Η λύση του προβλήματος


Αν οι διαπιστώσεις από την ...


εφαρμογή των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία υπήρξαν ιδιαίτερα ικανοποιητικές, η αντίστοιχη διευκόλυνση για τις οφειλές προς το Δημόσιο επιτρέπει ασύγκριτα πιο αισιόδοξες προβλέψεις.

 Όταν μέσα σ' ένα 24ωρο σπεύδουν 4.000 φορολογούμενοι να ενταχθούν στη ρύθμιση, αυτονόητα οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι απ' αυτό και μόνο αποδεικνύεται η ορθότητα του μέτρου.

Άλλωστε δεν είναι μόνο οι 100 δόσεις που διευκολύνουν. Μετράνε και οι άλλες παράμετροι της ρύθμισης. Όπως είναι η μείωση του ετήσιου επιτοκίου από 8,75% σε 4,56%, αλλά και το «κούρεμα» των προσαυξήσεων, που ξεκινά από 20% και φτάνει μέχρι και 90%, και συντελεί στη θεαματική μείωση του οφειλόμενου ποσού.

Άρα οι πρώτες εντυπώσεις δικαιολογούν την εκτίμηση ότι το μέτρο πάει πολύ καλά. Θα ήταν, όμως, παρακινδυνευμένο και επιπόλαιο οτιδήποτε περισσότερο. Διότι το ύψος της επιτυχίας μόνο ο χρόνος θα το καταγράψει και καλό θα είναι να μην προδικάζουμε αποτελέσματα που ίσως αποδειχθούν ανέφικτα. Η οικονομική πραγματικότητα δεν έχει μεταβληθεί στη χώρα μας και εκτός από τις μηνιαίες δόσεις υπάρχουν και οι τρέχουσες υποχρεώσεις που θα πρέπει να εξυπηρετούνται.

Γι' αυτό, όπως και στην περίπτωση των οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία σημειώναμε, μόνο η ανάκαμψη της οικονομίας, η μείωση της ανεργίας και η βελτίωση των εισοδημάτων θα δώσουν τη δυνατότητα για ουσιαστική μείωση των οφειλών.

 Και φυσικά και η επάνοδος των φορολογικών υποχρεώσεων σε λογικά ύψη, έτσι ώστε να εκλείψει η φορολεηλασία των τελευταίων χρόνων, που έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο εκατοντάδες χιλιάδες φορολογουμένους.

Η πραγματική λύση του προβλήματος δεν βρίσκεται στις ρυθμίσεις, αλλά στην επιστροφή στην ομαλότητα.