Νόμος Κατσέλη: Πώς θα υπολογίζεται η νέα μηνιαία δόση


Στη δημοσιότητα δόθηκε το ...

ΦΕΚ που εξειδικεύει τις αλλαγές στο Νόμο Κατσέλη, οι οποίες θα ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2016 για όσους υποβάλλουν αίτηση για ένταξη στο προστατευτικό καθεστώς της κύριας κατοικίας.

Με την απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζεται η διαδικασία υπολογισμού του ποσού που θα πρέπει να καταβάλλει ο δανειολήπτης για να αποφύγει τον πλειστηριασμό, αλλά και οι προϋποθέσεις για την εξασφάλιση επιδότησης μέρους της δόσης από το δημόσιο.

Για να έχει δικαίωμα ρύθμισης της οφειλής του ο δανειολήπτης θα πρέπει να υποβάλει και το τελευταίο στοιχείο της οικονομικής του κατάστασης, ώστε να υπολογιστεί το ποσό που θα καταβάλλεται στην τράπεζα, συνυπολογιζόμενων και των ευλόγων δαπανών διαβίωσης.

Επιπλέον, ορίζεται η διαδικασία για τον υπολογισμό του ποσού που θα ελάμβαναν οι τράπεζες, αν έβγαζαν στο σφυρί το περιουσιακό στοιχείο του δανειολήπτη, καθώς ο νόμος ορίζει ότι το πιστωτικό ίδρυμα δε θα πρέπει να χάνει από τη ρύθμιση που συμφωνείται.

Οι δαπάνες διαβίωσης

Οι «εύλογες δαπάνες διαβίωσης» του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, σύμφωνα με την απόφαση της ΤτΕ, θα υπολογίζονται με την ακόλουθη διαδικασία:

* Βάση υπολογισμού είναι το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα και οι δαπάνες διαβίωσης του δανειολήπτη καθώς και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του. Για να πιστοποιηθούν, υποβάλλονται αναλυτικοί πίνακες.

* Βάση του υπολογισμού της μελλοντικής ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη αποτελεί το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της τρέχουσας ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη υποκείμενο σε καταρχήν σταδιακή προσαύξηση ποσοστού 5% ανά πενταετία.

Αυτό το ποσοστό (5%) μπορεί να αλλάζει:

(α) στην περίπτωση που βασίζεται σε προσδοκία μελλοντικής αύξησης ή σε εκτίμηση μελλοντικής μείωσης του εισοδήματος του οφειλέτη από οποιαδήποτε αιτία, εφόσον αυτή τεκμηριώνεται επαρκώς και

(β) στην περίπτωση που βασίζεται σε οικειοθελή δέσμευση του οφειλέτη να μειώσει τις δαπάνες διαβίωσης του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, εφόσον δεν συντρέχουν άλλοι προφανείς λόγοι που καθιστούν μη ρεαλιστική την προοπτική μείωσης των δαπανών διαβίωσης.

* Το σύνολο του ποσού των δόσεων που προκύπτει από την εκτίμηση της μέγιστης δυνατότητας αποπληρωμής του δανειολήπτη ανάγεται σε «παρούσα αξία» (χρησιμοποιείται ως προεξοφλητικό επιτόκιο το μέσο επιτόκιο υφιστάμενων στεγαστικών δανείων σε ευρώ με διάρκεια άνω των πέντε ετών).

Η περίπτωση πλειστηριασμού

Όπως ορίζεται στην απόφαση, ο πιστωτής με τη μεγαλύτερη απαίτηση έναντι του δανειολήπτη (στις περιπτώσεις που πιστωτές είναι πέραν του ενός) καταθέτει εκτίμηση για το ποσό που θα μπορούσε να εξασφαλιστεί από τυχόν πλειστηριασμό υπολογίζοντας και τα τυχόν έξοδα.

Δίνεται ωστόσο η δυνατότητα στον δανειολήπτη να καταθέσει και αυτός φάκελο με τη δική του εκτίμηση για το θέμα. Αυτές οι εκτιμήσεις αξιολογούνται από το δικαστήριο.

Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ταύτιση απόψεων, το δικαστήριο μπορεί να αναθέσει σε πιστοποιημένο εκτιμητή να κάνει τη δική του εισήγηση.

Η επιδότηση δόσης

Με την ίδια απόφαση ορίζεται η διαδικασία, τα κριτήρια και ο τρόπος συμμετοχής του Δημοσίου στην αποπληρωμή του σχεδίου διευθέτησης οφειλών των δανειοληπτών με μη εξυπηρετούμενο στεγαστικό δάνειο που ανήκουν στις "ευπαθείς" ομάδες.

Ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και σε κάθε περίπτωση υποχρεούται στην καταβολή ελάχιστης συνεισφοράς, η οποία κυμαίνεται από 5-10% τους διαθέσιμου εισοδήματός του.

Δικαιούχος της συμμετοχής του Δημοσίου είναι ο οφειλέτης στο πρόσωπο του οποίου έχει εκδοθεί οριστική δικαστική απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, η οποία καθορίζει σχέδιο διευθέτησης οφειλών και η οποία κρίνει οριστικά ότι στο πρόσωπο του οφειλέτη πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:

α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του,

β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των εύλογων δαπανών διαβίωσης

γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα,

δ) είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται και

ε) βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών.

Ελάχιστη συνεισφορά

Με βάση την απόφαση, ο οφειλέτης έχει τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

1. Υποχρεούται να καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και σε κάθε περίπτωση υποχρεούται στην καταβολή ελάχιστης συνεισφοράς, η οποία καθορίζεται ως εξής:

α) αν το διαθέσιμο εισόδημα είναι μικρότερο ή ίσο των 8.000 ευρώ, η ετήσια ελάχιστη συνεισφορά υπολογίζεται σε 5% επί του διαθέσιμου εισοδήματος,

β) αν το διαθέσιμο εισόδημα είναι άνω των 8.000 ευρώ επί του υπερβάλλοντος ποσού υπολογίζεται επιπλέον συνεισφορά 10%.

2. Η ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη επανεξετάζεται στο τέλος κάθε έτους, για τυχόν μεταβολή του διαθέσιμου εισοδήματός του.

3. Ο οφειλέτης ενημερώνεται σχετικά με το ποσό στο οποίο αντιστοιχεί η ελάχιστη συνεισφορά του για το επόμενο οικονομικό έτος, μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων.

Σμμετοχή Δημοσίου

1. Η συμμετοχή του Δημοσίου περιορίζεται στις οφειλές που προκύπτουν από στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας.

Συνίσταται δε στην καταβολή του ποσού που προκύπτει ύστερα από την αφαίρεση του ποσού το οποίο κατέβαλε ο οφειλέτης από το ποσό της μηνιαίας δόσης αποπληρωμής της οφειλής από στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας, όπως αυτή αποτυπώνεται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών, όπως προσδιορίζεται στη δικαστική απόφαση.

2. Η καταβολή της συμμετοχής εκτελείται μετά την καταβολή εκ μέρους του οφειλέτη, ορίζεται μηνιαία και πραγματοποιείται απευθείας προς τους πιστωτές, με πίστωση του σχετικού τραπεζικού λογαριασμού/κωδικού δανείου.

3. Με την έκδοση της εγκριτικής απόφασης, ο οφειλέτης απαλλάσσεται κατά το ισόποσο της συμμετοχής του Δημοσίου έναντι του πιστωτή.

4. Η διάρκεια της συμμετοχής του Δημοσίου ορίζεται σε τρία έτη.

Διακοπή της συμμετοχής του Δημοσίου

1. Η συμμετοχή του Δημοσίου διακόπτεται σε περίπτωση μη καταβολής εκ μέρους του οφειλέτη της ελάχιστης συνεισφοράς.

2. Για τη διακοπή της συμμετοχής απαιτείται το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών μηνιαίων ελάχιστων συνεισφορών.

3. Η διακοπή γνωστοποιείται στον οφειλέτη μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων που θα εμφανίζονται στην ηλεκτρονική του αίτηση.

4. Σε περίπτωση διακοπής, ο οφειλέτης δικαιούται να υποβάλει αίτημα επανεξέτασης, κατ' αναλογική εφαρμογή.

Διαδικασία υποβολής αιτήσεων

Η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά και είναι προσβάσιμη από ηλεκτρονική εφαρμογή στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.

Η πρόσβαση στην ηλεκτρονική αίτηση γίνεται με τη χρήση των κωδικών του δικαιούχου στο σύστημα TAXISnet του Υπουργείου Οικονομικών.

Ο αιτών πρέπει να έχει υποβάλει Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος (Ε1) καθώς και Ε2 εφόσον είχε υποχρέωση.

Στην ηλεκτρονική αίτηση θα συμπληρώνονται από τον δικαιούχο:

α. Υποχρεωτικά όλα τα πεδία που αφορούν στα στοιχεία επικοινωνίας του αιτούντος ή αντικλήτου προσώπου που δέχεται να λαμβάνει ενημέρωση και σημαντικά έγγραφα για λογαριασμό του αιτούντος.

β. Υποχρεωτικά όλα τα πεδία που αφορούν στη δικαστική απόφαση, η οποία ορίζει το σχέδιο διευθέτησης οφειλών (αριθμός και έτος απόφασης, δικαστήριο έκδοσης απόφασης, οριζόμενο ποσό μηνιαίας δόσης).

γ. Σε περίπτωση μεταβολής οποιουδήποτε στοιχείου που δηλώνεται στην αίτηση, αυτή μπορεί να μεταβληθεί με ευθύνη και ενέργεια του δικαιούχου.

δ. Δήλωση ότι ο αιτών συναινεί στην καταβολή της ελάχιστης συνεισφοράς, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας.

ε. Τα στοιχεία της δανειακής σύμβασης.

στ. Δήλωση ότι τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην αίτηση είναι απολύτως ακριβή και ότι γνωρίζει πως η δήλωση ψευδών στοιχείων επιφέρει ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και ότι η δήλωση ελλιπών ή ψευδών στοιχείων επιφέρει αποκλεισμό από τις παροχές της παρούσας απόφασης.

Υποχρεωτικά κατατίθεται ή αποστέλλεται με συστημένη επιστολή στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ηλεκτρονικής αίτησης, αντίγραφο της δικαστικής απόφασης στην οποία αναφέρεται το σχέδιο διευθέτησης οφειλών.

ζ. Η αρμόδια Διεύθυνση μπορεί να ζητήσει απευθείας από τον αιτούντα, εντός 10 ημερών, τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία.

4. Ο αιτών θα μπορεί να παρακολουθεί ηλεκτρονικά την πορεία της αίτησής του. Ο αιτών ενημερώνεται, εντός προθεσμίας 60 ημερών από την υποβολή της αίτησης, για την αποδοχή ή απόρριψη της αίτησής του, με γνωστοποίηση της αιτίας απόρριψης, μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων που θα εμφανίζονται στην ηλεκτρονική του αίτηση και θα αποστέλλονται συγχρόνως στην ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας που έχει δηλώσει.

Σε περίπτωση αποδοχής του αιτήματος, ενημερώνεται αυτόματα για το ποσό της ελάχιστης συνεισφοράς του και για το ποσό το οποίο θα καταβάλλεται μηνιαίως από το Δημόσιο σε κάθε πιστωτή. Σε περίπτωση απορριπτικής απόφασης, ο απορριφθείς μπορεί να υποβάλει αίτημα επανεξέτασης.

5. Η αίτηση υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερολογιακών ημερών από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης.
Διαδικασία Επανεξέτασης

1. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή Επιτροπή Ελέγχου Αιτημάτων Υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων. Αρμοδιότητα της Επιτροπής αποτελεί ο έλεγχος των αιτημάτων επανεξέτασης.

2. Κατά της πράξης απόρριψης της αίτησης του οφειλέτη επιτρέπεται η υποβολή αιτήματος επανεξέτασης ενώπιον ειδικής Επιτροπής που δημιουργείται. Το αίτημα επανεξέτασης μπορεί να υποβληθεί μόνο επί του συγκεκριμένου λόγου απόρριψης, ο οποίος αναφέρεται ρητά στο μήνυμα ενημέρωσης του δικαιούχου.

3. Το αίτημα επανεξέτασης δύναται να υποβληθεί εντός προθεσμίας 7 ημερολογιακών ημερών από την ενημέρωση περί της απορριπτικής απόφασης.

4. Σε περίπτωση αποδοχής μέρους ή του συνόλου του αιτήματος, η Επιτροπή της εκδίδει σχετική απόφαση έγκρισης, η οποία θεωρείται ότι έχει δοθεί την ημερομηνία που είχε εκδοθεί η αρχική απόρριψη.