Αλλαγή πλεύσης στην ...
υπόθεση της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα αποφάσισε η κυβέρνηση, καθώς, όπως ανακοίνωσε στην Βουλή ο υπουργός Πολιτισμού Αρ. Μπαλτάς, δεν πρόκειται να προχωρήσει η νομική διεκδίκησή τους την οποία είχε αναλάβει μεγάλο βρετανικό δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπούσε η Αμάλ Αλαμουντίν, σύζυγος του διάσημου αμερικανού ηθοποιού Τζορτζ Κλούνεϊ. Μάλιστα, σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Πολιτισμού επί ΝΔ Κ. Τασούλα, η ελληνική πλευρά αρνήθηκε να παραλάβει την σχετική γνωμοδότηση που είχε συντάξει το εν λόγο δικηγορικό γραφείο προεξοφλώντας με τον τρόπο αυτό ότι η χώρα μας θα έχανε την υπόθεση, αλλά και χάνοντας μια ακόμα μεγάλη ευκαιρία παγκόσμιας δημοσιοποίησης των ελληνικών επιχειρημάτων.
Μιλώντας στην συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής σχετικά με την ευρωπαϊκή οδηγία του 2014 για την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που έχουν απομακρυνθεί παράνομα από το έδαφος κράτους – μέλους, ο κ. Μπαλτάς κατέστησε γνωστό ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει περαιτέρω η συνεργασία της ελληνικής πλευράς με το βρετανικό δικηγορικό γραφείο το οποίο είχα αναλάβει την υπόθεση της νομικής διεκδίκησης των μαρμάρων του Παρθενώνα.
Υπόθεση για την οποία η κυρία Αλαμουντίν είχε επισκεφθεί την χώρα μας το 2014, προσδίδοντας διεθνή δημοσιότητα στο θέμα. Μάλιστα, όπως έγινε γνωστό από τον κ. Τασούλα, τα έξοδα για την σύνταξη της επίμαχης γνωμοδότησης, τα οποία έφτασαν τις 200.000 λίρες Αγγλίας, καλύφθηκαν αποκλειστικά από ευγενική χορηγία Έλληνα του εξωτερικού που δεν επιθυμούσε την δημοσιότητα.
«Όσον αφορά το έργο που προσέφερε η νομική εταιρεία στην οποία συμμετέχει η κυρία Κλούνεϊ, ολοκληρώθηκε. Δηλαδή πληρώθηκε!», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαλτάς, αποσαφηνίζοντας, όσον αφορά τις κυβερνητικές προθέσεις, ότι «η τάση είναι να μην προχωρήσουμε σε νομική διεκδίκηση κυρίως γιατί κινδυνεύουμε να χάσουμε το σχετικό δικαστήριο». Πάντως εκτίμησε ότι «έχουμε περισσότερους φίλους» και επικαλέστηκε προς τούτο την μεγάλη επισκεψιμότητα που έχει το Μουσείο της Ακρόπολης, κάτι που «δείχνει πόσο άξιοι είμαστε να υποδεχθούμε τα αρχαία», όπως ανέφερε.
Ο κ. Μπαλτάς αναφερόμενος στα κλεμμένα πολιτιστικά αγαθά είπε συγκεκριμένα : «Όπως ξέρετε οι κλοπές πολιτιστικών αγαθών είναι μια παλιά ιστορία σε αυτόν τον τόπο, ξεκινώντας από τα “Ελγίνεια μάρμαρα” και προχωρώντας έκτοτε σε όλων των ειδών τέτοιου τύπου πράξεις».
Οι χειρισμοί της κυβέρνησης προκάλεσαν την αντίδραση του πρώην υπουργού Πολιτισμού κ. Τασούλα, ο οποίος σε δηλώσεις του προς τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες επισήμανε πως «η άποψη ότι δεν πάμε στα δικαστήρια γιατί θα χάσουμε είναι απαράδεκτη όχι μόνο γατί ενισχύει την επιχειρηματολογία της αντίδικης πλευράς αλλά και γιατί προεξοφλεί άδικα και χωρίς λόγο κάτι για το οποίο η Ελλάδα έχει πάρα πολλά επιχειρήματα».
«Η γνωμοδότηση που δεν πήραμε από το δικηγορικό γραφείο του Λονδίνου και την οποία επεξεργάστηκαν η κυρία Κλούνεϊ και άλλοι δυο σπουδαίοι νομικοί, αλλά και η ίδια η ανάμειξη αυτού του γραφείου, δεν μας προσέφερε μόνον εξειδικευμένη νομική γνώση, αλλά και μια μεγάλη παγκόσμια δημοσιότητα υπέρ της επιστροφής των μαρμάρων», σημείωσε, υπενθυμίζοντας ότι τις μέρες που ήταν εδώ η Αμάλ Αλαμουντίν έγιναν τρεις ερωτήσεις από βρετανούς βουλευτές στο κοινοβούλιό τους που ζητούσαν την επιστροφή των μαρμάρων στην Ελλάδα.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Τασούλας «η χώρα μας δεν είχε κανένα λόγο να στερηθεί μια νέα ευνοϊκή παγκόσμια δημοσιότητα υπέρ της επιστροφής των μαρμάρων, που θα την προκαλούσε η πρόσκληση εκ μέρους της κυβέρνησης προς τους άγγλους νομικούς να παραδώσουν την γνωμάτευσή τους προς το ΥΠΠΟ και τον πρωθυπουργό».
«Αντ’ αυτού η κυβέρνηση αρνήθηκε να παραλάβει την γνωμοδότηση -επειδή προφανώς το ανακίνησε η προηγούμενη κυβέρνηση δείχνοντας μικρότητα- που παραδόθηκε μέσω της πρεσβείας μας στο Λονδίνο», συμπλήρωσε ο πρώην υπουργός, επισημαίνοντας ότι «μέσα στο σχέδιο δεν ήταν μόνο η νομική γνωμάτευση αλλά και η δημοσιότητα που αποποιήθηκαν, ενώ τώρα λέμε κιόλας ότι αν πηγαίναμε στα δικαστήρια θα χάναμε».
Όπως εξήγησε «θα μπορούσε η κυβέρνηση να παραλάβει την μελέτη και να αξιοποιήσει την δημοσιότητα υπέρ των αιτημάτων μας και δεν είχε κανέναν λόγο να προβαίνει σε τέτοιες άδικες προεξοφλήσεις ότι θα χάσουμε ενισχύοντας την άλλη πλευρά».
«Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Αλλά δεν προεξοφλείς ότι θα χάσεις ενισχύοντας τα επιχειρήματα των άλλων. Η Ελλάδα ομολογεί ότι δεν έχει δίκαιο. Αν έπαιρναν την γνωμοδότηση και ας έλεγαν ότι θα το εξετάσουμε», πρόσθεσε, υπενθυμίζοντας ότι η χώρα μας κατάφερε ομόφωνη απόφαση της Ουνέσκο που υιοθέτησε το αίτημα για να έρθει η Αγγλία σε διαμεσολάβηση με την Ελλάδα (το 2014), κάτι για το οποίο δόθηκε προθεσμία προς την Αγγλία που δεν απάντησε, ενώ «εμείς λέμε ότι θα χάσουμε την υπόθεση προεξοφλώντας την έκβαση μιας διεθνούς δίκης».