Ο Φράνσις Άλμπερτ Σινάτρα ...
(Francis Albert "Frank" Sinatra), όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1915 στο Χόμποκεν του Νιου Τζέρσι. Ήταν μοναχογιός του σικελού μποξέρ και πυροσβέστη Άντονι Μάρτιν Σινάτρα, και της επίσης ιταλίδας νοσοκόμας Ναταλι Ντελά Γκαβαράντε, που μετανάστευσαν στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1890. Παρότι η οικογένειά του τον κακομάθαινε με ακριβά δώρα και ρούχα, εκείνος ήταν «αλητάκι» και μάλιστα για ένα διάστημα έδρασε ως αρχηγός μιας συμμορίας μικροκλεφτών.
Τραγουδιστής αποφάσισε να γίνει όταν το 1933 άκουσε για πρώτη φορά ζωντανά τον Μπιγκ Κρόσμπι. Μετά τη διάκρισή του σε μία ραδιοφωνική εκπομπή ταλέντων, έπιασε δουλειά σ' ένα μικρό κλαμπ του Νου Τζέρσι, όπου προσέλκυσε την προσοχή του τρομπετίστα και μπαντ-λίντερ Χάρι Τζέιμς. Λίγο αργότερα, το 1940, εντάχθηκε στην μπάντα του Τόμι Ντόρσεϊ και σύντομα η καριέρα του άρχισε να απογειώνεται.
Οι προσεγμένοι στίχοι των τραγουδιών του, ερωτικοί, όμως λιγότερο αφελείς από το συνηθισμένο, και ο τρόπος με τον οποίο τόνιζε ή «έπνιγε» τις λέξεις, διέφεραν από οτιδήποτε είχε ακούσει ως τότε η αμερικανική νεολαία. Τα μέρη όπου εμφανιζόταν γέμιζαν από κοπέλες στα πρόθυρα της λιποθυμίας και γύρω από το πρόσωπό του δημιουργήθηκε μια υστερία που μπορεί να συγκριθεί μόνο με τα μετέπειτα φαινόμενα του Έλβις Πρίσλεϊ και των Beatles. Σ' αυτό συνέβαλε και η εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη, ερμηνεύοντας τις μπαλάντες του σε μιούζικαλ. Είχε κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο το 1941 στην ταινία Las Vegas Nights.
Οι θαυμαστές του τού έδωσαν το παρατσούκλι που θα ζήλευε κάθε αοιδός: Η Φωνή. Όμως, ένα βράδυ του 1952 στο μοδάτο κλαμπ Copacabana της Νέας Υόρκης η διάσημη φωνή σίγησε, καθώς οι φωνητικές χορδές του είχαν ματώσει. Η δισκογραφική εταιρεία του έκανε ότι δεν τον ήξερε και όλοι τον ξέγραψαν.
Το 1953 ικέτεψε την Columbia να του δώσει έναν ρόλο στην ταινία Από εδώ ως την αιωνιότητα, με προσβλητικά χαμηλή αμοιβή. Εξαργύρωσε την απόφασή του αυτή με το Όσκαρ β' ανδρικού ρόλου κι επανήλθε δριμύτερος. Η φωνή του ήταν πλέον πιο ώριμη, τα τραγούδια του απέπνεαν την εμπειρία του άντρα που πέρασε πολλά και νίκησε τις κακοτοπιές.
Ο "Φράνκι" έγινε ο σούπερ-σταρ της μουσικής βιομηχανίας και του κινηματογράφου, ένας από τους πλουσιότερους τραγουδιστές του αιώνα. Του άρεσε πολύ να δουλεύει με τους φίλους του, να γυρίζουν μαζί ταινίες και μετά να πηγαίνουν στα καλύτερα πάρτι ως το πρωί. Έτσι, δημιουργήθηκε στις αρχές του 1960 το περίφημο Rat Pack, η ιστορική ανδροπαρέα του Σινάτρα και των Ντιν Μάρτιν, Σάμι-Ντέιβις Τζούνιορ, Πίτερ Λόφορντ και Τζόι Μπίσοπ.
Το 1971 δήλωσε ότι αποσύρεται, δεν κατάφερε όμως να κρατηθεί μακριά από το μικρόφωνο περισσότερο από δύο χρόνια. Τη δεκαετία του 1990 συνέπραξε με διάφορους αστέρες του σύγχρονο μουσικού στερεώματος, όπως ο Μπόνο των U2 και συνέχισε να τραγουδά ως τον Φεβρουάριο του 1995, οπότε άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας. Η «φωνή» σίγησε για πάντα στις 14 Μαΐου του 1998, στο Λος Άντζελες.
Ο Φρανκ Σινάτρα έζησε έντονη ζωή, παντρεύτηκε τέσσερις φορές -τη Νάνσι Μπαρμπάτο, την Άβα Γκάρντνερ, τη Μία Φάροου και την Μπάρμπαρα Μαρξ, πρώην σύζυγο του Ζέπο Μαρξ, ενώ υπήρξε στενός φίλος και υποστηρικτής του Τζον Φ. Κένεντι και του Ρόναλντ Ρίγκαν. Πολλοί τον κατηγόρησαν ότι είχε διασυνδέσεις με την ιταλική Μαφία και αρκετά από τα ονόματα των συνεργατών του περιέχονταν σε «ύποπτους» φακέλους του FBI. Αυτός ήταν και ο λόγος που έχασε την άδεια του καζίνου του στο Λας Βέγκας. Η πόλη όμως αναγνώρισε την προσφορά του, δίνοντας το 2001 το όνομά του σε μία κεντρική λεωφόρο της.