Για τον βιαστικό περαστικό ήταν ένα ...
μαγαζί της γειτονιάς, μια συνοικιακή μπουτίκ. Για τους γνώστες ήταν ένα από τα καλά κρυμμένα μυστικά της πόλης, όπου κάποιος μπορούσε να βρει καλά και φθηνά ρούχα, ραμμένα στο χέρι.
Για τους Εξαρχειώτες ήταν ένα από τα σήματα κατατεθέν της περιοχής, μια μικρή επιχείρηση που έζησε μια οικογένεια επί σαράντα και πλέον χρόνια, ένα μαγαζί με όνομα και επώνυμο, αυτό της κυρίας Μαρίας Θεολόγου.
Η ιστορία του τελείωσε βίαια προχθές το πρωί. «Δεν έμεινε τίποτα. Μας έχουν καταστρέψει ολοσχερώς», λέει στην «Κ» η ίδια. Ακόμη δεν το έχει χωνέψει. Ποιος κλήρος καταδίκασε το συγκεκριμένο μαγαζί;
Ήταν λίγο πριν από τις 11 το πρωί, πολύ πριν ξεκινήσουν οι εκδηλώσεις για την επέτειο της δολοφονίας Γρηγορόπουλου, όταν άγνωστοι εκσφενδόνισαν βόμβα μολότοφ στο κατάστημα, με αποτέλεσμα να αρπάξει φωτιά.
Ο χριστουγεννιάτικος στολισμός της βιτρίνας λαμπάδιασε. «Σαράντα λεπτά έκανε να έρθει η Πυροσβεστική», λέει η κ. Θεολόγου. «Μας έλεγαν ότι δεν μπορεί να κατέβει στο σημείο χωρίς τη συμπαράσταση της αστυνομίας.
Όταν κατέβασαν μια διμοιρία των ΜΑΤ, ήρθε και το όχημα της Πυροσβεστικής». Αλλά η ζημιά είχε ολοκληρωθεί. Από θαύμα δεν κινδύνευσαν οι διπλανές επιχειρήσεις, το παιχνιδάδικο, ο φούρνος, η είσοδος της πολυκατοικίας.
Το Telino, όπως ονομαζόταν το μαγαζί (αν και η επωνυμία ήταν συνήθως κρυμμένη πίσω από την κατεβασμένη τέντα), ήταν για πάρα πολλά χρόνια το μαγαζί του πατέρα της, το οποίο αργότερα ανέλαβε η ίδια, το εργαλείο για να μεγαλώσει τα παιδιά της. Για δεκαετίες, η κ. Μαρία γέμιζε τη βιτρίνα της με τα συνολάκια που έραβε η ίδια στο υπόγειο. «Από αυτό το μαγαζί έζησα μια οικογένεια».
Όταν πρόσφατα βγήκε στη σύνταξη, την μπουτίκ ανέλαβε ο γιος της που ήταν τότε άνεργος.
«Τον βοηθάω κι εγώ», λέει χωρίς να προσέχει τον ενεστώτα. «Αλλά τώρα ήρθε το τέλος». Δεν μπορεί ακόμη να δώσει κάποια ερμηνεία. «Αυτό που βλέπω είναι ότι το κράτος δεν έχει καμία μέριμνα να υπερασπιστεί τις περιουσίες μας. Ο στόχος προφανώς είναι να φεύγουμε από εδώ. Όσοι παραμένουμε στο κέντρο και το κρατάμε ζωντανό να φεύγουμε».
Το Σαββατοκύριακο που πέρασε άφησε πίσω του κι άλλες καταστροφές. Πέντε αυτοκίνητα κάηκαν ολοσχερώς, πολλές πινακίδες οδοσήμανσης χρησιμοποιήθηκαν σαν κοντάρια στις οδομαχίες και οι στάσεις λεωφορείων από τα Προπύλαια προς την Ομόνοια είναι σπασμένες. Έως αργά χθες το βράδυ, η υπηρεσία καθαριότητας του Δήμου Αθηναίων αναζητούσε τα παγκάκια της πλατείας Εξαρχείων.
«Τα “χάσαμε” την Παρασκευή το βράδυ, αλλά εντοπίσαμε τα τέσσερα από τα έξι σε δρόμους γύρω από την πλατεία λίγες ώρες μετά. Τα χρησιμοποιούν για να στήσουν οδοφράγματα. Τα επιστρέψαμε στη θέση τους, αλλά από το πρωί της Κυριακής αγνοούνται και πάλι», διηγείται υπάλληλος της υπηρεσίας καθαρισμού.
Το προσωπικό εδώ και τέσσερις ημέρες (σ.σ. από την ημέρα της γενικής απεργίας) προσπαθεί να συμμαζέψει την πόλη μαζεύοντας εντατικά σκουπίδια και οποιαδήποτε υλικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως «πολεμοφόδια», με αποκορύφωμα, βέβαια, τη δουλειά που χρειάστηκε μετά τα επεισόδια της Κυριακής.
Η Αθήνα, ειδικά στην περιοχή των Εξαρχείων, από την πλευρά της δημοτικής αρχής είχε προετοιμαστεί για το χειρότερο. «Είχαμε μαζέψει όλους τους κάδους, 211 συνολικά και στα αντίστοιχα σημεία μαζεύαμε συνέχεια τα σκουπίδια εφόσον οι κάτοικοι τα κατέβαζαν.
Μαζεύαμε επίσης οποιοδήποτε οικοδομικό υλικό, έτσι είχαμε ως δήμος λιγότερες καταστροφές», λέει ο αντιδήμαρχος καθαριότητας Ανδρέας Βαρελάς. Κάηκαν 12 κάδοι ανακύκλωσης από τη γύρω περιοχή όπου δεν είχε προβλεφθεί ότι θα επεκτείνονταν τα επεισόδια και 3 εντός των Εξαρχείων που δεν είχαν απομακρυνθεί.
«Οι μεγαλύτερες καταστροφές συνέβησαν στις προσόψεις των πολυκατοικιών, στα μάρμαρα και στα πλακάκια. Μερικές έσπασαν εντελώς και θεωρώ ότι είναι δύσκολο οι άνθρωποι αυτοί να αποζημιωθούν», καταλήγει ο αντιδήμαρχος.