Ο καθηγητής «έβαζε χέρι» στις γιατρίνες των χειρουργείων


Ειδικευόμενες περιγράφουν ...



τον εφιάλτη που έζησαν από τις χυδαίες εκφράσεις και τις χειρονομίες του, όπως λένε, ακόμη και μπροστά στους ασθενείς - Η ποινή του; Πρόστιμο ίσο με τον μισθό ενός μηνός - Προσέφυγε μάλιστα και στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο

Σεξουαλική παρενόχληση σε ειδικευόμενες γιατρίνες και νοσηλεύτριες, σεξιστικοί χαρακτηρισμοί και χυδαίες χειρονομίες, υποτιμητικές εκφράσεις προς γιατρούς, απαξιωτική συμπεριφορά, άσκηση ψυχολογικής βίας κ.λπ. είναι μερικά από τα παραπτώματα που αποδίδονται σε καθηγητή χειρουργικής κλινικής του Πανεπιστημίου Πατρών.

Αυτά που κατέθεσαν γιατροί και νοσηλεύτριες ότι διέπραττε ο πανεπιστημιακός διδάσκαλος ξεπερνούν τη φαντασία του καλύτερου σεναριογράφου. Εκτός της σεξουαλικής παρενόχλησης, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών χρησιμοποιούσε χυδαίες εκφράσεις προς συναδέλφους του γιατρίνες που ξεπερνούν τα ακραία όρια συμπεριφοράς.

Παρά το πλούσιο... σεξουαλικό έργο όμως που επέδειξε, από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Πατρών του επιβλήθηκε μόνο η πειθαρχική ποινή  προστίμου ίσου με τις μηνιαίες αποδοχές του. Και δεν αρκεί ότι έπεσε στα πολύ μαλακά, αλλά προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η πρυτανική πειθαρχική απόφαση.

Μετά από δύο καταγγελίες για ανάρμοστη και ακραία συμπεριφορά, με θωπεύσεις γυναικών και σεξουαλικές παρενοχλήσεις, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών διεξήγαγε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ), στην οποία κλήθηκε και κατέθεσε μεγάλος αριθμός καθηγητών, γιατρών και νοσηλευτριών.

 Μία από τις καταγγέλλουσες κατά τη διεξαγωγή της ΕΔΕ κατέθεσε ότι η συμπεριφορά του πανεπιστημιακού καθηγητή «είναι υποτιμητική με σεξιστικούς χαρακτήρες, στοιχεία σεξουαλικής παρενόχλησης “λόγω και έργω”» και ότι επί δύο χρόνια άκουγε χυδαίες εκφράσεις και δεχόταν θωπεύσεις.

Συγκεκριμένα, η γιατρός ανέφερε ότι «αρχικά δεν με αποκαλούσε ποτέ με το όνομά μου αλλά με υποκοριστικά, όπως “γιατρέσα”, “μοντέλο” και άλλα παρόμοια, καθώς και αισχρά αποκαλώντας με “καυλ...τσα”».

Αυτά «διαδραματίζονταν σχεδόν καθημερινά κατά τη διάρκεια των δύο ετών ειδίκευσής μου, μπροστά σε συναδέλφους, νοσηλευτικό προσωπικό και ασθενείς κατά τις επισκέψεις στους χώρους της κλινικής, καθώς και στο γραφείο του διευθυντή όπου συχνά με έβρισκε μόνη μου».

Στον πανεπιστημιακό καθηγητή όμως δεν αρκούσαν τα λόγια. Προχώρησε και σε «έργα» εκμεταλλευόμενος τις συνθήκες εργασίας μέσα στο χειρουργείο, όπως γλαφυρά περιγράφει το ίδιο θύμα: «Άρχισε εκτός των προφορικών προσβολών και χυδαιοτήτων να πραγματοποιεί και κινήσεις σεξουαλικού περιεχομένου σε εμένα.
 Συγκεκριμένα, επωφελούμενος της απασχόλησής μου σε αλλαγή τραύματος ασθενών μου θώπευε το μπράτσο, και στο χειρουργείο, όταν εγώ κρατούσα τη λαπαροσκοπική κάμερα, μου θώπευε το στήθος εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι εγώ δεν μπορούσα να μετακινηθώ και να αντιδράσω».

Και η περιγραφή της γιατρού δεν σταμάτα εδώ: «Επίσης, μία άλλη φορά μου τράβηξε τον στηθόδεσμο κατά τη διάρκεια της εξόδου από δωμάτιο ασθενούς κατά την επίσκεψή μας στους θαλάμους της κλινικής».

Κλείνοντας την κατάθεσή της, η γιατρός τονίζει ότι μετά την καταγγελία της δεν κάνει μαζί του εφημερία, ενώ εκείνος συνεχίζει να μιλά με τον ίδιο τρόπο σε γυναίκες και άνδρες.
Ο περί ου ο λόγος καθηγητής σε άλλη περίπτωση κάλεσε μια γιατρό για συστάσεις καθώς, όπως υποστηρίζει, δεν τήρησε τις φαρμακευτικές εντολές που της είχε δώσει για ασθενή ο οποίος είχε χειρουργηθεί.

Ο καθηγητής επισημαίνει ότι η συγκεκριμένη γιατρός όταν εφημέρευε έδειξε εγκληματική αδιαφορία προ τις εντολές του, σε βαθμό ώστε να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς. Έτσι, όταν η γιατρός ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά του, εκείνος μεταξύ άλλων συστάσεων την προσέβαλε λέγοντάς της «ξύνεις το μου... σου».  

Μια τρίτη γιατρός κατέθεσε ότι ο καθηγητής «έκανε κατάχρηση εξουσίας στις ειδικευόμενες του τμήματος μέσω σεξουαλικής παρενόχλησης». Η τελευταία περιγράφει τον σεξουαλικό Γολγοθά της λέγοντας: «Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της τοποθέτησής μου στην κλινική σε θέση ειδικευμένου χειρουργού έγινα αποδέκτης μιας άκρως ανταγωνιστικής συμπεριφοράς και εντέχνως σκηνοθετημένης ψυχολογικής βίας από τον καθηγητή, που σκοπό είχαν να αποδυναμώσουν τις όποιες επιστημονικές και επαγγελματικές μου προσπάθειες.

 Ουδέποτε μου έδωσε τη δυνατότητα να συνεργαστώ μαζί του ή, τουλάχιστον, να ζητήσω την επιστημονική αρωγή του πάνω σε κλινικά ζητήματα. Αντιθέτως, δημιουργούσε συνεχώς κλίμα τρομολαγνείας, υπό το καθεστώς του οποίου ήταν πολύ δύσκολο να λειτουργήσω και να αναπτύξω ελεύθερα τόσο τις επιστημονικές μου απόψεις όσο και τις όποιες δυνατότητές μου.

 Επιπροσθέτως, φροντίζει συστηματικά να με διασύρει δημοσίως και κατ’ ιδίαν προσδίδοντάς μου χυδαίους χαρακτηρισμούς». Και συνεχίζει η γιατρός: «Αρχισε να λέει στους διαδρόμους της χειρουργικής ότι είμαι “τραβέλι”, “φορτηγατζής”, “κλείτορας”. Δεν γνωρίζω γιατί τα κάνει αυτά. Πιστεύω ότι είναι επαγγελματικός ανταγωνισμός. Θεωρώ πολύ σημαντικό το γεγονός ότι απαξιώνει τον κάθε θεράποντα ιατρό στον ασθενή».

Ακόμη, κατά την κατάθεσή της ενώπιον της τριμελούς επιτροπής της ΕΔΕ η γιατρός επισήμανε: «Εχει την τάση να μειώνει και να υποτιμά τους συναδέλφους του. Δεν διστάζει μάλιστα να χρησιμοποιεί χυδαίες χειρονομίες προκειμένου να επιδείξει στο εκάστοτε περιβάλλον (γιατροί, φοιτητές και νοσηλευτές) την απαξίωσή του σε πρόσωπα που δεν του είναι αρεστά».

Με την ολοκλήρωση της ΕΔΕ επιβλήθηκε στον πανεπιστημιακό δάσκαλο η πειθαρχική ποινή «προστίμου ίσου με τις μηνιαίες του αποδοχές» για τα παραπτώματα «της αναξιοπρεπούς και ανάρμοστης συμπεριφοράς εντός υπηρεσίας» και της «παραβίασης των κανόνων συμπεριφοράς που πρέπει να επιδεικνύουν τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας».

Οι πράξεις του καθηγητή, σύμφωνα με την πειθαρχική ποινή, «διαταράσσουν την ομαλή λειτουργία και θίγουν το κύρος και την αξιοπρέπεια της χειρουργικής κλινικής του Τμήματος Ιατρικής στην οποία ασκεί τα καθήκοντά του, που απορρέουν από τη θέση του μέλους ΔΕΠ που κατέχει και του Πανεπιστημίου Πατρών γενικότερα».

«Οι μάρτυρες δεν κατήγγειλαν αναξιοπρεπή συμπεριφορά, ενώ άλλοι τόνισαν το επιστημονικό και επαγγελματικό μου ήθος», αναφέρει στην προσφυγή του ενώπιον του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών. Σε άλλο σημείο αναφέρει ότι η πειθαρχική απόφαση είναι αναιτιολόγητη και έχει παντελώς αόριστη παράθεση πραγματικών περιστατικών και στοιχείων, χωρίς ακριβείς ημερομηνίες.

 Σύμφωνα με τον πανεπιστημιακό διδάσκαλο, ο τρόπος με τον οποίο διεξήχθη η ΕΔΕ παραβιάζει τις συνταγματικές επιταγές, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και τον Υπαλληλικό Κώδικα.

Η πειθαρχική απόφαση δεν έχει πλήρη, σαφή, εμπεριστατωμένη και ειδική αιτιολογία, υποστηρίζει ο καθηγητής, αφού δεν προσδιορίζει με ακρίβεια τον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο των περιστατικών που του αποδίδονται. Υπογραμμίζει επίσης ότι η ΕΔΕ είναι παράνομη γιατί διήρκεσε περισσότερο από τον προβλεπόμενο χρόνο, χωρίς να έχει ληφθεί κάποια απόφαση παράτασή της, όπως προβλέπει η νομοθεσία.

 Παράλληλα, όπως λέει, παραβιάστηκε και η μυστικότητα της ΕΔΕ, καθώς πραγματοποιήθηκε μια συνεδρίαση στην οποία συμμετείχαν πέντε επιπλέον πρόσωπα (καθηγητές).