Η «Ενάτη» του Μπετόβεν


Για πολλούς, το ...


κορυφαίο ανθρώπινο δημιούργημα στον τομέα της μουσικής και ασφαλώς το σπουδαιότερο έργο του Γερμανού συνθέτη Λούντβιχ φαν Μπετόβεν. Ένας ύμνος στη χαρά και την παγκόσμια συναδέλφωση.

Η Συμφωνία αρ. 9 (Symphony No. 9) υπήρξε αρχικά παραγγελία προς τον συνθέτη της Φιλαρμονικής Εταιρείας του Λονδίνου, το 1817, η οποία στη συνέχεια δεν ευοδώθηκε. Δώδεκα χρόνια μετά την ολοκλήρωση της Όγδοης Συμφωνίας, ο Μπετόβεν άρχισε να δουλεύει το νέο του έργο το 1818 και το ολοκλήρωσε το 1824. Έξι χρόνια για τη σύνθεση ενός κολοσσιαίων διαστάσεων έργου δεν ήταν και μεγάλο διάστημα, δεδομένων και των έντονων προβλημάτων κωφότητας που αντιμετώπιζε.

Στο μυαλό του από το 1793 στριφογύριζε η μελοποίηση του ποιήματος του Φρίντριχ Σίλερ «Για τη Χαρά» ή όπως το γνωρίζουμε «Ωδή στη Χαρά». Ήδη είχε κάνει κάποιες απόπειρες, αλλά η σύνθεση της «Ενάτης» του έδωσε την ευκαιρία να επιχειρήσει κάτι μοναδικό μέχρι τότε, να ενσωματώσει φωνητική μουσική σε ένα συμφωνικό έργο.

Στα τρία πρώτα μέρη της Συμφωνίας («Allegro ma non tropo, un poco maestoso», «Molto Vivace», «Adagio molto e cantabile») δεν αντιμετώπισε ιδιαίτερες δυσκολίες, αλλά το τέταρτο («Presto… Prestissimo») που θα περιείχε και το ποίημα του Σίλερ, τον δυσκόλεψε αρκετά. Άλλωστε, το τέταρτο μέρος είναι από μόνο μία Συμφωνία με τέσσερα διακριτά μέρη που εκτελούνται χωρίς διακοπή.

Ο Μπετόβεν επιθυμούσε η πρεμιέρα της «Ενάτης» να δοθεί στο Βερολίνο και όχι στη Βιέννη, όπως τον προέτρεπαν φίλοι και χρηματοδότες, επειδή το έργο ήταν αφιερωμένο στον Πρώσσο βασιλιά Φρειδερίκο - Γουλιέλμο τον 3ο και ο ίδιος δεν συμφωνούσε με το μουσικό κλίμα της πρωτεύουσας των Αψβούργων. Τελικά, πείσθηκε και η πρεμιέρα της «Ενάτης» δόθηκε τη Δευτέρα 7 Μαΐου του 1824 στο κατάμεστο «Κερντνερτορτεάτερ» της Βιέννης.

Η συναυλία περιελάμβανε ακόμη αποσπάσματα από τη «Missa Solemnis» και την εισαγωγή «Die Weihe des Hauses». Εκτός του αρχιμουσικού Μίκαελ Ουμλάουφ, που διηύθυνε τη συναυλία, στη σκηνή βρισκόταν και ο κωφός Μπετόβεν. Η κοινή συνύπαρξη των δύο επί σκηνής είχε αποδειχθεί καταστροφική σε μια γενική πρόβα της όπερας Φιντέλιο πριν από δύο χρόνια. Έτσι, ο Ούμλαουφ είπε στους μουσικούς και τους μονωδούς να αγνοήσουν τις υποδείξεις του Μπετόβεν και να υπακούουν μόνο σ' αυτόν.

Η συναυλία κύλησε ομαλά και το νέο έργο φαίνεται ότι ενθουσίασε το ακροατήριο, που ξέσπασε σε επευφημίες και χειροκροτήματα στο φινάλε. Ο κουφός Μπετόβεν, με γυρισμένη την πλάτη στο κοινό και προσηλωμένος στο έργο, φυσικό ήταν να μην καταλάβει τίποτα. Όταν η κοντράλτο Καρολίν Ούνγκερ τον βοήθησε να στραφεί προς το ακροατήριο και να αντιληφθεί τις αντιδράσεις του, συγκινήθηκε βαθύτατα.

Η παρουσίαση της «Ενάτης» αποδείχτηκε θρίαμβος για τον Μπετόβεν. Δέχθηκε πέντε μπιζαρίσματα, γεγονός που θεωρήθηκε απαράδεκτο έως και απρεπές για ένα κοινό θνητό, καθώς οι ανάλογες τιμές προς τον βασιλιά δεν ξεπερνούσαν τα τρία μπιζαρίσματα. Παρά την αποδοχή του κόσμου, το έργο δέχθηκε χλιαρές έως αρνητικές κριτικές κι έτσι στην επανάληψη της συναυλίας στις 23 Μαΐου, το θέατρο ήταν μισογεμάτο.

Τη σφραγίδα τους στην Ενάτη Συμφωνία έχουν βάλει μεγάλοι μαέστροι: Βίλχελμ Φουρτβέγκλερ, Αρτούρο Τοσκανίνι, Όττο Κλέμπερερ, Μπέρναρντ Χάιτνικ, Καρλ Μπεμ, Ραφαέλ Κούμπελικ, Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν, Λέοναρντ Μπερνστάιν, Τζον Ελιοτ Γκάρντινερ, Σάιμον Ρατλ, οι οποίοι διηύθυναν σπουδαίες ορχήστρες: Φιλαρμονική Βερολίνου, Φιλαρμονική Βιέννης, Συμφωνική Ορχήστρα του NBC, Συμφωνική της Νέας Υόρκης, Συμφωνική της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, Συμφωνική του Κλίβελαντ και Φιλαρμόνια του Λονδίνου.

Η «Ενάτη Συμφωνία» είναι ένα από τα γνωστότερα έργα της κλασικής μουσικής, με πολλές διασκευές για τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τη λαϊκή μουσική. Ένα τμήμα της και συγκεκριμένα η «Ωδή στη Χαρά» στην οργανική διασκευή του Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν είναι ο επίσημος ύμνος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κυκλοφορεί ως αστικός μύθος ότι η χωρητικότητα του CD στα 74 λεπτά προσδιορίστηκε από τη διάρκεια της «Ενάτης», που είναι γύρω στα 71 λεπτά. Θρυλείται ότι ήταν μια πρόταση του μαέστρου Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν προς τον πρόεδρο και συνιδρυτή της SONY Ακίο Μορίτα για να ακούγεται το έργο χωρίς διακοπή.