώ κάθε μήνα.
Άρθρο 8 Ανταποδοτική σύνταξη
1. Οι ασφαλισμένοι κύριας ασφάλισης δικαιούνται ανταποδοτικό μέρος σύνταξης, που προκύπτει με βάση τις συντάξιμες αποδοχές, το χρόνο ασφάλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 και τα κατ' έτος ποσοστά αναπλήρωσης υπολογιζόμενα επί των συντάξιμων αποδοχών του πίνακα ο οποίος ενσωματώνεται στην παράγραφο 3, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των επόμενων παραγράφων.
2. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου λαμβάνονται υπόψη:
α. για τους μισθωτούς, ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου, εξαιρουμένων των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας που τυχόν καταβλήθηκαν. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, πλην του τελευταίου έτους ή τμήματος έτους, κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης, προσαυξαυνόμενες κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
β. για τους αυτοαπασχολούμενους και τους αγρότες, για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές κατηγορίες βάσει των οποίων υπολογίζονταν οι εισφορές για κύρια σύνταξη, σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο μέχρι την θέση σε ισχύ του νόμου αυτού, και, για το διάστημα μετά την δημοσίευση του νόμου, το εισόδημα, το οποίο υπόκειται σε εισφορές σύμφωνα με τα άρθρα 53 και 54 του παρόντος, καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου.
3. Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, με βάση το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί στο άρθρο 15, όπως φαίνεται στον πίνακα που προσαρτάται στο τέλος της παραγράφου αυτής και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της. Ειδικότερα, το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης εντός εκάστης κλίμακας ετών αντιστοιχεί στο ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα. Σε περίπτωση συμπλήρωσης των ετών ασφάλισης της δεύτερης στήλης, το ποσοστό αναπλήρωσης, στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά τα ανωτέρω,
προσαυξάνεται περαιτέρω κατά το προβλεπόμενο ποσοστό για την επόμενη χρονική κατηγορία ετών ασφάλισης.
Ειδικότερα τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα:
ΑΠΟ ΕΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΙΜΑΚΑ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
0 - 15 0,80%
15,01 - 18 0,92%
18,01 - 21 1,04%
21,01 - 24 1,16%
24,01 - 27 1,29%
27,01 - 30 1,42%
30,01 - 33 1,55%
33,01 - 36 1,69%
36,01 - 39 1,84%
39,01 - 42 και περισσότερα 2,00%
5. Πρόσωπα τα οποία είναι συνταξιούχοι των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων, τομέων και κλάδων, κατά την ημερομηνία ένταξής τους στον ΕΦΚΑ, εφόσον οι συντάξεις τους είναι της αυτής αιτίας, δικαιούνται από τον ΕΦΚΑ σύνταξη ίση με το άθροισμα των καταβαλλόμενων συντάξεων από τους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς και κλάδους. Σε περίπτωση που οι συντάξεις προέρχονται από διαφορετικές αιτίες, ο ΕΦΚΑ εξακολουθεί να καταβάλλει αυτές χωριστά.
Άρθρο 9 Σύνταξη αναπηρίας-επίδομα τετραπληγίας.
1. Για τις συντάξεις αναπηρίας που καταβάλλουν οι εντασσόμενοι στον ΕΦΚΑ φορείς, κλάδοι και τομείς εξακολουθούν να ισχύουν οι μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού γενικές και καταστατικές διατάξεις.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης συστήνεται επιτροπή με αντικείμενο την επανεξέταση των υφιστάμενων διατάξεων και τη θέσπιση νέων, ενιαίων κανόνων για όλους τους ασφαλισμένους.
3. α. Στους ασφαλισμένους, στους συνταξιούχους και στα μέλη των οικογενειών τους χορηγείται επίδομα τετραπληγίας-παραπληγίας σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου.
β. «2. Στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του Ν. 1140/1981 (ΦΕΚ68 Α), όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, υπάγονται και οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους, που:
-πάσχουν από μυασθένεια μυοπάθεια με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω,
-Έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω προερχόμενο από ακρωτηριασμό των δύο άνω ή κάτω άκρων ή κατά το ένα άνω και ένα κάτω άκρο."
-χουν οποιαδήποτε άλλη πάθηση ή βλάβη που συνεπάγεται αδυναμία χρήσης δυο τουλάχιστον άνω ή κάτω άκρων.
Άρθρο 10 Προσαύξηση σύνταξης
1. Το ποσό της κατά τα άρθρα 8 και 9 υπολογιζόμενης σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, προσαυξάνεται κατά 8% για το πρώτο παιδί, 10% για το δεύτερο παιδί και 12% για το τρίτο παιδί και κάθε ένα από τα επόμενα, εφόσον είναι άγαμα και ανήλικα και δεν εργάζονται ή είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία και δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο ημεδαπής ή αλλοδαπής. Η κατά τα ανωτέρω προσαύξηση παρατείνεται μέχρι του 24ου έτους της ηλικίας, εφόσον τα παιδιά φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης ή Ινστιτούτα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης της ημεδαπής. Αν και ο έτερος των γονέων είναι συνταξιούχος, η κατά τα ανωτέρω προσαύξηση (επίδομα τέκνων) χορηγείται στον έναν εκ των συζύγων κατ' επιλογή τους. Αν δεν υποβληθεί δήλωση επιλογής, το ποσό της προσαύξησης καταβάλλεται και στους δύο συζύγους κατά το ήμισυ. Οι χορηγούμενες προσαυξήσεις συντάξεων για τα τέκνα υπολογίζονται επί του μισού του κατά το έτος 2015 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων.
2. Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης, λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, προσαυξάνεται κατά 50%, εφόσον οι συνταξιούχοι είναι πλήρως τυφλοί ή, λόγω πάθησης ή αναπηρίας, τελούν διαρκώς σε κατάσταση η οποία απαιτεί συνεχή επίβλεψη, συμπαράσταση και περιποίηση ετέρου προσώπου. Επί τετραπληγίας, το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης προσαυξάνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά την δημοσίευση του νόμου διατάξεις.
3. Στην περίπτωση ασφαλισμένων μισθωτών οι οποίοι, υπό την ισχύ του προϊσχύοντος νομοθετικού καθεστώτος κατέβαλλαν εισφορές ανώτερες από αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, όπως και στην περίπτωση ασφαλισμένων που θα καταβάλλουν εθελοντικά εισφορές ανώτερες από τις προβλεπόμενες στο νόμο αυτό, η σύνταξη προσαυξάνεται κατά ποσοστό που θα ορισθεί με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από εισήγηση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, βάσει σχετικής οικονομικής αναλογιστικής μελέτης.
4. Καταβαλλόμενες συντάξεις που εκδόθηκαν βάσει ρυθμίσεων που καταργούνται στο εξής, διατηρούνται ως έχουν, με την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 14.
Άρθρο 11 Ασφαλιστικές παροχές λόγω εργατικού ατυχήματος ή ατυχήματος εκτός εργασίας
1. Οι ασφαλισμένοι δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας και τα μέλη της οικογένειας τους σύνταξη λόγω θανάτου, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις και ανεξαρτήτως χρόνου ασφάλισης, αν η αναπηρία ή ο θάνατος οφείλεται σε εργατικό ατύχημα ή ατύχημα κατά την απασχόληση. Για τη χορήγηση της σύνταξης του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης από τον κατά τα ανωτέρω δικαιούχο. Η προθεσμία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, η διαδικασία αναγγελίας και διαπίστωσης του εργατικού ατυχήματος κατά την απασχόληση, το είδος της νόσου ανά επάγγελμα και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.Με το εργατικό ατύχημα ή το ατύχημα κατά την απασχόληση εξομοιώνονται και οι επαγγελματικές ασθένειες. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του Κανονισμού Ασθενείας του οικείου φορέα κύριας ασφάλισης και για όσους ασφαλίζονται μετά την 1.1.2016 αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, όπως ισχύουν κατά την δημοσίευση του νόμου.
2. Επί ατυχήματος εκτός εργασίας ή απασχόλησης, περί του οποίου κρίνουν τα αρμόδια όργανα του ΕΦΚΑ, οι ασφαλισμένοι δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας και τα μέλη της οικογενείας τους σύνταξη λόγω θανάτου, αν έχουν πραγματοποιήσει το μισό χρόνο ασφάλισης, από αυτόν που απαιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις για την συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο του άρθρου 9. Τα ίδια όργανα προσδιορίζουν με αιτιολογημένη απόφαση τους, σε περίπτωση αμφισβήτησης, εάν το ατύχημα ήταν εργατικό ή εκτός εργασίας.
Άρθρο 12 Παροχές σε χρήμα του Ενιαίου Φορέα
1. Παροχές σε χρήμα χορηγούνται στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους των φορέων, κλάδων και τομέων του ΕΦΚΑ, ως εξής:
α. για τους μισθωτούς και συνταξιούχους φορέων ασφάλισης μισθωτών, με βάση τις γενικές και καταστατικές διατάξεις που ισχύουν για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά την δημοσίευση του παρόντος,
β. Για τους αυτοασπασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματικές και ασφαλισμένους λόγω ιδιότητας και τους συνταξιούχους των οικείων φορέων ασφάλισης, με βάση τις γενικές και καταστατικές του ΟΑΕΕ και
γ. για τους αγρότες, ασφαλισμένους και συνταξιούχους του ΟΓΑ οι γενικές και καταστατικές διατάξεις του ΟΓΑ.
2.Από την 1.1.2017 το είδος και το ύψος των παροχών ασθένειας σε χρήμα, η έκταση, τα δικαιούχα πρόσωπα, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα ή λεπτομέρεια ρυθμίζονται ενιαία με τον Κανονισμό Ασφάλισης και Παροχών του ΕΦΚΑ του άρθρου 49 παρ. 3.
νόμο. Για τους υπαλλήλους της Βουλής τα θέματα του νόμου θα ρυθμιστούν από τον Κανονισμό της Βουλής.
Άρθρο 13 Σύνταξη λόγω θανάτου
1. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει το χρόνο ασφάλισης, που απαιτούνται για την συνταξιοδότηση λόγω γήρατος ή αναπηρίας, δικαιούνται σύνταξη τα παρακάτω μέλη της οικογένειας του:
α. Ο επιζών σύζυγος, και
β. Τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετηθέντα και όσα εξομοιώνονται με αυτά με την προϋπόθεση ότι: α. είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους. Το όριο αυτό παρατείνεται μέχρι του 25ου έτους, εφόσον φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης ή Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης β. κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από την συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας τους.
2. Ο επιζών σύζυγος δεν δικαιούται σύνταξη:
α. Αν ο θάνατος του ασφαλισμένου συζύγου επήλθε πριν από την πάροδο πέντε (5) ετών από την τέλεση του γάμου, εκτός αν:
α.α. Ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα εργατικό ή ατύχημα εκτός εργασίας του άρθρου 11 ή φόνο.
β.β. Κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε ή με το γάμο νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίσθηκε ή υιοθετήθηκε τέκνο.
γ.γ. Η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελεί σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε ζων τέκνο.
δ.δ. Συντρέχει η περίπτωση ανασυστάσεως προϋπάρξαντος γάμου, αρκεί οι τελεσθέντες γάμοι, δηλαδή ο αρχικός και ο εξ ανασυστάσεως, κατά τη διάρκεια του οποίου απεβίωσε ο σύζυγος, να έχουν διαρκέσει τουλάχιστον πέντε (5) χρόνια.
β. Εάν ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος, εκτός εάν συντρέχει ένας από τους ανωτέρω με στοιχεία (ββ) και (γγ) αναφερόμενους λόγους.
3. Το δικαίωμα σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος συζύγου και των παιδιών καταργείται:
α. Με το θάνατο του δικαιούχου.
β. Με την τέλεση γάμου του δικαιούχου ή σύναψη συμφώνου συμβίωσης.
Άρθρο 14 Ανώτατο όριο καταβολής σύνταξης
Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής το καταβαλλόμενο καθαρό ποσό κάθε ατομικής σύνταξης, δεν μπορεί να υπερβαίνει το εξαπλάσιο της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 και το άθροισμα του καταβαλλομένου καθαρού ποσού των συντάξεων, που δικαιούται κάθε συνταξιούχος από οποιαδήποτε αιτία από το Δημόσιο, ν.π.δ.δ., ή οιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, το οκταπλάσιο αυτής. Για την διαπίστωση της λήξης του προγράμματος εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Άρθρο 15 Αναπροσαρμογή συντάξεων-προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων
1. Σε εφαρμογή των ενιαίων κανόνων του ΕΦΚΑ και των θεμελιωδών αρχών του άρθρου 1, οι ήδη καταβαλλόμενες κατά την δημοσίευση του νόμου κύριες συντάξεις αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8, βάσει των ρυθμίσεων των επομένων παραγράφων.
2. α. Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν κατά την δημοσίευση του παρόντος,
β. Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, απομειούμενη μέχρι την τελική αντιστοίχιση με τις συντάξεις όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου αυτού. Εάν είναι μικρότερο, καταβάλλεται στο συνταξιούχο το αναλογούν υπολειπόμενο ποσό της διαφοράς.
3. Οι συντάξεις που εκδίδονται μετά την θέση σε ισχύ του νόμου, αυξάνονται κατ' έτος με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στη βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του
προηγούμενου έτους και δεν υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 16 Χρόνος ασφάλισης
1. Χρόνος ασφάλισης στον ΕΦΚΑ είναι
α. Ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης, ήτοι ο χρόνος ασφαλιστέας απασχόλησης ή ιδιότητας στον ΕΦΚΑ ή στους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς και κλάδους για τον οποίο έχουν καταβληθεί ή οφείλονται εισφορές .
β. Ο λογιζόμενος χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων, κατά τα άρθρα 4 και 8 Ν. 2084/92, όπως ισχύουν.
γ. Οι πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης του άρθρου 10 παρ.18 Ν.3863/10, των άρθρων 39,40 και 41 Ν.3996/11, του άρθρου 6 παρ.12 και του άρθρου 17 του Ν.3865/10, και του άρθρου 40 του ν. 2084/92. Όπου για την αναγνώριση των πλασματικών αυτών χρόνων ασφάλισης προβλέπεται καταβολή εισφοράς, η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα αναγνωριζόμενου πλασματικού χρόνου ασφάλισης της εισφοράς, στο ποσοστό που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Η ως άνω εισφορά υπολογίζεται επί των αποδοχών του ασφαλισμένου κατά το μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς και, εφόσον έχει διακοπεί η απασχόληση, επί των αποδοχών του τελευταίου μήνα απασχόλησης προσαυξανόμενων κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
δ) Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς και κλάδους, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που αναγνωρίστηκε και εξαγοράστηκε ή συνεχίζεται η εξαγορά του, καθώς και ο χρόνος που έχει προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία. Αναγνωρίσεις χρόνων, οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί με την πλήρη εξόφληση του ποσού της εξαγοράς, συνεχίζονται στον ΕΦΚΑ μέχρι την ολοκλήρωσή τους, βάσει των διατάξεων που ισχύουν κατά την δημοσίευση του νόμου αυτού.
ε) ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης κατά την παράγραφο 2.
2. Κάθε ασφαλισμένος του ΕΦΚΑ, εφ' όσον παύει να έχει την ασφαλιστέα στον ΕΦΚΑ απασχόληση ή ιδιότητα, δικαιούται να συνεχίσει την ασφάλισή του στον ΕΦΚΑ προαιρετικά κατ εφαρμογή του άρθρου 42 Ν. 2084/1992, ως ισχύει.Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση των εντασσόμενων φορέων, τομέων και κλάδων συνεχίζουν αυτήν στον ΕΦΚΑ.
3. Επί διαδοχικής ασφάλισης σε περισσότερα του ενός εκ των εντασσόμενων στο ΕΦΚΑ ταμείων - τομέων και κλάδων μέχρι εντάξεως αυτών στον ΕΦΚΑ, ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης στους εντασσόμενους φορείς και στον ΕΦΚΑ θεωρείται ότι διανύθηκε στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και η σύνταξη υπολογίζεται με βάση το σύνολο του χρόνου ασφάλισης σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
4. Πρόσωπα τα οποία μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος κατέστησαν συνταξιούχοι λόγω γήρατος ή αναπηρίας ενός εκ των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων, τομέων και κλάδων και παράλληλα είναι ασφαλισμένοι ή έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα σε κάποιον άλλο από τους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς και κλάδους δικαιούνται με αίτησή τους, οποτεδήποτε, να ζητήσουν την προσμέτρηση του χρόνου ασφάλισης τους για την προσαύξηση της σύνταξής τους, με την προϋπόθεση ότι ο χρόνος αυτός ανέρχεται σε 10 τουλάχιστον χρόνια ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξή τους προσαυξάνεται με ποσοστό που θα ορισθεί με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κατόπιν οικονομικής αναλογιστικής μελέτης.
5. α. Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί καλόπιστα στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων, τομέων και κλάδων, ενώ δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις, συνεχίζουν την ασφάλιση τους στον ΕΦΚΑ εφόσον διατηρούν την ιδιότητα ή απασχόληση για την οποία υπήχθησαν στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων, τομέων και κλάδων.
β. Χρόνος για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές στους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς και κλάδους, ενώ δε συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις ασφάλισης λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στον ΕΦΚΑ και οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές δεν επιστρέφονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί απόφαση διαγραφής.
Άρθρο 17 Εφάπαξ παροχή
1. Στην ασφάλιση του κλάδου εφάπαξ παροχών υπάγονται τα πρόσωπα που είχαν ήδη κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υπαχθεί στην ασφάλιση των φορέων, τομέων - κλάδων του άρθρου 20 περ. β, καθώς και όσοι αναλαμβάνουν εργασία ή απασχόληση ή αποκτούν ιδιότητα, η οποία σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των ως άνω τομέων - κλάδων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, δημιουργούσαν υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση των εν λόγω φορέων, τομέων - κλάδων.
2. Πόροι του κλάδου εφάπαξ παροχών αποτελούν:
α) Τα έσοδα από τις προβλεπόμενες εισφορές υπέρ των φορέων, τομέων - κλάδων πρόνοιας που εντάσσονται στον ΕΦΚΑ σύμφωνα με το άρθρο 20 του παρόντος, οι πρόσοδοι περιουσίας, καθώς και η απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών αυτών και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που προβλέπεται στην οικεία νομοθεσία ή άλλες γενικές διατάξεις.
β) Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων. Η συνολική εισφορά ασφάλισης για εφάπαξ παροχή ορίζεται σε ποσοστό 4%, βαρύνει αποκλειστικά τους ασφαλισμένους και υπολογίζεται για τους μισθωτούς επί των πάσης φύσεως αποδοχών τους για τους ελεύθερους επαγγελματίες - αυταπασχολούμενους - αγρότες επί του εισοδήματός τους, κατ' αναλογία των ειδικότερα προβλεπόμενων στα άρθρα 53 και 54 του παρόντος.
3. Χρόνος ασφάλισης στον κλάδο εφάπαξ παροχών είναι:
α) Ο χρόνος για τον οποίο καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές από την έναρξη λειτουργίας του ΕΦΚΑ και εφεξής.
β) Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στους εντασσόμενους φορείς - τομείς και κλάδους, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που αναγνωρίστηκε και εξαγοράστηκε ή συνεχίζεται η εξαγορά του, καθώς και ο χρόνος που έχει προσμετρηθεί από οποιαδήποτε αιτία.
4. α) Από τον κλάδο εφάπαξ παροχών απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έτυχε σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις από τις καταστατικές διατάξεις των εντασσομένων φορέων, κλάδων ή τομέων.
β) Εφάπαξ παροχή χορηγείται σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου, που δεν είχε αποκτήσει κατά το χρόνο του θανάτου του δικαίωμα για λήψη εφάπαξ παροχής, δηλαδή
ασφαλισμένου ο οποίος απεβίωσε πριν την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, γήρατος ή αναπηρίας, στα πρόσωπα της οικογένειας του, εφόσον συντρέχουν οι χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδοτήσεως λόγω θανάτου, του φορέα κύριας κοινωνικής ασφάλισης στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο θανών. Στην περίπτωση κατά την οποία, σύμφωνα με το παραπάνω εδάφιο, δεν υπάρχουν πρόσωπα της οικογένειας που δικαιούνται σύνταξη εξαιτίας του θανάτου του ασφαλισμένου, το εφάπαξ βοήθημα χορηγείται στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα αυτού ανάλογα με το κληρονομικό τους δικαίωμα. Στην περίπτωση που σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια δεν υπάρχουν πρόσωπα που να δικαιούνται την εφάπαξ παροχή, αυτή καταβάλλεται στους γονείς, αδελφούς του θανόντος ασφαλισμένου, κατά το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος
Εάν ο ασφαλισμένος απεβίωσε μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, γήρατος ή αναπηρίας, τότε η εφάπαξ παροχή χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής.
γ) Δεν επιτρέπεται προκαταβολής της εφάπαξ παροχής και κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.
5. Το ποσόν της εφάπαξ παροχής ισούται με το άθροισμα του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι την 31.12.2013 και του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής.
α) Για χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί έως την 31.12.2013:
ι) Για τους μισθωτούς:
Το εφάπαξ βοήθημα αποτελείται από το γινόμενο του εβδομήντα επί τοις εκατό (70%) των συνταξίμων αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί τα έτη ασφάλισης. Ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται το πηλίκον της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) ημερολογιακά έτη που προηγούνται εκείνου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, οι οποίες υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας, δια του αριθμού των μηνών απασχόλησης που έχουν πραγματοποιηθεί εντός της χρονικής αυτής περιόδου.
ιι) Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους:
Το εφάπαξ βοήθημα αποτελείται από το γινόμενο του ογδόντα πέντε επίτοις εκατό (85% ) των συνταξίμων αποδοχών, στις οποίες έγιναν οινόμιμες κρατήσεις, επί τα έτη ασφάλισης.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικέςκατηγορίες βάσει των οποίων κατεβλήθησαν εισφορές ολόκληρο το χρόνο της ασφάλισης του ασφαλισμένου, όπως έχουν διαμορφωθεί την 31.12 τουπροηγούμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης κάθε επιπλέον έτος ασφάλισης που πραγματοποιείται έως τη συμπλήρωση έτους.
β. Για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιείται από την 1.1.2014 και εντεύθεν:
Για τους μισθωτούς, αυτοτελώς απασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής, υπολογίζεται με βάση την αρχή της ισοδυναμίας και το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, που εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, καθορίζεται η νέα τεχνική βάση για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση της παρούσας διάταξης.
6. Εκκρεμείς αιτήσεις κρίνονται βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού.
Άρθρο 18 Δικαιώματα αντισυμβαλλομένου συμφώνου συμβίωσης
Με τους εγγάμους εξομοιώνονται πλήρως οι αντισυμβαλλόμενοι στο σύμφωνο συμβίωσης ως προς κάθε ασφαλιστικό δικαίωμα, παροχή ή περιορισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος ή της εν γένει ασφαλιστικής ή προνοιακής νομοθεσίας.