Διακοπές το καλοκαίρι, δύσκολος δρόμος το φθινόπωρο στην Ε.Ε.


Με τις Βρυξέλλες να ...

κατεβάζουν ρολά για το καλοκαίρι, οι αξιωματούχοι που ασχολούνται με τη χώρα μας αναχωρούν από την πόλη για τις διακοπές, έχοντας στο μυαλό ότι οι επόμενοι μήνες δεν θα είναι εύκολοι. 
Συγχρόνως, η παραπομπή του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου για τρίτη φορά στη Δικαιοσύνη επιβαρύνει ιδιαίτερα το κλίμα για τη χώρα, δίνοντας τον τόνο για τις νέες αξιολογήσεις, τη στιγμή που οι επόμενοι μήνες θα κρίνουν την οικονομική πορεία της Ελλάδας για τα επόμενα χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος.
Παρόλο που η τρίτη αξιολόγηση, που αναμένεται να ξεκινήσει κάποια στιγμή το φθινόπωρο, δεν βρίσκεται ούτε καν στα χαρτιά, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι τονίζουν την ανάγκη να ολοκληρωθεί άμεσα και να μην κρατήσει για μήνες, όπως συνηθίζει η κυβέρνηση. 
«Θα ήταν λάθος να μην ολοκληρωθεί γρήγορα η τρίτη αξιολόγηση και να τραβήξει μέχρι το τέλος του προγράμματος», δηλαδή τον Αύγουστο του 2018, λέει Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Κ», τονίζοντας ότι θα ήταν ένα πολύ καλό σημάδι για τις αγορές και τους ξένους επενδυτές αν η κυβέρνηση ολοκλήρωνε μια τρίτη αξιολόγηση στις αρχές του 2018 και μια τέταρτη με τη λήξη του προγράμματος.
Ιδιαίτερα μετά την τρίτη παραπομπή του κ. Γεωργίου στη Δικαιοσύνη και με το κλίμα να έχει επιβαρυνθεί για άλλη μία φορά, αξιωματούχος εξηγούσε πως αν η κυβέρνηση έδειχνε προσήλωση στο πρόγραμμα και στις μεταρρυθμίσεις ολοκληρώνοντας δύο αξιολογήσεις πριν από τη λήξη του, τότε αυτό θα ήταν σημαντική ένδειξη ότι η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να παραμείνει στον δρόμο της δημοσιονομικής προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων. Άλλωστε, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι οι μεταρρυθμίσεις που πρέπει ακόμα να γίνουν, συγκριτικά με αυτές που έχουν ήδη ψηφιστεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, είναι πολύ λιγότερες και σίγουρα πολιτικά πιο εύκολες.
Το βασικό εμπόδιο που θα πρέπει να ξεπεραστεί, όμως, δεν είναι άλλο από το τι θα ισχύει μετά τη λήξη του προγράμματος. Δηλαδή αν η Ελλάδα θα χρειαστεί μια προληπτική πιστοληπτική γραμμή στήριξης ή θα βγει από το πρόγραμμα χωρίς κάποια περαιτέρω υποστήριξη.
Το τι θα ισχύει, όμως, δεν είναι στο χέρι της κυβέρνησης. Οι θεσμοί έχουν όλοι την ίδια άποψη ότι κάποιας μορφής προληπτικό πρόγραμμα, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ μετά τη λήξη του υφιστάμενου, θα είναι το πιο σωστό για τη χώρα, καθώς, όπως εξηγούν στην «Κ», «έχουμε διαπιστώσει ότι η Ελλάδα μόνο με αυστηρό έλεγχο παραμένει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής». 
Το σκεπτικό είναι να υπάρχει κάποιου είδους επιτήρηση και επίτευξη στόχων που θα συνδέονται με την ελάφρυνση του χρέους, έτσι ώστε, αν η Ελλάδα δεν εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις, δεν θα επωφελείται από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
Ο γερμανικός παράγοντας
Όμως οποιαδήποτε συμφωνία τεθεί στο τραπέζι δεν εξαρτάται μόνο από την ελληνική κυβέρνηση και τους θεσμούς. Ένας άλλος παράγοντας που θα παίξει ιδιαίτερο ρόλο για το πώς θα συνεχίσει η Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018 είναι η σύνθεση της νέας γερμανικής κυβέρνησης.
Σύμφωνα με Γερμανό αξιωματούχο, θα είναι πολύ διαφορετική η στάση της Γερμανίας ανάλογα με τη νέα κυβερνητική σύνθεση. Συγκεκριμένα, αν εκλεγεί η κ. Μέρκελ, που, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, είναι πρώτο κόμμα, και σχηματίσει κυβέρνηση με τους Σοσιαλιστές, τότε αναμένεται η στάση να είναι υπέρ μιας περαιτέρω συμφωνίας μετά τη λήξη του προγράμματος.
Αυτό το «προληπτικό πρόγραμμα» θα δίνει, από τη μια, την ασφάλεια στην Ελλάδα ότι ακόμη και αν η πρόσβαση στις αγορές κλείσει, η χώρα θα έχει μια σανίδα σωτηρίας με ένα «προληπτικό πρόγραμμα», που όμως θα συνοδεύεται, από την άλλη, με όρους και προϋποθέσεις.
Αν όμως ο κυβερνητικός εταίρος της κ. Μέρκελ είναι το κόμμα των Φιλελευθέρων, τότε θα είναι πολύ δύσκολο να ψηφιστεί οποιαδήποτε περαιτέρω συμφωνία για την Ελλάδα. Οι θέσεις των Φιλελευθέρων, όσον αφορά τη χώρα, είναι πολύ σκληρές, σε σημείο που στο προεκλογικό τους πρόγραμμα υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα θα ήταν καλύτερα με μια γενναία αναδιάρθρωση του χρέους, την οποία, όμως, θα ακολουθούσε και η έξοδος της χώρας από το ευρώ.
Έντυπη