Ζούμε πάλι μέρες αποστασίας του ‘65


Ξανάνοιξε ο φάκελος...


 του «κουμπαρά» για την εξαγορά βουλευτών.

Φωτιά στο πολιτικό σκηνικό έβαλε η αποκάλυψη – σοκ της βουλευτού των Ανεξάρτητων Ελλήνων, Σταυρούλας Ξουλίδου, για απόπειρα δωροδοκίας της με το ποσό των 3 εκατ. ευρώ από το φερόμενο στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, Γιώργο Σούκουρη, προκειμένου να ψηφίσει για Πρόεδρο Δημοκρατίας.

Η καταγγελία, την οποία επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων Πάνος Καμμένος στην εκπομπή του Αιμίλιου Λιάτσου «Κόντρα 24», προκάλεσε την παρέμβαση της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που έδωσε εντολή να ξανανοίξει ο φάκελος του «κουμπαρά βουλευτών» που είχε αποκαλύψει η Κυριακάτικη Kontranews.

Η κ. Ξουλίδου πέρασε χθες το κατώφλι του εισαγγελέα, Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου, στον οποίο κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις για τα περί απόπειρας εξαγοράς της ψήφου της.
Στην πολύωρη κατάθεσή της, πάντως, άφησε θολό το ποιος θα κατέβαλε το αστρονομικό ποσό των 3 εκατ. που της υποσχόταν, υπογραμμίζοντας ότι δεν της είχε γίνει σαφές ποιος κρυβόταν από πίσω. Ωστόσο, εμφανίστηκε βέβαιη ότι δεν είναι η μόνη που δέχθηκε ανάλογες προτάσεις έναντι αμοιβής.

Η ίδια περιέγραψε στον εισαγγελέα τον τρόπο που την προσέγγισε ο Γ. Σουκούρης υποστηρίζοντας ότι από τον περασμένο Μάρτιο έγινε η πρώτη προσέγγισή της. Όπως είπε, από τον Ιούνιο και μετά πύκνωσαν οι επικοινωνίες, ενώ στις αρχές Σεπτέμβρη έγινε η πρώτη κρούση για τα χρήματα.
Η βουλευτής φέρεται να έδωσε λεπτομερή στοιχεία και να προσκόμισε στον Εισαγγελέα φωτοτυπίες όλων των μηνυμάτων που έχει ανταλλάξει με το καταγγελλόμενο πρόσωπο.

Ένα από αυτά ανέφερε «Μια ευκαιρία έχεις στη ζωή σου» ενώ σε τηλεφωνική συνομιλία της είπε «σε περιμένουν με ανοιχτές αγκάλες», ονοματίζοντας δύο πρόσωπα με τα οποία της πρότεινε να κλείσει ραντεβού. Κατά την κ. Ξουλίδου, κλείστηκαν δυο ραντεβού στο γραφείο της, το οποίο είχε παγιδευτεί με κάμερες, αλλά, όπως υποστήριξε, ο καταγγελόμενος της ζήτησε να συναντηθούν σε δημόσιο χώρο, με αποτέλεσμα τελικά το ραντεβού να ματαιωθεί.

Η μάρτυρας ρωτήθηκε από τον Εισαγγελέα γιατί δεν προχώρησε σε επίσημη καταγγελία και, σύμφωνα με πληροφορίες, εκείνη απάντησε ότι αν προσέφευγε στην Αστυνομία θα είχε ενημέρωση ο υπουργός και εν συνεχεία η κυβέρνηση.

Εξερχόμενη του Εισαγγελικού γραφείου δήλωσε: «Έδωσα στον εισαγγελέα όλα τα στοιχεία τα οποία στοιχειοθετούν την καταγγελία μου. Έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη. Ζήτησα άρση του τηλεφωνικού απορρήτου και των ηλεκτρονικών μηνυμάτων μου. Στο γραφείο του κ. Παναγιωτόπουλου, τη βουλευτή συνόδευσε η δικηγόρος, σύζυγος του προέδρου των ΑΝΕΛ, Έλενα Τζούλη, η οποία, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, τόνισε: «Ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν έχει στη διάθεσή του τόσο μεγάλα χρηματικά ποσά. Είναι μεσάζων και μεσολαβητής μιας πολιτικής συμφωνίας και αναζητούμε τον ηθικό αυτουργό. Η μάρτυρας κατονόμασε συγκεκριμένα πρόσωπα».

Η βόμβα μεγατόνων της κ. Ξουλίδου ανέσυρε από τα συρτάρια της Δικαιοσύνης τη δικογραφία της υπόθεσης των καταγγελιών περί χρηματισμού βουλευτών που μετά τη συγκλονιστική αποκάλυψη της «Κυριακάτικης Kontranews» τον περασμένο Σεπτέμβριο είχε μπει στο αρχείο.
Ο αρμόδιος εισαγγελέας έδωσε εντολή να γίνει άρση του τηλεφωνικού και ηλεκτρονικού απορρήτου της κ. βουλευτού των Ανεξάρτητων Ελλήνων.
Ενώπιον του εισαγγελέα βρέθηκε ακόμη ο βουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων, Παναγιώτης Μελάς, το όνομα του οποίου ενεπλάκη επίσης στην υπόθεση.

Σύμφωνα με την καταγγελία της κ. Ξουλίδου, ο Γιώργος Σούκουρης σε συνομιλία που είχε μαζί της στο facebook ισχυρίστηκε πως ο βουλευτής Πειραιά έχει ήδη χρηματιστεί αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Ο Μελάς τα πήρε. Θυμάστε τις σας είπα κάποτε;».
Νωρίτερα, κατέθεσε μηνυτήρια αναφορά κατά του φερόμενου «γαλάζιου» στελέχους και παράλληλά εξέφρασε την πικρία του για το γεγονός ότι η συνάδελφός του δεν τον ενημέρωσε νωρίτερα κατ' ιδίαν.

Ο κ. Μελάς βγαίνοντας από το γραφείο του Εισαγγελέα δήλωσε: «Εγώ κατέθεσα ότι είναι αισχρό, βρώμικο και κακοήθες ό,τι καταγγέλλεται σχετικά με χρηματισμό μου. Στη ζωή μου έχω υπάρξει διαχρονικά, έντιμος. Παρακάλεσα να ελεγχθούν όσα λέχθηκαν σε βάθος, ώστε να βρεθούν οι σκοπιμότητες. Δεν με είχε ενημερώσει κανείς για τίποτα, ούτε η κ. Ξουλίδου που είχε την υποχρέωση να με ενημερώσει, αλλά πήγε κατευθείαν στην τηλεόραση».

Τη σοβαρή καταγγελία επιβεβαίωσε ο Πάνος Καμμένος στην εκπομπή του Αιμίλιου Λιάτσου «Kontra 24». Μάλιστα, ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων είχε κατονομάσει τον Γιώργο Σούκουρη ως το πρόσωπο που προσπάθησε να δωροδοκήσει την κ. Ξουλίδου.

«Το λόγο έχει πλέον η ελληνική δικαιοσύνη, η οποία έχει την υποχρέωση να διερευνήσει αυτή την υπόθεση και να καταλήξει στο ποιοι είναι εκείνοι που θέλουν να επηρεάσουν τις εξελίξεις με άλλο τρόπο απ' ό,τι η ψήφος του ελληνικού λαού, παραβιάζοντας ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα» δήλωσε ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων, Πάνος Καμμένος.
Από την πλευρά του ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, Γ. Σούκουρης  μιλώντας στην «Kontranews» αρνήθηκε κατηγορηματικά τα περί απόπειρας χρηματισμού της κ. Ξουλίδου.

«Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω μέσω facebook την κυρία Ξουλίδου. Το μόνο που της είπα είναι πως ό,τι και να κάνετε οι 180 θα βγούνε διότι το θέλει η Μέρκελ. Ποτέ δεν της είπα για χρηματισμό και για τα τρία εκατομμύρια που λέει. Αν είχα λεφτά από τη Ν.Δ. στην κυρία Ξουλίδου θα τα έδινα; Εγώ δεν έχω μία στην τσέπη μου» υποστήριξε ο καταγγελλόμενος.

Ο Γιώργος Σούκουρης, που δηλώνει συγγραφέας και ανασφάλιστος, παραδέχεται ότι είναι οπαδός της Ν.Δ. αλλά αρνείται ότι υπήρξε μέλος της.

Ωστόσο ο Πάνος Καμμένος υποστηρίζει πως είναι στενός συνεργάτης του υφυπουργού Ανάπτυξης, Νότη Μηταράκη, και γνωστός του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Νέας Δημοκρατίας, Άδωνι Γεωργιάδη.

Οι κ.κ. Γεωργιάδης και Μηταράκης διέψευσαν τους ισχυρισμούς του προέδρου των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, ενώ η κυβερνητική εκπρόσωπος, Σοφία Βούλτεψη έκανε λόγο για πολιτικό τζιχαντισμό.
Την  προσεχή εβδομάδα ο εισαγγελέας αναμένεται να καλέσει εκ νέου τον Πάνο Καμμένο ενώ στον κατάλογο των προσώπων που θα κληθούν να καταθέσουν περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο Νότης Μηταράκης, ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Γιώργος Σούκουρης.

Την ερχόμενη Τρίτη θα συνεδριάσει εκτάκτως η επιτροπή κοινοβουλευτικής δεοντολογίας για το ζήτημα των καταγγελιών περί οργανωμένου σχεδίου δωροδοκίας βουλευτών.