Οργή για τους άφιλους Γερμανούς


Σε πολύ δύσκολη ...



περίοδο θα εισέλθουν εκ των πραγμάτων οι ελληνογερμανικές σχέσεις εάν τελικά το Βερολίνο μπλοκάρει την συμφωνία εξόδου της Ελλάδας από τη μνημόνιο ζητώντας νέα παράλογα μέτρα.

Αν η στάση αυτή επιβεβαιωθεί τις επόμενες εβδομάδες είναι βέβαιο ότι τα αντιγερμανικά αισθήματα θα αρχίσουν και πάλι να ενισχύονται στην Ελλάδα μαζί με τις  φωνές που λένε ότι το Βερολίνο είναι κατώτερο των περιστάσεων και νοιάζεται κυρίως για το συμφέρον του, αδιαφορώντας ουσιαστικά για την επιβίωση της ευρωπαϊκής ένωσης.

Ανάλογο κλίμα είχε δημιουργηθεί και το 2012 μετά την άρνησης της Καγκελαρίου να στηρίξει την Ελλάδα, αλλά η κατάσταση άλλαξε ύστερα από τις επαφές κορυφής Σαμαρά-Μέρκελ και την αλλαγή στάσης του Βερολίνου.          

Σήμερα, ωστόσο,  μετά από 4,5  χρόνια μνημονίου και τις τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού με βάση μία γερμανική συνταγή πρωτοφανούς λιτότητας οι  σχέσεις των δύο χωρών είναι εύκολο να βρεθούν σε νέο χαμηλό , εάν το Βερολίνο επιμείνει στις παράλογες αξιώσεις του.

Η δήλωση του Πρωθυπουργού την Τρίτη το βράδυ ότι «δεν μπορεί να δεχθεί παράλογες πιέσεις» και ότι «κανείς δεν έχει το δικαίωμα να φέρεται στην Ελλάδα όπως φερόταν 2,5 ή 4 χρόνια πριν όταν τα πάντα κατέρρεαν» δημιούργησαν ήδη το υπόβαθρο για την αναβίωση αντιγερμανικών στερεοτύπων που παραμένουν ζωντανά στην ελληνική κοινωνία.
Ενδεικτικό του κλίματος είναι ότι στελέχη της κυβέρνησης που πρωτοστάτησαν  στις μεταρρυθμίσεις εκφράζουν έντονη ενόχληση από την αναπάντεχη -όπως λένε- στροφή του Βερολίνου το οποίο σε απόλυτη συμφωνία με το ΔΝΤ επιχειρεί να «αδειάσει» την κυβέρνηση την οποία ως τώρα επιδοκίμαζε για τις επιτυχίες της και το δύσκολο έργο της.

«Μια κοινωνία που έχει δει τα τελευταία χρόνια ένα στα τρία μέλη της να μένει άνεργο, εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις να βάζουν λουκέτο και το 25% του εθνικού εισοδήματος να χάνεται με μοναδικό σκοπό να επιτευχθούν μέσα στα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα που επέβαλε η  τρόικα οι εξωπραγματικοί στόχοι των δανειστών, είναι πολύ λογικό να αντιμετωπίζει με οργή τις νέες εξελίξεις»σημείωνε χτες κυβερνητικό στέλεχος

«Δεν μπορείς να έχεις μία φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση η οποία- παρά τα λάθη της-  δούλεψε σκληρά για να αλλάξει μέσα σε λίγα χρόνια όσα στην υπόλοιπη Ευρώπη πήραν δεκαετίες και  την μοναδική στιγμή που χρειάζεται την στήριξή σου να της τραβάς το χαλί κάτω από τα πόδια» σημειώνει κυβερνητικός βουλευτής. Θυμίζει μάλιστα ότι γερμανικές εταιρείες που έχουν κάνει επενδύσεις στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια (πχ Ντοϊτσε Τελεκομ στον ΟΤΕ) απολαμβάνουν μεγάλη κερδοφορία και θα πρέπει -επιτέλους- να βοηθήσουν την κατάσταση περνώντας τα σωστά μηνύματα στην γερμανική κυβέρνηση.

Οι ίδιες πηγές θυμίζουν ότι οι Έλληνες -όπως και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι- στάθηκαν αλληλέγγυοι στο Βερολίνο όταν εκείνο περνούσε τις «φουρτούνες» του στις αρχές της δεκαετίας του 90 -κατά την περίοδο ενοποίησης της Γερμανίας -παρουσιάζοντας μάλιστα μεγάλες  αποκλίσεις  στους προϋπολογισμούς του.

«Η Ελλάδα περιμένει ανάλογη στήριξη και από την Γερμανία στην  προσπάθειά της να βγάλει επιτέλους,το κεφάλι έξω από το νερό για να πάρει ανάσα» λέει πρώην στέλεχος της κυβέρνησης επιρρίπτοντας την κύρια ευθύνη για το σημερινό «πισώπλατο χτύπημα» στη άφιλη πολιτική ηγεσία της χώρας και το γερμανικό κατεστημένο.

Δυστυχώς ,αν το κλίμα αυτό επιβαρυνθεί τις επόμενες εβδομάδες είναι πολύ πιθανό ότι θα πάρουν και πάλι το πάνω χέρι αντιγερμανικές κινήσεις,  ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν και εκστρατείες για μποϊκοτάζ γερμανικών προϊόντων και γερμανικών εταιρειών που λειτουργούν στην Ελλάδα. Ενέργειες που είναι βέβαιο ότι θα τραυματίσουν την ελληνογερμανική οικονομική και πολιτική συνεργασία  - με κόστος και στις δύο χώρες.

Συμπέρασμα: με τον άτσαλο τρόπο που χειρίζεται το Βερολίνο την υπόθεση της Ελλάδας -αλλά και του υπόλοιπου ευρωπαϊκού Νότου  - είναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν σοβαρά προβλήματα στις ελληνογερμανικές σχέσεις, ενώ θα ενισχυθούν και οι φυγόκεντρες τάσεις στην Ευρώπη δημιουργώντας νέους κλυδωνισμούς στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Γίνεται σαφές, για μία ακόμη φορά, ότι η πολιτική των εθνικών συμφερόντων παραμένει κυρίαρχη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη παραμένει είδος εν ανεπαρκεία. Το χειρότερο : οι Λεπέν, οι Φάρατζ και οι Χρυσές Αυγές καιροφυλακτούν...